Η ΕΝΑΝΘΡΩΠΗΣΗ καὶ Η ΘΕΟΤΟΚΟΣ Βασιλείου Τσίγκου Καθηγ. Πανεπ. Θεσσαλονίκης
ἀπόσπασμα ἀπὸ τὸ
«Η ΔΙΑΜΟΡΦΩΣΗ ΤΟΥ ΟΡΟΥ “ΘΕΟΤΟΚΟΣ”
ΚΑΤΑ ΤΗ ΔΙΑΡΚΕΙΑ ΤΩΝ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΩΝ ΣΥΝΟΔΩΝ
ΚΑΙ Η ΧΡΙΣΤΟΛΟΓΙΚΗ ΚΑΙ ΣΩΤΗΡΙΟΛΟΓΙΚΗ ΣΗΜΑΣΙΑ ΤΟΥ»
. […] Δικαίως καὶ ἀληθῶς ὀνομάζουμε τὴν Παρθένο Μαρία
“Θεοτόκο”, γιατί τὸ ὄνομα αὐτὸ ἐπιβεβαιώνει ὅτι Ἐκεῖνος ποὺ γεννήθηκε
ἀπὸ αὐτὴν ἦταν Θεάνθρωπος, Θεὸς καὶ ἄνθρωπος σὲ μία μοναδικὴ καὶ ἄρρητη
ὑποστατικὴ ἑνότητα. “Εἰ γὰρ Θεοτόκος ἡ γεννήσασα, πάντως Θεὸς ὁ ἐξ αὐτῆς
γεννηθείς, πάντως δὲ καὶ ἄνθρωπος”. Σ᾽ αὐτὴν ἀκριβῶς τὴν ἀρχαιοπαράδοτη
δογματικὴ διδασκαλία γιὰ τὴν Θεοτόκο στηρίζεται καὶ ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ
Θεολόγος, ὅταν προειδοποιεῖ μὲ ἕναν ἀφοριστικὸ τρόπο: “Εἴ τις οὐ
Θεοτόκον τὴν Ἁγίαν Μαρίαν ὑπολαμβάνει, χωρίς ἐστιν τῆς θεότητος”.
. Τὴν σωτηρία τοῦ ἀνθρώπου
ἐπετέλεσε ὁ Χριστὸς μὲ τὴν Ἐνανθρώπησή Του, κατὰ τὴν ὁποία προσέλαβε τὴν
ἀνθρώπινη φύση, τὴν ἀνύψωσε, τὴ θέωσε καὶ τὴν ἔσωσε. Ἡ τελειότητα τῆς
ἀνθρωπίνης φύσεως τοῦ Χριστοῦ συνδέεται ἀναπόσπαστα καὶ ὀργανικὰ μὲ τὴ
σωτηρία τοῦ ἀνθρώπου. Θὰ λέγαμε ὅτι συνιστᾶ θεμελιώδη προϋπόθεση γιὰ τὴν
τελειότητα τῆς σωτηρίας. “Ὅλον γὰρ ὅλος ἀνέλαβέ με, καὶ ὅλος ὅλῳ ἡνώθη,
ἵνα ὅλῳ τὴν σωτηρίαν χαρίσηται· τὸ γὰρ ἀπρόσληπτον καὶ ἀθεράπευτον”.
Στὸ Σύμβολο τῆς Νικαίας-Κωνσταντινουπόλεως, στὸ Σύμβολο τῆς πίστεως,
ὁμολογοῦμε: “Τὸν δι᾽ ἡμᾶς τοὺς ἀνθρώπους καὶ διὰ τὴν ἡμετέραν σωτηρίαν
κατελθόντα ἐκ τῶν οὐρανῶν καὶ σαρκωθέντα ἐκ Πνεύματος Ἁγίου καὶ Μαρίας
τῆς Παρθένου καὶ ἐνανθρωπήσαντα”.
. Λίγες μόλις
δεκαετίες μετὰ τὸ γεγονὸς τῆς Ἐνανθρωπήσεως τοῦ Χριστοῦ ἐμφανίσθηκαν οἱ
πρῶτες παραχαράξεις τῆς πίστεως καὶ ἀργότερα οἱ μεγάλες χριστολογικὲς
αἱρέσεις στὴν Ἐκκλησία Του, σχετικὰ μὲ τὸ πρόσωπο καὶ τὴν ὑποστατικὴ
ἕνωση τῶν δύο ἐν Χριστῷ φύσεων. Ποιός εἶναι Αὐτός; Ποιά εἶναι ἡ σχέση
Του μὲ τὸν Θεό; Πῶς κατανοεῖται ἡ σχέση καὶ ἡ ἕνωση τῶν δύο φύσεων στὸν
Χριστό, ἡ ἕνωση δηλαδὴ ἀκτίστου καὶ κτιστοῦ ἀπὸ τὸν ἐνανθρωπήσαντα Υἱὸ
καὶ Λόγο τοῦ Θεοῦ; Πῶς μπορεῖ νὰ εἶναι συγχρόνως “Υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου;” Μὲ
ποιό τρόπο γεννήθηκε ἀπὸ γυναίκα; Πῶς εἶναι δυνατὸν ἡ μητέρα Του, ἡ
Παρθένος Μαρία νὰ ἀποκαλεῖται “Θεοτόκος”; Τὰ ἐρωτήματα ποὺ ἐτίθεντο
ἀφοροῦσαν ὄχι μόνο τὴ θεότητα τοῦ Θεοῦ Λόγου, ἀλλὰ καὶ τὴν Ἐνανθρώπησή
Του.
. Οἱ προβληματισμοὶ
αὐτοὶ προξένησαν μακραίωνες δογματικὲς συζητήσεις. Ἡ Ἐκκλησία,
προκειμένου νὰ προφυλάξει τὰ πιστὰ μέλη της καὶ νὰ ἀπαντήσει στὶς
ἀποκλίνουσες ἀπόψεις διατύπωσε αὐθεντικὰ τὴν πίστη της καὶ καθόρισε
Οἰκουμενικὲς Συνόδους, οἱ ὁποῖες διατύπωσαν αὐθεντικὰ τὴν πίστη της καὶ
καθόρισαν τὰ δόγματά της. Οἱ δογματικὲς ἀποφάσεις τῶν Συνόδων, γνωστὲς
ὡς “ ὅροι”, δηλαδὴ ὅρια-ὁριοθετήσεις, ἐμπεριέχουν σωτήριες ἀλήθειες.
Συνεπῶς, τὰ δόγματα τῆς Ἐκκλησίας δὲν εἶναι τίποτε ἄλλο παρὰ
σωτηριολογικὲς προτάσεις ζωῆς, ἀφοῦ καταγράφουν τὴν κοινὴ πίστη καὶ τὴν
καθολικὴ συνείδηση καὶ διαχρονικὴ ἐμπειρία τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ σώματος.
. […] Ἡ διδασκαλία
τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας γιὰ τὴν Ὑπεραγία Θεοτόκο δὲν εἶναι καθόλου
ἄσχετη μὲ ὁλόκληρη τὴν δογματική της παράδοση. Ἀντιθέτως σχετίζεται
ὀργανικὰ καὶ συνδέεται πρωταρχικὰ μὲ τὴ Χριστολογία καὶ τὴ Σωτηριολογία,
γιατί μὲ τὴν Θεοτόκο σαρκώθηκε, ἔγινε ἄνθρωπος, ὁ Κύριος τῆς Δόξης καὶ
Μεγάλης Βουλῆς Ἄγγελος, ὁ Ἄσαρκος Λόγος, προκειμένου νὰ πληρωθεῖ ἡ
σωτηριώδης θεία οἰκονομία. Μιὰ διαστρεβλωμένη καὶ “μειωμένη” Χριστολογία
ἔχει ὀλέθρια ἀποτελέσματα, ἀφοῦ καταλύει τὸ δόγμα τῆς σωτηρίας. Ἀλλὰ
καὶ κάθε ὀρθόδοξη δογματικὴ διδασκαλία, ὅπως ἡ σχετικὴ περὶ Θεοτόκου,
κατανοεῖται καὶ ἑρμηνεύεται ἀποκλειστικὰ ἐντὸς καὶ διὰ τῆς Θεολογίας καὶ
τῆς Χριστολογίας.
. Ἡ Ὀρθόδοξη θεολογία,
καθὼς ἔχει στέρεη βάση της τὴ Χριστολογία, δὲν εἶναι καὶ δὲν ἐπιτρέπεται
νὰ μετατραπεῖ σὲ αὐτονομημένη, ἀνεξάρτητη καὶ αὐτοδύναμη Μαριολογία καὶ
Μαριολατρεία , ἢ ἀκόμη σὲ ἀνθρωπολογία μὲ κέντρο της τὴν Παρθένο Μαρία,
ἀλλὰ εἶναι πρωτίστως καὶ κατ᾽ ἐξοχὴν Χριστολογία, στὴν ὁποία
συμπεριλαμβάνεται ἀσφαλῶς καὶ ἡ ἀνθρωπολογία καὶ ἡ περὶ Θεοτόκου
διδασκαλία. Οἱ ὅποιες παρανοήσεις, παραχαράξεις καὶ καινοτομίες, ποὺ
ἀφοροῦσαν τὸ πρόσωπο καὶ τὸ ἔργο τῆς Παρθένου Μαρίας, προῆλθαν σαφέστατα
ἀπὸ μία λανθασμένη καὶ “κολοβωμένη” Χριστολογία, ἀπὸ τὴν παρανόηση τοῦ
δόγματος τῆς Ἐνανθρωπήσεως. Κατὰ συνέπεια, ἡ ὀρθόδοξη ἀλήθεια γιὰ τὴ
Μητέρα τοῦ Χριστοῦ ὡς Θεοτόκου δὲν μπορεῖ παρὰ νὰ “ἐπιστηρίζεται σὲ
χριστολογικὴ βάση”!
. Οἱ ἀστείρευτες
πηγὲς τῆς συνοδικῆς καὶ πατερικῆς παράδοσης τῆς ἀδιαίρετης Ἐκκλησίας,
ἀπὸ τὶς ὁποῖες μικρὸν μόνο μέρος ἀξιοποιήθηκε καὶ παρουσιάσθηκε ἐδῶ
μαρτυροῦν ὁμοφώνως καὶ διατρανώνουν συνοδικῶς ὅτι ἡ Ὑπερευλογημένη Παρθένος Μαρία εἶναι ὄντως καὶ ἀληθῶς Θεοτόκος,
Θεογεννήτρια καὶ Θεομήτωρ, ὅπως “θεογράφως διεχάραξαν” καὶ
“πνευματοκινήτως” ἐδογμάτισαν οἱ θεοφόροι Πατέρες, ποὺ συγκρότησαν τὶς
Ἅγιες καὶ Οἰκουμενικὲς Συνόδους. Ἡ Κυρία Θεοτόκος “ διηκόνησε “ καὶ
“ὑπούργησε” στὸ μυστήριο τῆς θείας Οἰκονομίας καὶ τῆς σωτηρίας τοῦ
κόσμου διὰ τῆς σαρκώσεως τοῦ Λόγου καὶ τῆς θεώσεως τῆς ἀνθρωπίνης
φύσεως.
. Γιὰ τὴ συμβολὴ τῆς
Παρθένου Μαρίας στὴν ἐκπλήρωση τοῦ σχεδίου τῆς Οἰκονομίας,
δικαιολογημένα ἀποδίδεται τιμή, δόξα καὶ ὕμνος στὴν “ἔχουσα τὰ δευτερεῖα
τῆς Ἁγίας Τριάδος” , στὴν Ὑπεραγία Θεοτόκο, τὸ σκεῦος ἐκλογῆς τοῦ Θεοῦ,
τὸ κατοικητήριο τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, τὴ Μητέρα τοῦ “δευτέρου ἀνθρώπου
τοῦ Κυρίου ἐξ οὐρανοῦ, τὴν Μητέρα τοῦ “ἐσχάτου Ἀδὰμ” τοῦ “καινοῦ
ἀνθρώπου” τὴν ἀληθινὴ κατὰ σάρκα Μητέρα τοῦ Υἱοῦ καὶ Λόγου. Ἐπειδὴ ὁ
Χριστὸς εἶναι ὁ “πρωτότοκος ἐν πολλοῖς ἀδελφοῖς”, ἡ Παναγία Μητέρα Του
εἶναι Μητέρα μας καὶ ἐμεῖς θετοὶ υἱοί της. Κάθε πιστὸς ἔχει μία
ἀπροσμέτρητη δυνατότητα καὶ προοπτική, ἀφοῦ μπορεῖ νὰ γίνει καὶ αὐτὸς
κατὰ χάριν “Θεοτόκος” καὶ νὰ κυοφορήσει κατὰ χάριν τὸν Χριστὸ ὡς ἔμβρυο.
Θὰ πρέπει βεβαίως νὰ θεωρηθεῖ ὡς αὐτονόητη προϋπόθεση ἡ ὀρθόδοξη
διδασκαλία γιὰ τὴ Θεοτόκο καὶ Ἀειπάρθενο Μαρία.
. Ἡ μοναδικότητα καὶ
τὸ ἀνεπανάληπτο μεγαλεῖο τῆς Θεομήτορος εἶναι σχετικὰ παρόμοια πρὸς τὴ
μοναδικότητα τοῦ Υἱοῦ της, ποὺ “ἐπετέλεσεν πᾶσαν βουλὴν τοῦ Θεοῦ καὶ
Πατρός”. Τὸ Πρόσωπο καὶ ἡ Ἀποστολὴ τῆς Παρθένου Μαρίας μένουν μετέωρα
καὶ ἀκατανόητα, ἐὰν δὲν συνδεθοῦν μὲ τὸ μυστήριο τῆς Θείας Οἰκονομίας. Ἡ
Παρθένος “Θεὸν σαρκωθέντα τεκοῦσα, Θεοτόκος ὀνομάζεται. Ὁ Χριστὸς “Θεὸς
σεσαρκωμένος καὶ ἐνανθρωπήσας”, προσδίδει στὴν κατὰ σάρκα Μητέρα Του τὸ
ὄνομα “Θεοτόκος” ἀλλὰ καὶ τὸ ὄνομα “Θεοτόκος” “ἅπαν τὸ μυστήριον τῆς
οἰκονομίας [τῆς ἐνανθρωπήσεως] συνίστησι. Τὸ ὄνομα “Θεοτόκος” εἶναι μία ἀναπόφευκτη συνέπεια τοῦ ὀνόματος “Θεάνθρωπος”.
Καὶ τὰ δύο ὀνόματα στέκουν καὶ πέφτουν μαζί. Ἡ ἀπόρριψη τοῦ ὅρου
“Θεοτόκος” ὁδηγεῖ στὴν ἀναίρεση ὁλοκλήρου τοῦ μυστηρίου τῆς σωτηριώδους
θείας Οἰκονομίας .
. Ἡ Ἐκκλησία εἶναι
τὸ Σῶμα τοῦ Υἱοῦ τῆς Θεοτόκου. Τίποτε δὲν πρόκειται νὰ παρεμβληθεῖ
μεταξύ τους. Ἡ Θεοτόκος θὰ εἶναι πάντοτε ἀχώριστη ἀπὸ τὸν Υἱὸ τῆς “οὐδὲν
γὰρ μέσον Μητρὸς καὶ Υἱοῦ” . Ἰδιαίτερα στὴν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία ἡ τιμὴ
καὶ ὁ μακαρισμὸς καὶ ἡ δόξα τῆς Παναγίας Θεοτόκου δὲν τελειώνουν ποτὲ
γιατί “ ἡ εἰς αὐτὴν τιμή, εἰς τὸν ἐξ αὐτῆς σαρκωθέντα (Υἱὸν) ἀνάγεται”. Ἡ
μητέρα τοῦ Υἱοῦ καὶ Λόγου, ἡ Θεοτόκος, εἶναι ἡ “Μητέρα τῆς δόξης”. Ἡ
μεγαλύτερη δόξα τῆς Παρθένου Μαρίας εἶναι ὁ θεανδρικὸός της τόκος, ὁ “
καρπὸς τῆς κοιλίας της”, ὁ Υἱός της, ποὺ τῆς χάρισε καὶ τὸ μοναδικὸ
ὄνομα “Θεοτόκος”.
. Ἡ Θεοτόκος δὲν ἐνεργεῖ
καὶ δὲν δοξάζεται αὐτονομημένα καὶ ἀνεξάρτητα ἀπὸ τὸν Υἱὸ τοῦ Θεοῦ καὶ
Σωτήρα Χριστό. Ἔτσι κατανοεῖται γιατί ἡ ὀρθόδοξη περὶ Θεοτόκου
διδασκαλία συνδέεται οὐσιαστικὰ καὶ ὀργανικὰ μὲ τὴν ὀρθόδοξη Χριστολογία
καὶ κατ᾽ ἐπέκταση μὲ τὴν ὀρθόδοξη Σωτηριολογία. Ἡ ἑνότητα Χριστολογίας
καὶ Σωτηριολογίας εἶναι ἄρρηκτη, ὁ δεσμός τους ἀκατάλυτος καὶ ἡ σχέση
τους εἶναι ἀμφίδρομη. Ἡ Σωτηριολογία εἶναι στὴν οὐσία της Χριστολογία,
ἀφοῦ ὁ Χριστὸς δὲν νοεῖται παρὰ μόνο ὡς Σωτήρας. Γι᾽ αὐτὸ καὶ ὁ
ὅρος “Θεοτόκος” στὴν πραγματικότητα εἶναι χριστολογικὸς καὶ
σωτηριολογικὸς ὅρος. Μέσα στὰ πλαίσια αὐτὰ κατανοεῖται καὶ ἡ ὁμολογία
ὅτι “οὐκ ἔστιν ἄλλη σωτηρία, εἰ μὴ τὸ ὀρθῶς φρονεῖν καὶ πιστεύειν, κατ᾽
ἀλήθειαν Θεοτόκον τὴν ἁγίαν Παρθένον ὑπάρχειν” .
. Οἱ Πατέρες τῆς
Ἐκκλησίας, θέλοντας νὰ διασφαλίσουν τὴν ἑνότητα τῆς πίστεως, τόνιζαν
ἐμφατικὰ τὴ δογματικὴ ἀναγκαιότητα τοῦ ὅρου “Θεοτόκος” στὴ λειτουργία
τοῦ μυστηρίου τῆς σωτηριώδους θείας Οἰκονομίας. Ὁ Σωτήρας Χριστός, ὁ
“Εἷς τῆς Ἁγίας Τριάδος” εἶναι ὁ Μονογενὴς Υἱὸς τοῦ Θεοῦ, ὁ ἐκ Παρθένου
Μαρίας σαρκωθείς, Θεὸς καὶ ἄνθρωπος. Ἡ Θεολογία καὶ ἡ Χριστολογία εἶναι ἡ
καρδιά, ἡ οὐσία καὶ τὸ περιεχόμενο ὁλοκλήρου τῆς ὀρθοδόξου δογματικῆς
παραδόσεως. Γι᾽ αὐτό, λοιπόν, στὴ δογματικὴ διδασκαλία ὅλα κατανοοῦνται,
φωτίζονται καὶ ἑρμηνεύονται Χριστολογικῶς.
. Ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία,
ὡς “στύλος καὶ ἑδραίωμα τήςαληθειας”, καυχᾶται ἐν Κυρίῳ ὅτι συνεχίζει
τὴν ἐπὶ γῆς πορεία της διαφυλάσσοντας ἀναλλοίωτη καὶ ἀκαινοτόμητη μέχρις
ἐσχάτων αὐτὴν ἀκριβῶς τὴν ἀρχαιοπαράδοτη διδασκαλία καὶ “καλὴν
παρακαταθήκην” τῆς πίστεως. Στὴν ἀληθινὴ ὀρθόδοξη καθολικὴ πίστη τῆς
Μίας, Ἁγίας, Καθολικῆς καὶ Ἀποστολικῆς τοῦ Χριστοῦ Ἐκκλησίας, ἡ Παναγία
Μητέρα τοῦ Χριστοῦ εἶναι τὸ “χάραγμα” καὶ τὸ “σκῆπτρον τῆς Ὀρθοδοξίας”.
Καὶ ἐνῶ “γυναῖκες λέγονται ἄπειροι καὶ ἀνθρωποτόκοι ἀμέτρητοι καὶ
παρθένοι μύριαι πλεῖσται καὶ Μαρίαι εἰσὶ “γιὰ τὴν ὀρθόδοξη παράδοση καὶ
ζωὴ δικαίως, κυρίως καὶ ἀληθῶς”, μόνον καὶ ἰδιώτατον καὶ κυριώτατον καὶ
σημαντικώτατόν ἐστι τῇ ἁγίᾳ, ἀχράντῳ καὶ ἀειδόξῳ Παρθένῳ ὄνομα τὸ
Θεοτόκος”.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου