Τετάρτη 28 Δεκεμβρίου 2016

Η Παναγία Θεοτόκος – Η Χώρα του Αχωρήτου

«Τείχισόν μου τας φρένας, Σωτήρ μου
το γαρ Τείχος του κόσμον ανυμνήσαι τολμώ,
την Άχραντον Μητέρα Σου
εν πύργω ρημάτων ενίσχυσόν με,
και εν βάρεσιν εννοιών οχύρωσόν με·
Συ γαρ βοάς των αιτούντων πιστώς τας αιτήσεις πληρούν.
Συ ουν μοι δώρησαι γλώτταν,
προφοράν, και λογισμόν ακαταίσχυντον
πάσα γαρ δόσις ελλάμψεως πάρα Σου καταπέμπεται, Φωταγωγέ, ο μήτραν οικήσας Αειπάρθενον»
Κάθε φορά που πηγαίνω στην Κωνσταντινούπολη, Πόλιν αφιερωμένη στην Παναγία Θεοτόκο, επισκέπτομαι και τη γνωστή Μονή της Χώρας. Μονή αφιερωμένη στον Θεάνθρωπο Χριστό, την Χώραν των ζώντων. Στην είσοδο του ναού της Μονής της Χώρας, από το υπέρθυρο της κεντρικής πόλης μας υποδέχεται η μεγάλη ψηφιδωτή εικόνα του Χριστού: «Ή χώρα των ζώντων». Όταν προχωρήσουμε πια στον κυρίως ναό μας υποδέχεται η μεγάλη ψηφιδωτή εικόνα της Παναγίας: «Η χώρα του Αχωρήτου». Από το κοινό όνομα των δύο εικόνων, δηλ. το κοινόν τους θεολογικό θέμα, πήρα αφορμή για την εισήγησή μου: «Ή Παναγία Θεοτόκος – Η Χώρα του Αχωρήτου».
Η Παναγία Θεοτόκος - Η Χώρα του Αχωρήτου
Τί σημαίνουν τα ονόματα αυτά; Λέγουν ότι η Μονή της Χώρας ονομάσθηκε έτσι επειδή βρισκόταν εκτός των τειχών της Πόλεως, σε περιοχή που ονομαζόταν Χώρα.
«Των βυζαντινών χωρίον ην εκεί», λέγει ο χρονογράφος του ΙΔ ‘ αιώνα Γεώργιος Κωδινός, περιγράφοντας την όλη ανοικοδόμηση και εικονογράφηση της Μονής της Χώρας, η οποία έγινε από τον Θεόδωρο Μετοχίτη. Δεν νομίζουμε ότι ο μεγάλος αυτός βυζαντινός κτίτωρ της Μονής γι’ αυτό το λόγο και μόνον έδωσε τις ως άνω ονομασίες στις εικόνες του Χριστού και της Παναγίας. Υπάρχει, βέβαια, και η γνώμη ότι το όνομα της Μονής «η χώρα των ζώντων» εδόθη λόγω του κοιμητηρίου, του οποίου το παρεκκλήσι, με την απαράμιλλη τοιχογραφία της Αναστάσεως του ΙΓ’ αιώνος, σώζεται μέχρι σήμερα. Εξάλλου, όπως έχει πολύ εύστοχα παρατηρήσει ο Καθηγούμενος της I. Μονής Σταυρονικήτα π. Βασίλειος, οι ορθόδοξοι βυζαντινοί στην Κωνσταντινούπολη συνήθιζαν να δίνουν σε εκκλησίες και μονές ονόματα που να δείχνουν τον κόσμον τους, τον πνευματικό προσανατολισμό τους, την πίστη και την θεολογία τους: π.χ. Αγία Ειρήνη, Αγία Σοφία, Μονή Ακατάληπτου, Παμμακάριστος, Ζωοδόχος Πηγή, Μονή Παντεπόπτου. Μονή Παντοκράτορος, κ.λπ.
Ας προχωρήσουμε λοιπόν στο θέμα μας, έχοντας οπ’ όψιν τις ονομασίες αυτές: του Χριστού ως «Η Χώρα των ζώντων» και της Παναγίας ως «Η Χώρα του Αχωρήτου».
Είναι σ’ όλους γνωστό ότι στη Βίβλο ο Θεός αποκαλείται αχώρητος, δηλ. άπειρος και απερίγραπτος(=απεριόριστος), που δεν Τον χωράει τίποτε, ούτε ο ουρανός, ούτε η γη, ούτε κανένας ναός ή οτιδήποτε άλλο. Αναφέρω για δείγμα μία μόνον βιβλική μαρτυρία, τον γνωστόν λόγον του Αγίου Πρωτομάρτυρος Στεφάνου, ο όποιος είπε στους Εβραίους: «ουκ ο Ύψιστος εν χειροποιήτοις (ναοίς) κατοικεί», διότι ούτε οι ουρανοί είναι χωρητικοί του Ποιητού των πάντων, του οποίου «η χειρ εποίησεν ταύτα πάντα». Επίσης, από τα πολλά και πλούσια πατερικά κείμενα πάνω στο ίδιο θέμα, αναφέρω μόνον δύο-τρία: Ο Θεός «πάντα χωρών, μόνος δε αχώρητος ων», λέγει ο Άγιος Ερμάς. Και ο Άγιος Μάρτυς Ιουστίνος ο Φιλόσοφος λέγει για τον Θεόν: «ο τόπω τε αχώρητος και τω κόσμω όλω». Ο Άγιος Ιππόλυτος Ρώμης τονίζει ότι ο Θεός, ενώ κατά φύσιν είναι αχώρητος, όταν θελήσει γίνεται και χάρητος κατά θέλησιν και αγάπην και χάριν: «Αχώρητος δε ότε μη χωρείσθαι θέλει, χωρητός δε ότε χωρείσθαι θέλει».
Μονή της Χώρας. Σχέδιο της μονής το 1877.
Αυτή η αλήθεια, ότι ο Θεός όταν θέλει γίνεται και χωρητός, απεκαλύφθη σε μας και εξεδηλώθη κατ’ εξοχήν εις την φιλάνθρωπο Οικονομία της εκ της Παναγίας Θεοτόκου Σαρκώσεως και Ενανθρωπήσεως του Υιού του Θεού, του Σωτήρος Χριστού. Φύσει ων Θεός αχώρητος ο Χριστός, γίνεται «χωρητός διά φιλανθρωπίαν», όπως λέγει ο Άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος. Και προσθέτει: «αλλ’ επειδή κατέρχεται (ο Χριστός διά της σαρκώσεως), και επειδή κενούται δι’ ημάς… διά τούτο χωρητός γίνεται». Έτσι, ο άπειρος και ακατάληπτος και απερίγραπτος, αλλά και απεριόριστα φιλάνθρωπος Θεός φανερώνεται εν Χριστώ Ιησού ταυτόχρονα και αχώρητος και χω-ρητός, και γι’ αυτό ομολογούμε και δοξάζομεν τον θεάνθρωπο Χριστόν «τον αυτόν χωρητόν και αχώρητον», όπως πάλιν λέγει ο Γρήγορος ο Θεολόγος.
Εκ του θαυμαστού γεγονότος της Σαρκώσεως και Ενανθρωπήσεως του Θεανθρώπου Χριστού, οι άγιοι Πατέρες και υμνωδοί και εικονογράφοι της Ορθοδόξου Εκκλησίας έδωσαν εις την Παναγία Παρθένο και Θεοτόκο Μαρία την ονομασία «Πλατυτέρα των Ουρανών» και «Χώρα του Αχωρήτου». Για πρώτη φορά αποδίδεται στην Παναγία Θεοτόκο η ονομασία «η Πλατυτέρα των ουρανών» εις την εικόνα της ως Δεομένης (Οranta). Την εικόνα αυτή την συναντάμε ήδη στις πρωτοχριστιανικές κατακόμβες, ενώ, αργότερον, την βλέπομε πιο θεολογικά εικονογραφημένη στην κόγχη του ιερού των ορθοδόξων ναών στο Βυζάντιο, ως μεγάλη τοιχογραφία της Παναγίας Θεοτόκου με τον μικρό Χριστό στο στήθος. Η παράσταση, η οποία ονομάζεται «η Πλατυτέρα των ουρανών», είναι, τελικά, η εικόνα της Εκκλησίας, επειδή στο πρόσωπο της Παναγίας, η Εκκλησία εχώρεσε τον ευρύτερον από όλους τους ουρανούς. Την σαφή θεολογική ταύτιση της Θεοτόκου Μαρίας με την Εκκλησίαν έχομεν ήδη στον Άγιο Κύριλλο Αλεξανδρείας· «Μαρίαν την Αειπάρθενον την Αγίαν Εκκλησίαν λέγω… Γένοιτο δε ημάς τρέμειν και σέβειν την αδιάσπαστον Τριάδα· υμνούντας την Αειπάρθενον Μαρίαν, δηλονότι την Αγίαν Έκκλησίαν». Συνεπώς, από αυτήν την θεολογικήν αλήθειαν έχομεν την αλήθεια ότι και η Εκκλησία είναι χώρα (= χώρος) πλατυτέρα των ουρανών.
Μονή της Χώρας. Σύγχρονη φωτογραφία.
Από το γεγονός αυτό, της Θεοσαρκώσεως του Χριστού από την Παναγία Θεοτόκο και την εικονογράφηση της Παναγίας με τον Θεάνθρωπο Χριστό στους κόλπους Της, προήλθε η ονομασία της Παναγίας και της ομωνύμου εικόνος Της «Η Χώρα του Αχώρητου». Αλλά αυτό το θεολογικό γεγονός μαρτυρείται στην υμνολογία της Εκκλησίας μας πριν από την εικονογραφία. Έτσι π.χ. ο Άγιος Ρωμανός ο Μελωδός, ο μέγας και θεολογικότατος υμνολόγος της εναν-θρωπήσεως του Χριστού από την Παναγία, λέγει στα γνωστά Κοντάκια του εις την Γέννησιν του Χριστού: «Ο Άχτιστος γεννάται, ο Αχώρητος χωρείται».
Και ο Άγιος Μελωδός λέγει επίσης:
«Μέγα του Πατρός πεφανέρωται εκ Κόρης,
Θείον ευσεβές και μυστήριον τω κόσμω·
Παιδίον γαρ ετέχθη ο κατέχων τα σύμπαντα,
Μόρφωσιν εκών του πρωτοπλάστου είληφε σαρκός εξ απειράνδρου
Λαοί, είπωμεν· Ευλογημένος ο τεχθείς Θεός ημών, δόξα Σοι».
Και γενικά εις όλην την εκκλησιαστική υμνολογία των εορτών του Χριστού και της θεομήτορος έχομεν εκπεφρασμένη την ιδίαν αλήθεια. Π .χ. στην καταβασία του Ευαγγελισμού (ωδή Η’) λέγεται:
«Άκου, Κόρη Παρθένε αγνη βουλήν Υψίστου αρχαίαν αληθινήν· Γενού προς υποδοχήν ετοίμη Θεού· Δια Σου γαρ ο Αχώρητος βροτοίς αναστραφήσεται».
Επίσης και στον Ακάθιστο Ύμνο λέγεται πολλάκις εις την Παναγίαν Θεοτόκο: «Χαίρε Θεού αχωρήτου χώρα». Το ίδιο διαπιστώνουμε και στην υπόλοιπη υμνολογία της Ορθοδόξου Εκκλησίας.
Ιησούς Χριστός - Η χώρα των ζώντων
Νομίζομεν ότι δεν χρειάζεται να επιμείνομεν περισσότερο στα κείμενα της Ιεράς Παραδόσεως της Εκκλησίας μας, τα οποία αποδίδουν στην Παναγία την ονομασία η Χώρα του απολύτως Αχωρήτου Θεού. Πρέπει όμως να επιμείνουμε περισσότερο στη θεολογική σημασία της ονομασίας αυτής. Γιατί η Παναγία ονομάσθηκε η Χώρα του Αχωρήτου και τί σημαίνει αυτό; Είναι απλώς ποιητική έκφραση ή μήπως έχει κάποιο βαθύτερο θεολογικό και σωτηριολογικό νόημα;
Πρέπει αμέσως να πούμε και να τονίσουμε ότι την πραγματική σημασία και το πλήρες νόημα του ονόματος της Παναγίας «Η Χώρα του Αχωρήτου» μπορούμε να το καταλάβουμε μόνο σε συσχέτιση με το όνομα του Χριστού, το οποίο Τού εδόθη πάλι στη Μονή της Χώρας: ο Χριστός η Χώρα των ζώντων. Πιθανώς, το όνομα αυτό να είχε ήδη αποδοθεί στον Χριστό, αλλά δεν το έχω ερευνήσει γι’ αυτό και την στιγμή αυτή δεν μπορώ να πω, αν αυτό το όνομα, έτσι κατά λέξιν, εδόθη στο Χριστό και κάπου αλλού πριν από την Μονή της Χώρας. Πάντως, όπως και να είναι, η ονομασία αυτή προέρχεται από τους Ψαλμούς, άρα έχει βιβλική προέλευση. Συγκεκριμένα, στους Ψαλμούς 114 (115), 9, και 55, 14 διαβάζουμε: «Ευχαριστήσω ενώπιον Κυρίου εν χώρα ζώντων», και «Ότι ερρύσω την ψυχήν μου εκ θανάτου… ευαρεστήσω ενώπιον Κυρίου εν φωτί ζώντων».
Για να το καταλάβουμε καλύτερα, θα αναφέρουμε σύντομα δύο-τρείς μόνο πατερικές ερμηνείες εις αυτά τα Ψαλμικά λόγια. Ο Άγιος Αθανάσιος ο Μέγας εις την αποδιδομένην εις αυτόν εξήγησιν εις τους Ψαλμούς ερμηνεύει: «Χώραν των ζώντων την επουράνιον φησί Ιερουσαλήμ, εν η οι κατά Θεόν αγωνισάμενοι ως αρεστοί νικηφόροι ακούσονται το ευ δούλε αγαθέ και πιστέ». Ο δε Μέγας Βασίλειος εις την Ομιλίαν εις Ψαλμόν ΡΙΔ’ λέγει: «Ο κόσμος ούτος αυτός τε έστι θνητός και χωρίον αποθνησκόντων…(και) χώρα ζώντων (εστί) ουκ αποθνησκόντων διά της αμαρτίας, αλλά ζώντων την αληθινήν ζωήν την εν Χριστώ Ιησού». Και ο Δίδυμος Αλεξανδρείας γράφει επί του Ψαλμού 55, 14: «Ο γαρ ευαρεστών τω Θεώ εν φωτί ζώντων τούτο ποιεί [δηλ. σώζει την ψυχήν αυτού εκ του θανάτου], ζη δε και πεφώτισται πας μετέχων Θεού Αυτός γαρ ζωή ων, φως εστί των ανθρώπων» (εις την Σειρά =Catenes εις Ψαλμούς). Τέλος, και ένας άλλος ανώνυμος σχολιαστής γράφει για τον ίδιον Ψαλμόν: «Του ρυσθήναί με εκ θανάτου και ελευθερωθήναί με από της αμαρτίας, μερίδα δε σχειν εν τη των ζώντων χώρα, πρόξενος ημίν γέγονεν η του Κυρίου Παρουσία» (εις την Σειρά = Catenes).
Ιησούς Χριστός - Η χώρα των ζώντων
Από όλα, και κυρίως από το τελευταίο ερμηνευτικό σχόλιο, συνάγεται με βεβαιότητα ότι η χώρα των ζώντων είναι o Χριστός. Αυτός είναι η αιώνια ζωή και σωτηρία μας, το αιώνιο φως εις την επουράνιο Βασιλεία, εις την επουράνια χώρα η επουράνια πατρίδα όλων των τέκνων του Θεού, των σεσωσμένων διά του Χριστού και εν τω Χριστώ, χάρις εις την πίστην και την αγάπην και την θείαν χάριν Του, διά της οποίας εδέχθη και ανέλαβε και εχώρησε εν Εαυτώ όλους εμάς.
Ο Άγιος Κλήμης Ρώμης στην Α’ Επιστολή προς Κορινθίους (κεφ. 50, 1-3) αναφέρει: «Αι γενεαί πάσαι από Αδάμ έως τήσδε της ημέρας παρήλθον, αλλ’ οι εν αγάπη (του Χριστού) τελειωθέντες κατά την του Θεού χάριν, έχουσιν χώραν ευσεβών, οι φανερωθήσονται εν τη επισκοπή της Βασιλείας του Χριστού». Τα τελευταία αυτά λόγια του Αγίου Κλήμεντος μας δείχνουν την εσχατολογική προοπτική όλων των προαναφερθέντων πατερικών ερμηνειών εις την ψαλμικήν μαρτυρίαν περί της χώρας (και φωτός) των ζώντων (η των ευσεβών, που για τον Κλήμεντα Ρώμης είναι ταυτόσημο). Χώρα των ζώντων είναι ο εκ της Θεοτόκου Μαρίας ενανθρωπήσας Θεάνθρωπος Χριστός και η εν Αυτώ ενσωμάτωση μας και αιώνια ζωή μας.
Διά να μην μακρηγορούμε, λέγομεν λοιπόν συμπερασματικά ότι η Χώρα των ζώντων είναι ό Θεάνθρωπος Χριστός και η εν Αυτώ εύρεσή μας και εγχώρησή μας και ζωή μας. Αυτός είναι η αληθινή αιώνια ζωή, που αρχίζει ήδη εδώ στη γη από την ενανθρώπηση του Χριστού, από την πρώτη παρουσία Του, και θα συνεχισθεί εν πληρότητι και ευρυχωρία μετά την Δευτέραν, την εσχάτην παρουσία του Αναστάντος Χριστού, εις την Επουράνια Βασιλεία του Θεού. Με άλλα λόγια, αυτό μαρτυρεί ο Απόστολος Παύλος, όταν λέγει ότι «η ζωή ημών κέκρυπται συν τω Χριστώ εν τω Θεώ», και ότι «ημών το πολίτευμα [δηλ. η χώρα, η πατρίδα και ο εν αυτή τρόπος ζωής] εν ουρανοίς υπάρχει, εξ ου και Σωτήρα απεκδεχόμεθα Κύριον Ιησούν Χριστόν».
Η πραγματική προϋπόθεση της αλήθειας αυτής, κατά τον ίδιο Απόστολο, είναι το Μέγα Μυστήριον της Ευσεβείας: «Θεός εφανερώθη εν σαρκί». Δηλαδή, το παράδοξο γεγονός ότι εις την Παρθένον Μαρίαν εκουσίως εχώρησε και εκ της Θεοτόκου αγαπητικώς ενανθρώπησε ο Θεάνθρωπος Χριστός «το πάντων καινών καινότατον, το μόνον καινόν υπό τον ήλιον», όπως λέγει ο Άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός. Ή, να το πούμε με άλλα, πολύ απλά λόγια: Το σωτήριο γεγονός της Θείας Οικονομίας είναι ότι εχώρεσε η Παναγία τον Χριστό, για να μπορέσει ο Χριστός να χωρέσει όλους εμάς και να γίνει για όλους μας η Χώρα των ζώντων.
Το παράδοξο και υπερθαυμαστό, αλλά, ταυτόχρονα, φιλάνθρωπο και κοσμοσωτήριο αυτό γεγονός περιγράφεται διά πολλών από τους Πατέρες, κυρίως στα κείμενα που αναφέρονται στο γεγονός της Σαρκώσεως του Χριστού, και από τους υμνογράφους της Ορθοδόξου Εκκλησίας μας στους ύμνους της εορτής των Χριστουγέννων.
Ας αναφέρουμε μερικές μόνο μαρτυρίες, δηλαδή μερικά πατερικά και υμνολογικά κείμενα πάνω στο γεγονός αυτό.
Άποψη του κυρίου τρούλλου της Μονής της Χώρας
Γράφει π.χ. ο Άγιος Γρηγόριος ό Θεολόγος (στην γνωστή του χριστολογική 101η επιστολή) «Ει τις ου Θεοτόκον την Αγίαν Μαρίαν υπολαμβάνει, χωρίς έστι της Θεότητος…»· και στη συνέχεια ερμηνεύει το θεανθρώπινο γεγονός Χριστός ως εξής: «Και ει δει συντόμως ειπείν άλλο μεν και άλλο τα εξ ων ο Σωτήρ (Χριστός), ουκ άλλος δε και άλλος. Τα γαρ αμφότερα εν τη συγκράσει· Θεού μεν ενανθρωπήσαντος, ανθρώπου δε θεωθέντος». Τα λόγια του Αγίου Καππαδόκου Πατρός, μεταφερόμενα στο θέμα μας, θέλουν να ειπούν ότι εκείνος που δεν δέχεται ότι η Θεοτόκος είναι η Χώρα του αχωρήτου Θεού, αυτός θα είναι και εκτός της Χώρας των ζώντων, δηλαδή εκτός του Θεανθρώπου Χριστού.
Και αναφέρουμε επίσης μερικά μόνον χωρία από την υμνολογία της Εκκλησίας:
«Το προορισθέν τω Πατρί προ αιώνων,
και προκηρυχθέν τοις Προφήταις,
επ’ εσχάτων μυστήριον εφάνη
και Θεός ενηνθρώπησε,
σάρκα προσλαβών εκ της Παρθένου·
κτίζεται ο Άκτιστος βουλήσει·
ο Ων γίνεται·
ο Βασιλεύς του Ισραήλ,
Χριστός παραγίνεται ».
Και ακόμη ένας ύμνος των Χριστουγέννων:
«Άκουε ουρανέ και ενωτίζου η γη·
ιδού γαρ ο Υιός και Λόγος του Θεού και Πατρός,
πρόεισι τεχθήναι εκ Κόρης απειράνδρου [= Παρθένου],
ευδοκία του φύσαντος Αυτόν απαθώς,
και συνεργία τον Αγίου Πνεύματος.
Βηθλεέμ ευτρεπίζου, άνοιγε πύλην η Εδέμ·
Ότι ο Ων γίνεται ο ουκ ην,
και Πλαστουργός πάσης κτίσεως διαπλάττεται,
ο παρέχων τω κόσμω το μέγα έλεος».
Και για να θυμηθούμε τον μεγάλο θεολόγο και υμνολόγο του ενός και αυτού θεανθρωπίνου Μυστηρίου του Χριστού και της Παναγίας Θεοτόκου, τον Άγιο Ιωάννη τον Δαμασκηνό, στην υμνολογία γίνεται λόγος για «το απ’ αιώνος απόκρυφον και Αγγέλοις άγνωστον μυστήριον», το οποίον διά της Θεοτόκου «τοις επί γης πεφανέρωται» εν τω προσώπω του Θεανθρώπου Χριστού, του «Θεού εν ασυγχύτω ενώσει σαρκουμένου» και «θεουργούντος το ανθρώπινον».
Και, τέλος, πρόκειται για το «Μυστήριον του Χριστού», που είναι αποκάλυψη και πραγματοποίηση της προαιώνιου «Μεγάλης Βουλής» του Θεού, το οποίον Μυστήριον = γεγονός, «ο έστι Χριστός εν ημίν», θεολογικότατα εξέφρασε και διετύπωσε, όπως είναι γνωστόν, ο Άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής: «Τούτο προδήλως έστιν άρρητός τε και απερινόητος θεότητός τε και ανθρωπότητος καθ’ υπόστασιν ένωσις, εις ταυτόν άγουσα τη θεότητι κατά πάντα τρόπον, τω της υποστάσεως λόγω, την ανθρωπότητα και μίαν αμφοτέρων αποτελούσα την υπόστασιν σύνθετον της αυτών κατά φύσιν ουσιώδους διαφοράς μηδεμίαν καθοτιούν επάγουσα μείωσιν ώστε και μίαν αυτών γενέσθαι την υπόστασιν και την φυσικήν διαφοράν απαθή διαμένειν… Τούτο έστι το μέγα και απόκρυφον μυστηριον. Τούτο έστι το μακάριον δι’ ο τα πάντα συνέστησαν τέλος. Τούτο έστιν ο της αρχής των όντων προεπινοούμενος θείος σκοπός, ον ορίζοντες είναι φαμέν, προεπινοούμεον τέλος, ου ένεκα μεν πάντα, αυτό δε ουδενός ένεκα. Προς τούτο το τέλος αφορών, τας των όντων ο Θεός παρήγαγεν ουσίας. Τούτο κυρίους εστί το της προνοίας και των προνοουμένων πέρας· καθ’ ο εις τον Θεόν η των υπ’ Αυτού πεποιημένων εστίν ανακεφαλαίωσις. Τούτο έστι το πάντας περιγράφον τους αιώνας και την υπεράπειρον και απειράκις απείρως προϋπάρχουσαν των αιώνων Μεγάλην του Θεού βουλήν εκφαίνον μυστήριον, ης γέγονεν άγγελος αυτός ο κατ’ ουσίαν του Θεού Λόγος γενόμενος άνθρωπος· και αυτόν, ει θέμις ειπείν, τον ενδότατον πυθμένα της Πατρικής αγαθότητος φανερόν καταστήσας και το τέλος εν Αυτώ δείξας δι’ ο προς το είναι σαφώς αρχήν έλαβον τα πεποιημένα. Διά γαρ τον Χριστόν, ήγουν το κατά Χριστόν μυστήριον, πάντες οι αιώνες και τα εν αυτοίς τοις αιώσιν, εν Χριστώ την αρχήν του είναι και το τέλος ειλήφασιν. Ένωσις γαρ προϋπεννοήθη των αιώνων, όρου και αοριστίας, και μέτρου και αμετρίας, και πέρατος και απειρίας, και Κτίστου και κτίσεως, και στάσεως και κινήσεως, ήτις εν Χριστώ επ’ εσχάτων των χρόνων φανερωθέντι γέγονε».
Άποψη του δεύτερου τρούλλου της Μονής της Χώρας
Από αυτά τα ολίγα, αλλά πολύ χαρακτηριστικά χωρία των Πατέρων της Ορθοδόξου Εκκλησίας, των ταυτόχρονα θεολόγων και υμνολόγων του ενός και του αυτού μεγάλου και αδιαιρέτου Μυστηρίου της Χώρας του Αχωρήτου και της Χώρας των ζώντων, δηλαδή της Παναγίας και του Χριστού, τελικά φαίνεται αυτό που θέλω να αναπτύξω. Ότι, δηλαδή, το θαυμαστό και σωτήριο γεγονός της Παναγίας Θεοτόκου ως «Χώρας του Αχωρήτου» ταυτίζεται με το «Μέγα Μυστήριον της ευσέβειας» (= της πίστεως μας), που είναι «ο Χριστός εν ημίν», ο Χριστός εν τη Εκκλησία και με την Εκκλησία ή, ακόμη ακριβέστερον, ο Χριστός ως Εκκλησία.
Επομένως, ο Χριστός ως Θεάνθρωπος (όχι δηλαδή μόνον ως Υιός και Λόγος του Θεού, αλλά και ταυτόχρονα ως Υιός της Θεοτόκου — «μία σύνθετος Υπόστασις», κατά τους Πατέρες) είναι η εσχατολογική Χώρα των ζώντων, η οποία περιλαμβάνει όλην την κτίση και χωράει όλους εμάς τους ανθρώπους, τους αληθινά ζώντας και εμφιλοχωρούντας εν Αυτώ. Το εσχατολογικό αυτό γεγονός άρχισε από την εν Παναγία εγχώρηση και ενανθρώπηση του Χριστού και συνεχίζεται με την εν Χριστώ εγχώρηση και ενσωμάτωσή μας (κατά τον Απ. Παύλο -Γαλ. 3, 27-28· Εφ. 3, 3-6, και κατά τον Μέγα Αθανάσιο, Κατά Αρειανών, βιβλ. Β’). Φανερώνεται δε ήδη πραγματοποιούμενο, ενώ θα πραγματοποιηθεί πλήρως ως «οικονομία του πληρώματος των καιρών, ανακεφαλαιώσασθαι τα πάντα εν τω Χριστώ», ή με άλλα πάλιν αποστολικά λόγια, ως μετάσταση ή μετάθεση ή εγχώρηση ημών «εις τήν Βασιλείαν του Υιού της αγάπης Αυτού», δηλ. του Θεού Πατρός. Και ακριβώς αυτή η Βασιλεία του Αγαπητού Υιού του Θεού είναι η ημετέρα αιώνια Χώρα των ζώντων, που δεν είναι κάτι άλλο από τον ίδιο τον Θεάνθρωπο Χριστό. Διότι, ο Χριστός ως Μονογενής Υιός του Θεού κατήλθε από τους ουρανούς και «δι’ ημάς τους ανθρώπους και διά την ημετέραν σωτηρίαν» εσαρκώθη και ενανθρώπησε «εκ Πνεύματος Αγίου και Μαρίας της Παρθένου» και έγινε «Πρωτότοκος εν πολλοίς αδελφοίς» και εφόρεσε και εχώρεσε όλην την δημιουργίαν του Θεού και όλους εμάς — ως Νέος και Έσχατος Αδάμ και ως Νέος και Έσχατος Παράδεισος, η εσχατολογική Χώρα των ζώντων.
Με την σάρκωσίν Του από την Παναγία Θεοτόκο, ο Χριστός έγινε η Εκκλησία, «ο όλος Χριστός — Κεφαλή και Σώμα» κατά τους Πατέρες. Και ενώ είναι και παραμένει Ένας και Μοναδικός Θεάνθρωπος, γίνεται, κατά τον Άγιο Γρηγόριο Παλαμά, και «μυριοϋπόστατος». Δηλαδή, κατά την προφητεία του Ησαΐα (κεφ. 53) και κατά την καινοδιαθηκικήν ευχαριστιακήν πραγματικότητα (Ιωάν. 6), ο Μεσσίας-Χριστός είναι συγχρόνως και προσωπικός και συλλογικός, Απαρχή και Κεφαλή της Εκκλησίας ταυτόχρονα, η ανακεφαλαίωση των πάντων και η ενσωμάτωση («ενχρίστωσις», λέγει ο π. Ιουστίνος Πόποβιτς) πάντων των μελών του Σώματός Του, της Εκκλησίας, ως «του Πληρώματος του τα πάντα εν πάσι Πληρουμένου».
πηγή: Αθανασίου Γιέφτιτς, πρ.Επισκόπου Ζαχουμίου και Ερζεγοβίνης, «Χριστός, η χώρα των ζώντων», σ.89-101, εκδ. Ίνδικτος

Ο Άγιος Ιωάννης Δαμασκηνός περί της Παναγίας Θεοτόκου


Από τον πνευματικόν πατέρα μου παρέλαβον ότι πρέπει να θέτωμεν «φυλακήν τω στόματι» ημών όταν ομιλώμεν περί των μυστηρίων του Χριστού. Πόσω μάλλον πρέπει να κάνωμεν τούτο όταν ομιλώμεν περί του «μυστηρίου των μυστηρίων» του Χριστού περί της Παναγίας και Υπερευλογημένης Θεοτόκου και Αειπαρθένου Μητρός Του.
Εάν ο θεόπτης Μωϋσής με φόβον και έντρομος «ευλαβείτο κατεμβλέψαι» ενώπιον της αφλέκτου βάτου, που ήτο μόνον η «σκιά της αληθείας», σκιά της αληθινής Βάτου, της Παναγίας Θεοτόκου, τι άλλο να κάνωμεν ημείς οι αμαρτωλοί και ανάξιοι, όταν πρόκειται να ομιλήσωμεν δια την Παναγίαν Θεοτόκον, παρά να προσευχώμεθα πρώτον ταπεινά μαζί με όλον το πλήρωμα της Εκκλησίας του Χριστού, έχοντας τους αγίους υμνωδούς μας ως κανονάρχας και τελετάρχας:
Τείχισόν μου τας φρένας, Σωτήρ μου•
το γαρ τείχος του κόσμου ανυμνήσαι τολμώ,
την άχραντον Μητέρα Σου•
εν πύργω ρημάτων ενίσχυσόν με,
και εν βάρεσιν εννοιών οχύρωσόν με•
Συ γαρ βοάς των αιτούντων πιστώς τας αιτήσεις πληρούν.
Συ ουν μοι δώρησαι γλώτταν,
προφοράν,
και λογισμόν ακαταίσχυντον•
πάσα γαρ δόσις ελλάμψεως παρά Σου καταπέμπεται,
Φωταγωγέ,
ο μήτραν οικήσας αειπάρθενον»1.
Περί της Παναγίας Θεοτόκου ωμίλησαν και έγραψαν πολλοί άγιοι Πατέρες και υμνωδοί της Εκκλησίας του Χριστού. Ένας από τους πιο μεγάλους Πατέρας και υμνωδούς της Εκκλησίας, που εξύμνησε την Υπεραγίαν Θεοτόκον «όσον εφικτόν» ήτο εις τους ανθρώπους («το γαρ προς αξίαν ανέφικτον», Β΄, 14), είναι ο άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός, η χρυσόρροος λύρα του Παναγίου Πνεύματος, το θεόπνευστον στόμα του Λόγου2, ο «ορθότομος λάτρης της Αγίας και Ασυγχύτου Τριάδος»3.
Αλλά και προ του αγίου Δαμασκηνού και μετά τον Δαμασκηνόν έχομεν επίσης πολλούς Πατέρας οι οποίοι ωμίλησαν και έγραψαν περί της Μητρός του Σωτήρος Χριστού. Όλοι αυτοί ήσαν συγχρόνως και ποιηταί – υμνογράφοι της Εκκλησίας, γεγονός το οποίον μαρτυρεί ότι εις την Πανύμνητον Θεοτόκον αρμόζει μάλλον «θείος και ιερός ύμνος» και αίνος (Α΄, 5• Δ΄, 4), λόγος δηλαδή δοξολογικός, διότι τα μυστήριά της είναι «πάντα υπέρ έννοιαν, πάντα υπερένδοξα»4, και ουδείς απλός λόγος θα εξαρκέση προς ύμνον των «μεγαλείων» της, τα οποία «εποίησεν αυτή ο Δυνατός» (Λουκ. 1, 42).
Προ του Δαμασκηνού οι άγιοι Γρηγόριος ο Θεολόγος και Εφραίμ ο Σύρος, Πρόκλος Κωνσταντινουπόλεως και Κύριλλος Αλεξανδρείας, Μόδεστος και Σωφρόνιος Ιεροσολύμων, Ανδρέας Ιεροσολυμίτης και Γερμανός Κωνσταντινουπόλεως, και μετά τον Δαμασκηνόν οι Θεόδωρος ο Στουδίτης, Φώτιος ο Πατριάρχης, Συμεών ο Νέος Θεολόγος και οι τρεις βυζαντινοί Παλαμάς, Θεοφάνης Νικαίας και Καβάσιλας, – όλοι αυτοί έγραψαν λόγους εις την Παναγίαν, οι οποίοι είναι ποιήματα θεόπνευστα και «ύμνοι θεοπρεπείς», μεγαλυνάρια και ωδαί πνευματικαί μιας ακαταπαύστου και διαρκούς τελετής και εορτής5 της Θεοτόκου.
Και έτσι έπρεπε ασφαλώς να γίνη, διότι εις την Ορθόδοξον Εκκλησίαν ζη διαρκώς μία αληθής περί Παναγίας Θεοτόκου παράδοσις, επί κεφαλής της οποίας ίσταται ως «χορίαρχος»6 και τελετάρχης ο «Άγγελος Πρωτοστάτης» (Γ, 16), ο οποίος εκ της Παναγίας Τριάδος7 «ουρανόθεν επέμφθη ειπείν τη Θεοτόκω το Χαίρε»8. Το «Χαίρε» αυτό, που συνοψίζει ολόκληρον το χαρμόσυνον άγγελμα («ευ-αγγέλιον») της ελεύσεως του Σωτήρος Χριστού, έγινε εις την Ορθόδοξον Εκκλησίαν παντοτινή παράδοσις, όπως ακριβώς το επροφήτευσεν η Παναγία Θεοτόκος: «Ιδού γαρ από του νυν μακαριούσί με πάσαι αι γενεαί» (Λουκ. 1, 48• Πρβλ. Β΄, 9). Αλλά ο μακαρισμός αυτός και η δοξολογία της Θεοτόκου εις την Ορθόδοξον Εκκλησίαν δεν είναι μόνον «ιερός ύμνος», είναι ταυτοχρόνως και θεολογία, δηλαδή ορθή «δόξα» και ορθός «λόγος» περί των αρρήτων μυστηρίων του Θεού μέσα εις την Οικονομίαν της σωτηρίας τα οποία επραγματοποιήθησαν δια της Παναγίας. Διότι και ο Θεός και η Παναγία δεν δοξάζεται, ει μη με την ορθο-δοξίαν.

Δευτέρα 26 Δεκεμβρίου 2016

Η Συμβολή της Παρθένου στο μυστήριο της Γεννήσεως Γέροντας Ιωσήφ Βατοπαιδινός,

Γέροντας Ιωσήφ Βατοπαιδινός,
Ομιλία για τα Χριστούγεννα
Πάντοτε η συνάθροισή μας εδώ εν ονόματι της Χάριτος του Χριστού μας ήτο επωφελής. Σήμερον δε,  είναι κάποια εξαίρεσις ασυγκρίτως πολύ μεγάλη. Διότι σήμερα εορτάζομεν την γέννησην του Χριστού μας. Αυτό δεν θα ερμηνευθεί ποτέ, ούτε στον παρόντα αιώνα, ούτε στον μέλλοντα, στην αιωνιότητα, όταν θα τελειοποιηθεί όλη η λογική φύσις, ούτε τότε θα κατανοήσει το ασύλληπτον μυστήριον της αφάτου κενώσεως του Θεού Λόγου, ειδικά για την σωτηρία του ανθρώπου. Σύμπασα η κτίσις μετέσχε, μετέχει και θα μετάσχει όλης της πανευλογίας της Θείας κενώσεως. Αλλά αυτά είναι τα περισσεύματα, ο πραγματικός στόχος είναι ο άνθρωπος. Για την κτίσιν δεν χρειαζόταν η κένωσις. Αυτός που είπε και εγεννήθησαν, ενετείλατο και εκτίσθησαν, δεν χρειαζόταν να κατέβει εδώ και να ταπεινωθεί. Θα ημπορούσε να το κάνει και προστακτικά. Αυτό δεν θα κάνει και στην παλιγγενεσία; Σε χρόνον αστραπής θα ανακαινίσει το σύμπαν.
Η Συμβολή της Παρθένου στο μυστήριο της Γεννήσεως
Στον άνθρωπον όμως δεν έγινε αυτό και αυτό είναι η προσοχή μας. Το τι σημαίνει το κατ’ εικόνα και ομοίωση. Ο άνθρωπος, αδελφοί μου, είναι το ιδιαίτερο καμάρι της θεοπρεπούς μεγαλοσύνης. Βλέπετε ενώ τα σύμπαντα, όπως είπα, κατασκευάστηκαν προστακτικά, τον άνθρωπον ο Θεός δεν τον έκανε προστακτικά. Τον κατασκεύασεν ιδιοχείρως και του έδωσε τις ιδιότητες και τον χαρακτήρα ούτως ώστε να γίνει χωρητικός των θείων ιδιοτήτων, εκτός του να είναι κατά φύσιν θεός. Λοιπόν, αυτό το κατ’ εικόνα και ομοίωσιν επλανήθη και εξέπεσε. Η Παναγάπη του Χριστού μας, για να δείξει ότι πράγματι είναι κατ’ εικόνα και ομοίωσιν ο άνθρωπος και εις τούτο απόκεινται όλες οι ευλογίες και η θέωσις, γι’ αυτό έρχεται ο Ίδιος ιδιοχείρως να αναπλάσει μεν τον άνθρωπον οντολογικά καθώς τον κατασκεύασε καθ’ ομοίωσίν Του, αλλά και να του δείξει και τον τρόπο πρακτικά της πάλης και του βιώματός του εδώ στην κοιλάδα του κλαυθμώνος.
Η αιτία της καταστροφής ήταν ο εγωισμός και η φιλαυτία… Έρχεται η Θεία Κένωσις και έρχεται τώρα να γίνει βρέφος Αυτός που τη δρακί περιέχει το σύμπαν. Να έρθει ως βρέφος ταπεινόν, από μια ταπεινήν κόρη, την αειπάρθενό Του Μητέρα και με άφραστον και ασύλληπτον και ακατανόητον τρόπο εγεννήθην ως άνθρωπος κρατώντας την αγνότητα της μητέρας και την ιδικήν Του. Κάτι θα πω εδώ που δεν ξέρω πώς θα γίνει, είναι σε μια παρέκκλισιν. Είναι η σημασία ακριβώς της αγνότητος. Αυτό με συγκλόνισε κυριολεκτικά για τον λόγον ότι προόρισε αυτήν την κόρη προ καταβολής κόσμου και μετά όταν ήρθαν οι πρόγονοι αυτής της φυλής, από τότε άρχισε να τους δείχνει ο Θεός ότι από την ρίζα τους θα φυτρώσει αυτό το κοράσιον που θα συνεργήσει Αυτή να δώσει σάρκα, να δώσει ανθρώπινον σώμα εις τον Θεόν Λόγον καθώς ευδόκησεν η αγαθότης Του να αναπλάσει τα πάντα. Μένει αυτό το κοράσιον αγνότατον, βλέπετε, και εις την περίοδον ακόμα της συλλήψεως, όπως βλέπετε, όταν της είπε ο Άγγελος ότι θα γεννήσει υιόν, τρόμαξε το κοριτσάκι, λέει μα πώς είναι δυνατόν; Αφού εγώ δεν έχω σχέση με άντρα! Λέει, όχι, μη φοβάσαι, της λέει, Πνεύμα Άγιον επελεύσεται επί σε και δύναμις Υψίστου επισκιάσει σοι. Γι’ αυτό και το γεννώμενον Άγιον θα είναι Υιός του Θεού. Και τότε δεν αντέδρασε το κοριτσάκι και λέει: γένοιτο κατά το θέλημά Σου Κύριε. Και γίνεται η σύλληψις, κατά τρόπον ασύλληπτον εις τους φυσικούς κανόνας, διότι ήτο υπέρ φύσιν. Και γίνεται σύλληψις μέσα εις τα σπλάχνα της αειπαρθένου αυτής κορούλας και αισθάνεται την εγκυμοσύνην της, αναβαίνει κλιμακηδόν όπως είναι οι φυσιολογικοί νόμοι. Αισθανόταν ότι ήτο έγκυος αλλά ουδέποτε αισθάνθηκε μέσα της τον συναισθηματισμόν της ανθρωπίνης πτώσεως και παραβάσεως. Αν και συνέλαβεν εις τα παρθενικά της σπλάχνα και με το παρθενικό της αίμα δημιούργησε τη σάρκωση του Υιού της, του Θεού Λόγου, Αυτή και τότε και αείποτε ήτο Παρθένος. …
Εδώ είναι το ασύλληπτο μυστήριο! Ήξερε η κορούλα ως Προφήτης ότι ήρθεν η ώρα της να γεννήσει και ξεκίνησεν γι’ αυτόν τον σκοπόν εις τον τόπον που τους είχε υποδείξει η Πρόνοια να πάνε. Και πήγαν εκεί, αν και λέει: «ουκ ην τόπος εν τω καταλύματι». Πράγματι δεν ήταν. Διότι τους τόπους του καταλύματος, τους πήραν οι πλούσιοι και οι αυτάρκεις και οι κατέχοντες και οι εξουσιαστές. Για τους φτωχούς δεν είχε τόπον. Καταδέχεται λοιπόν ο Υιός του Θεού να αρχίσει από την ταπείνωσιν την ανάπλαση της ανθρωπίνης προσωπικότητος. Και ο τοκετός έγινε ασύλληπτος, ακατάληπτος, όπως καθόταν η κορούλα στο σπίτι εκεί και περίμενε, ήξερε την ώρα, έξαφνα βρίσκεται στην αγκαλιά της το βρέφος, χωρίς να ξέρει η ίδια πόθεν βγήκε, πώς βγήκε. Αισθανόταν το αειπάρθενο της αγνότητός της και βλέπει έξαφνα το αγγελούδι μέσα στην αγκάλη της και είχε τα ρουχαλάκια έτοιμα εκ των προτέρων και το έντυσε.
Καταδέχεται λοιπόν ο Υιός του Θεού του ζώντος. Αυτός ο διοικητής των σύμπαντων όντων, καταδέχεται μ’ αυτόν τον τρόπον να σαρκωθεί μες στο σπήλαιον και να κατακλιθεί σαν στρωμνή μες στη φάτνη, μες στην πάχνη. Δεν είχε αλλού τόπο γι’ Αυτόν. Τα υποδέχεται όλα εκουσίως και αρχίζει παρακάτω από εκεί το δεύτερον στοιχείον. Το κεντρικόν στοιχείον όπως είπα της ανθρωπίνης προσωπικότητος που είναι το κατ’ εικόνα και ομοίωσιν, είναι η αγνότης και η παρθενία, αλλά το δεύτερον το ομοιογενές είναι η αγάπη. Επειδή ο Θεός και Δημιουργός που δημιούργησε το κατ’ εικόνα και ομοίωσιν, Αυτός ήτο και είναι η αυτοαγάπη. Άρα ο άνθρωπος ως εικόνα και ομοίωσις έχει θεμέλιον της οντότητός του την αγάπη. Άρα η αγάπη στον άνθρωπο είναι επιβεβλημένον καθήκον, δεν είναι αρετολογία, δεν είναι περιστασιακή, είναι στοιχείον οντότητος της ανθρωπίνης προσωπικότητος και υποδεικνύει το βρέφος.
Μόλις λοιπόν έμαθαν οι εχθροί ότι εγεννήθη κάποιος και θα είναι αρχηγός φρόντισε τότε, όπως λέει η ιστορία, ο Ηρώδης να το σκοτώσει. Δεν μπορούσεν Αυτός, αφού Αυτός διοικεί το σύμπαν να τον παραμερίσει αυτόν και να γλιτώσει την καταστροφήν; Μπορούσε, αλλά αρχίζει ακριβώς να μας δείξει τον τρόπον. Πρώτα τον τρόπον της αγνότητος με τον τρόπο της γεννήσεως και δεύτερον τον τρόπον της αγάπης με την ανοχήν…
Αυτά είναι αδερφοί μου, αυτά ήθελα να σας ενθυμίσω και ειδικά με τον συγκλονισμόν της σημερινής εορτής που κατεδέχθη ο Θεός Λόγος να γίνει για μας άνθρωπος για να κάνει εμάς τους ανθρώπους να μας επαναφέρει πάλι να μας κάνει θεούς. Βλέπεις πώς λέει στην προσευχή Του; «θέλω Πάτερ ίνα όπου ειμί Εγώ ίνα ώσι και αυτοί», «Συ Πάτερ εν εμοί καγώ εν αυτοίς ίνα ώσιν εν καθώς ημείς εν εσμεν». Ήρθεν εδώ ο Δημιουργός του σύμπαντος των είναι, και συγχωράει την ανθρώπινην ενοχήν και βαρβαρότητα και κακότητα, αναπλάθει την ενοχήν δια του αίματος, μας δείχνει τον τρόπο της επιστροφής και μας δίδει την απόδειξη, το βραβείο της μετανοίας, ότι θα μας επαναφέρει, όχι ότι μας συγχώρησε γιατί εφταίξαμε, θα μας επαναφέρει εις την θέσιν τού κατ’ εικόνα και ομοίωσιν. Διότι αυτός είναι ο προορισμός μας, αλίμονο! Δεν μεταβάλλονται οι φυσικοί νόμοι. Το κατ’ εικόνα και ομοίωσιν σημαίνει ότι ο άνθρωπος θα επανέρθει εκεί ακριβώς που είναι η θέσις του και ο τόπος του. Γι’ αυτό ήρθεν ο αυτουργός, ο δημιουργός, ο συνοχεύς και του το έδωσε. Γι’ αυτό εύχομαι η Θεία Χάρις του Κυρίου μας που συγκατέβη για την δική μας την ανάπλασιν και οι πρεσβείες της γλυκυτάτης μανούλας, της μητέρας των χριστιανών, της παγκοσμίου μητέρας που συμπαρίσταται πάντοτε με την μητρικήν της στοργήν να μας ενισχύσει να επιτύχομεν τον τρόπον της μετανοίας και να κερδίσομεν την Θείαν επαγγελίαν που μας έταξεν ο Κύριός μας. Αμήν!

Κυριακή 18 Δεκεμβρίου 2016

Μοναχός Μ.Σ. Η Παναγία και οι Άγιοι του Άθωνα

Το βουνό που αγάπησαν αυτοί που αγάπησαν πολύ την Παναγία. Στην χιλιόχρονη ιστορία του έχουμε πάνω από Εκατοντριάντα ανακηρυγμένους αγίους. Πρώτοι της ισάγγελης αυτής σειράς οι άγιοι Αθανάσιος ο κτήτορας της Μεγίστης Λαύρας και ο Ξηροποταμηνός Παύλος. Οι δυο πρώτες λαμπάδες π’ ανάφτηκαν στο μπρός στην εικόνα της Παναγίας μανουάλι και φωτίζουν τα πρόσωπα των μοναχών μέχρι σήμερα. Είναι οι Πρόδρομοι π’ ανοίγουν δρόμους για να γνωρίσουν μυριάδες ανθρώπων κατοπινών την εξαίσια παρηγοριά που δίνει στους πιστούς η Θεοτόκος.
panagiagionoros2
Μια τίμια σειρά αφοσιωμένων δούλων που έντονα αφήνουν να φανεί η ποικιλία των χαρισμάτων του αγίου Πνεύματος. Έτσι έχουμε αγιορείτες αγίους μοναχούς, διακόνους, ιερομονάχους, κατοπινούς ιεράρχες, αρχιεπισκόπους και πατριάρχες και πατριάρχες πάλι που γίνονται μοναχοί. Έχουμε βασιληάδες και βασιλόπαιδες, αξιωματούχους, ηγουμένους και υποτακτικούς κτήτορες, έγκλειστους, ασκητές και κοινοβιάτες, πτωχούς, νέους και γέροντες, ιερομάρτυρες και νεομάρτυρες, θαυματουργούς, μυροβλύτες, συγγραφείς, αντιγραφείς, μεταφραστές, ζωγράφους και ποιητές… Όλοι κεριά αναμμένα μπρός στη τιμιωτέρα των χερουβείμ που τους έγινε μητέρα, αδελφή, γιάτρισσα, προστάτισσα… Αυτή που την ευλαβούνταν βαθιά, π’ αγαπούσαν με τρυφερότητα μικρού παιδιού, την παρακαλούσαν ολοήμερα με καθημερινούς χαιρετισμούς, παρακλήσεις, δεήσεις, θεοτοκάρια, θεοτοκία, κανόνες, πολύωρες αγρυπνίες και λιτανείες να πρεσβεύει υπέρ αυτών και όλου του κόσμου.
Κι εκείνη, με την άφατη φιλοστοργία της υπόσχονταν, παρουσιάζονταν σε οράματα και σε όνειρα, μιλούσαν οι εικόνες της, θαυματουργούσε, παραμυθούσε, ελευθέρωνε από πειρασμούς, τους ευχαριστούσε, τους προέλεγε και κάποτε διέταζε και απαιτούσε κι άλλοτε με χρυσό φλουρί και με χαρά πλήρωνε τους ψάλτες για τον κόπο της όμορφης ψαλμωδίας τους… Δυστυχώς ούτε μόνα τα ονόματά τους ο φιλόξενος αυτός χώρος δεν φτάνει για ν’ αναφέρουμε.
Κάποιους μυστικούς μαγνήτες έχει ο Άθωνας και τραβά τόσα ανήσυχα πνεύματα, τόσο αποφασισμένους ανθρώπους, τόσο δυνατούς. Άλλοι χάνονται στις δίχως νερό ερημιές, σε ρέματα, σπηλιές, πλαγιές με γκρεμούς, παραλίες βραχοσκέπαστες. Ψάχνουν ένα τόπο νάναι μόνοι, αυτοί κι ο Θεός. Τόποι δίχως παρηγοριά ανθρώπινη, δίχως ανθούς, καρπούς, στρουθιά, κακοτράχαλοι. Άλλοι πάλι βρίσκουν απερίγραπτης ομορφιάς θέσεις για το χτίσιμο των μοναστηριών τους και των κελλιών τους. Δε φοβηθήκανε τη βροχή, το χιόνι, το κάμα. Πως ζήσανε τόσο χρόνια μόνοι; Μερικούς δεν τους γνώρισαν παρά στο τέλος της ζωής τους κι άλλους καθόλου. Στους χειμώνες, είχανε τη ζεστασιά την αγιοπνευματική και στά καλοκαίρια τη δροσιά της θείας χάριτος.
Τα μοναστήρια του Άθωνα αυξήθηκαν και λιγόστεψαν. Από χρόνια μένουν είκοσι. Στρατόπεδα κατά της εκκοσμίκευσης της Εκκλησίας, κέντρα πολιτισμού και αγάπης. Χώροι υποταγμένων ελευθέρων ανθρώπων, φονευτές δυνάμεων σκοτεινών, φώτα ζωής, χαράς, ειρήνης. Ο κύριος ρόλος τους απέραντα σπουδαίος για όλο τον κόσμο: η αδιάκοπη προσευχή. Οι άγιοι κτήτορές τους δε θέλησαν ούτε μετά την κοίμησή τους να δοξασθούν κι έτσι κρύψανε τα τίμια λείψανά τους. Κανένα μοναστήρι και μεγάλη σκήτη δεν είναι που να μην έχει τους δικούς της αγίους, που η παρουσία τους είναι τόσο έντονη σαν της μεγάλης Εφόρου Παναγίας.

Μοναχός Μ.Σ. Η Παναγία με το μαφόρι της σκεπάζει τον Άθωνα


Η Παναγία είναι η αρχόντισσα αυτού, του τόπου, που επεθύμησε να υμνείται το γλυκύτατο όνομά της. Σ’ όλο τ’ όρος είναι η μόνη γυναικεία μορφή που δεσπόζει στις ψυχές και τους τόπους. Εξαιρετικά ξεχωρίζουν τρεις μονάχα αγίες που έχουν κάποια σχέση και με τη ζωή της και φυλάγονται ακέρια άγια λείψανά τους. Η αγία Άννα, η μητέρα της, που στο Κυριακό της ομώνυμης νότιας σκήτης φυλάγεται το τιμιώτατο πόδι της, της αγίας Αναστασίας, σχεδόν ολόσωμο, του πιο μεγάλου θησαυρού της Μονής Γρηγορίου και της αγίας Μαγδαληνής της Παρθένου, μυροφόρου και ισαποστόλου το αριστερό χέρι στη Σιμωνόπετρα, που όχι σπάνια έχει ευωδία θαυμαστή και θερμότητα ζωντανού ανθρώπου.
Οι περισσότεροι ναοί στο Άγιον Όρος είναι αφιερωμένοι στήν Παναγία. Ό,τι πιο πολύτιμο εδώ, είναι οι άγιες εικόνες της, ντυμένες με χρυσά και ασημένια “πουκάμισα», με πολλά αφιερώματα και θαύματα: η Ιβηρίτισσα, η Κουκουζέλισσα, η Τριχερούσα, η Εσφαγμένη, η Αντιφωνήτρια, η Γοργοϋπήκοος, του Άξιον Έστί, η Γαλακτοτροφούσα και τόσες άλλες στοργικές βρεφοκρατούσες και δεόμενες…
Ο ένας άγιος δίνει το κομποσχοίνι του στον άλλο για να μη σβύσει η φωτιά της προσευχής και παγώσει ο κόσμος και σβύσει αφανισμένος. Οι κρίκοι της αλυσίδας των χρόνων στεριώνουν με τους κόμπους των ευχών που τρέχουν στα δάχτυλα των αγίων. Στις πικρές μέρες, που ζει ο σημερινός κόσμος κι όλα μέσα του έχουν παλιώσει κι έχουν τη γεύση του χαρουπιού, στον Άθωνα όλα είναι τα παλιά καινούργια και τα καινούργια παλιά και ζωντανά μέσα στη ζεστασιά της αγκαλιάς της Παναγίας, μέσα στις ζωηφόρες αχτίδες της ποικιλίας του αγίου Πνεύματος μα και της Ενότητας.
Μια τέτοια παράδοση φιλόθεων, φιλοθεοτόκων και φιλαδέλφων αγίων καταντάει αλήθεια προκλητική· δε σ’ αφήνει εύκολα να ησυχάζεις μα σου δίνει και μια παρηγοριά και δύναμη μεγάλη μέσα από ασφάλεια ακριβή. Πάνω από δεκατρείς δεκάδες οι άγιοι του Άθωνα. Πάνω από δεκατρείς εκατοντάδες οι μοναχοί του Άθωνα σήμερα. Οι πρώτοι πρεσβεύουν για τους δεύτερους και προσκαλούν. Χαρά μεγάλη που και σήμερα κρυμμένοι βρίσκονται συνεχιστές της ζωής τόσων αγίων, θεόφιλοι και φιλάρετοι, παιδιά της Παναγίας, που σκύβει και τους ακούει… Που τη χαρά τους δεν ξέρουν τι να την κάμουν… Που τη μισή χαρά τους όλες οι ψευτοχαρές του κόσμου δεν φτάνουν… Που τη χαρά τους αυτή τη δίνει η απ’ όλες τις χαρές πιο μεγάλη… Η κυρία των Αγγέλων, η χαρά των θλιβομένων, η αγιορείτισσα Παναγία…
AgiOros_Panagia2
Πηγή:www.agioskosmas.gr
Οι άγιοι του Άθωνα είναι οι διαμαντόπετρες στο περιδέραιο της Ελεούσας. Είναι τα μυρίπνοα εαρινά άνθη του περιβολιού της, που κανένας χειμώνας δε μπορεί να μαράνει και στην ευωδία τους πολλοί προστρέχουν ταπεινά σήμερα. Είναι το μοσχοβόλημα του κρίνου της Παναγίας π’ ανθίζει ψηλά στον Άθωνα, το βουνό της Μεταμόρφωσης και της μεταμόρφωσής μας, των αγίων, της Παναγίας, που άξια βαπτίσθηκε: Άγιον Όρος!… και τ’ αχνάρια των αγίων και της Παναγίας είναι ζωντανά τυπωμένα πάνω του.
Πηγή: Ετήσια έκδοσις της Ιεράς Μονής Οσίου Γρηγορίου Αγίου Όρους, «ο Όσιος Γρηγόριος», περίοδος Β΄, έτος 1979, αριθμ.4

Σάββατο 26 Νοεμβρίου 2016

ΕΝΑ 100άρι ΚΟΜΠΟΣΧΟΙΝΙ ΣΤΗΝ ΠΑΝΑΓΙΑ Ἐπίκλησις τοῦ παντίμου Θεομητορικοῦ Ὀνόματος καί 100 θαυματουργῶν Εἰκόνων τῆς Παναγίας μας



Καθηγητοῦ  Ἀντωνίου  Μάρκου


ΠΡΟΛΟΓΟΣ
Ὁ λόγος γιά τήν Παναγία Μητέρα μας, τήν Ὑπεραγία Θεοτόκο, ἡ Ὁποία μία μέν ὡς ἱστορικό πρόσωπο, τιμᾶται τοπικῶς ὑπό τήν ἐπωνυμία χιλιάδων θαυματουργῶν Της Εἰκόνων καί ἐπιθέτων σχετικῶν μέ θαύματα καί ἐπεμβάσεις Της στήν ἀνθρώπινη Ἱστορία ἤ προερχομένων ἀπό πρός τιμήν Της ὑμνογραφικά ἔργα. Ὁ μακαριστός Μητροπ. Κορίνθου Παντελεήμων Καρανικόλας, σέ σχετικό ἔργο του, ἀριθμεῖ τά ὀνόματα τῆς Παναγίας μας σέ 24.000 !
Τό πόνημα πού ἀκολουθεῖ εἶναι ἕνα ταπεινό ἔργο προσευχῆς πρός τήν Κυρία μας Θεοτόκο. Ἕνα 100άρι κομποσχοῖνι, μέ ἐπικλήσεις τοῦ Πανυπερτίμου Ὀνόματός Της καί 100 θαυματουργῶν Της Εἰκόνων. Ζητήθηκε ἀπό μία φιλακόλουθη ψυχή πού ἀγαπᾶ ἰδιαιτέρως τήν κατά χάριν Μητέρα ὅλων τῶν Χριστιανῶν, τόν ἀγαπητό φίλο καί συνεργάτη, Θεολόγο κ. Βασίλειο Λαδόπουλο, ὁ ὁποῖος διαθέτει ἀρχεῖο 2.500 ὑμνογραφικῶν πρός τιμήν Της ἔργων (Ἀκολουθιῶν, Χαιρετισμῶν, Παρακλήσεων, Ἐγκωμίων), τά ὁποῖα μάλιστα χρησιμοποιεῖ προσευχητικῶς καί δοξαστικῶς καθημερινῶς !
Ὁ ἀγαπητός συνάδελφος, Καθηγητής κ. Βλάσιος Σαββίδης, μόλις πληροφορήθηκε τήν σύνταξη τοῦ παρόντος, τό χαρακτήρισε «πνευματικό προσκύνημα στούς ἱερούς τόπους ὅπου ἀναπαύεται ἡ χάρις τῆς Παναγίας μας». Εὐχόμεθα μέ τά φτερά τῆς ψυχῆς καί τῆς φαντασίας, νά ἐπισκέπτονται ὅσοι τό χρησιμοποιοῦν τά Θεομητορικά μας Προσκυνήματα καί νά λαμβάνουν τήν χάρι τῆς Παναγίας μας καί τήν ἐκπλήρωση τῶν κατά Θεόν καί κατά τό συμφέρον τῆς ψυχῆς αἰτημάτων τους.



Ἕνα 100άρι κομποσχοῖνι στήν Παναγία
Ἐπίκλησις τοῦ παντίμου Θεομητορικοῦ Ὀνόματος
καί 100 θαυματουργῶν Εἰκόνων τῆς Παναγίας μας Ἑλλάδος καί Ἁγίου Ὄρους Ἄθω
(σειρά κατ’ ἀλφάβητον)



  1. Ὑπεραγία Θεοτόκε, Ἀγγέλων Κυρία, σῶσον ἡμᾶς.
  2. Ὑπεραγία Θεοτόκε, Ἁγία Σκέπη, σῶσον ἡμᾶς.
  3. Ὑπεραγία Θεοτόκε, Ἁγιασσιώτισσα, σῶσον ἡμᾶς.
  4. Ὑπεραγία Θεοτόκε, Ἁγιοσωτήρισσα, σῶσον ἡμᾶς.
  5. Ὑπεραγία Θεοτόκε, Ἁγνιώτισσα, σῶσον ἡμᾶς.
  6. Ὑπεραγία Θεοτόκε, Ἀκάθιστε Ὕμνε, σῶσον ἡμᾶς.
  7. Ὑπεραγία Θεοτόκε, Ἄμπελε Ἀληθινή, σῶσον ἡμᾶς.
  8. Ὑπεραγία Θεοτόκε, Ἀναζητήτρια, σῶσον ἡμᾶς.
  9. Ὑπεραγία Θεοτόκε, Ἀντιφωνήτρια, σῶσον ἡμᾶς.
10. Ὑπεραγία Θεοτόκε, Ἄξιον Ἐστι, σῶσον ἡμᾶς.
11. Ὑπεραγία Θεοτόκε, Ἀρβανίτισσα, σῶσον ἡμᾶς.
12. Ὑπεραγία Θεοτόκε, Βαρνάκοβα, σῶσον ἡμᾶς.
13. Ὑπεραγία Θεοτόκε, Βασιλεύουσσα, σῶσον ἡμᾶς.
14. Ὑπεραγία Θεοτόκε, Βηθλεεμίτισσα, σῶσον ἡμᾶς.
15. Ὑπεραγία Θεοτόκε, Βηματάρισσα, σῶσον ἡμᾶς.
16. Ὑπεραγία Θεοτόκε, Βλαχερνίτισσα, σῶσον ἡμᾶς.
17. Ὑπεραγία Θεοτόκε, Βοήθεια, σῶσον ἡμᾶς.
18. Ὑπεραγία Θεοτόκε, Βουλκανιώτισσα, σῶσον ἡμᾶς.
19. Ὑπεραγία Θεοτόκε, Γαλακτοτροφοῦσσα, σῶσον ἡμᾶς.
20. Ὑπεραγία Θεοτόκε, Γερόντισσα, σῶσον ἡμᾶς.
21. Ὑπεραγία Θεοτόκε, Γηροκομίτισσα, σῶσον ἡμᾶς.
22. Ὑπεραγία Θεοτόκε, Γιάτρισσα, σῶσον ἡμᾶς.
23. Ὑπεραγία Θεοτόκε, Γλυκοφιλοῦσσα, σῶσον ἡμᾶς.
24. Ὑπεραγία Θεοτόκε, Γοργοϋπήκοε, σῶσον ἡμᾶς.
25. Ὑπεραγία Θεοτόκε, Γρηγοροῦσα, σῶσον ἡμᾶς.
26. Ὑπεραγία Θεοτόκε, Δακρύουσσα, σῶσον ἡμᾶς.
27. Ὑπεραγία Θεοτόκε, Δαμάστα, σῶσον ἡμᾶς.
28. Ὑπεραγία Θεοτόκε, Δεμερλιώτισσα, σῶσον ἡμᾶς.
29. Ὑπεραγία Θεοτόκε, Διασώζουσσα, σῶσον ἡμᾶς.
30. Ὑπεραγία Θεοτόκε, Ἐθνοφρουροῦσσα, σῶσον ἡμᾶς.
31. Ὑπεραγία Θεοτόκε, Εἰκονίστρια, σῶσον ἡμᾶς.
32. Ὑπεραγία Θεοτόκε, Εἰκοσιφοίνισσα, σῶσον ἡμᾶς.
33. Ὑπεραγία Θεοτόκε, Ἐλαιοβρύτισσα, σῶσον ἡμᾶς.
34. Ὑπεραγία Θεοτόκε, Ἐλεοῦσα, σῶσον ἡμᾶς.
35. Ὑπεραγία Θεοτόκε, Ἐλευθερώτρια, σῶσον ἡμᾶς.
36. Ὑπεραγία Θεοτόκε, Ἔλωνα, σῶσον ἡμᾶς.
37. Ὑπεραγία Θεοτόκε, Ἐσφαγμένη, σῶσον ἡμᾶς.
38. Ὑπεραγία Θεοτόκε, Εὐαγγελίστρια, σῶσον ἡμᾶς.
39. Ὑπεραγία Θεοτόκε, Ζιδανιώτισσα, σῶσον ἡμᾶς.
40. Ὑπεραγία Θεοτόκε, Ζωοδόχε Πηγή, σῶσον ἡμᾶς.
41. Ὑπεραγία Θεοτόκε, Θαλασσομαχοῦσσα, σῶσον ἡμᾶς.
42. Ὑπεραγία Θεοτόκε, Θεία Ἀγάπη, σῶσον ἡμᾶς.
43. Ὑπεραγία Θεοτόκε, Θεοσκέπαστη, σῶσον ἡμᾶς.
44. Ὑπεραγία Θεοτόκε, Θεογεννήτρια, σῶσον ἡμᾶς.
45. Ὑπεραγία Θεοτόκε, Θλιβομένων Χαρά, σῶσον ἡμᾶς.
46. Ὑπεραγία Θεοτόκε, Ἱεροσολυμίτισσα, σῶσον ἡμᾶς.
47. Ὑπεραγία Θεοτόκε, Καλυβιανή, σῶσον ἡμᾶς.
48. Ὑπεραγία Θεοτόκε, Καμαριώτισσα, σῶσον ἡμᾶς.
49. Ὑπεραγία Θεοτόκε, Κανάλα, σῶσον ἡμᾶς.
50. Ὑπεραγία Θεοτόκε, Καρδιώτισσα, σῶσον ἡμᾶς.
51. Ὑπεραγία Θεοτόκε, Καστριώτισσα, σῶσον ἡμᾶς.
52. Ὑπεραγία Θεοτόκε, Κεχαριτωμένη, σῶσον ἡμᾶς.
53. Ὑπεραγία Θεοτόκε, Κεχροβουνιώτισσα, σῶσον ἡμᾶς.
54. Ὑπεραγία Θεοτόκε, Κορυφιώτισσα, σῶσον ἡμᾶς.
55. Ὑπεραγία Θεοτόκε, Κουκουζέλισσα, σῶσον ἡμᾶς.
56. Ὑπεραγία Θεοτόκε, Κρανιώτισσα, σῶσον ἡμᾶς.
57. Ὑπεραγία Θεοτόκε, Κυκκώτισσα, σῶσον ἡμᾶς.
58. Ὑπεραγία Θεοτόκε, Κυρία τῶν Ξένων, σῶσον ἡμᾶς.
59. Ὑπεραγία Θεοτόκε, Λαυρεώτισσα, σῶσον ἡμᾶς.
60. Ὑπεραγία Θεοτόκε, Λομποβίτισσα, σῶσον ἡμᾶς.
61. Ὑπεραγία Θεοτόκε, Λεχωβίτισσα, σῶσον ἡμᾶς.
62. Ὑπεραγία Θεοτόκε, Μελεβῆ, σῶσον ἡμᾶς.
63. Ὑπεραγία Θεοτόκε, Μαχαιριώτισσα, σῶσον ἡμᾶς.
64. Ὑπεραγία Θεοτόκε, Μεγαλοσπηλιώτισσα, σῶσον ἡμᾶς.
65. Ὑπεραγία Θεοτόκε, Μικροκαστρίτισσα, σῶσον ἡμᾶς.
66. Ὑπεραγία Θεοτόκε, Μυριοκεφαλίτισσα, σῶσον ἡμᾶς.
67. Ὑπεραγία Θεοτόκε, Μυροβλύτισσα, σῶσον ἡμᾶς.
68. Ὑπεραγία Θεοτόκε, Μυρτιδιώτισσα, σῶσον ἡμᾶς.
69. Ὑπεραγία Θεοτόκε, Ναυπακτιώτισσα, σῶσον ἡμᾶς.
70. Ὑπεραγία Θεοτόκε, Νεαμονίτισσα, σῶσον ἡμᾶς.
71. Ὑπεραγία Θεοτόκε, Νησιανή, σῶσον ἡμᾶς.
72. Ὑπεραγία Θεοτόκε, Ξενιᾶ, σῶσον ἡμᾶς.
73. Ὑπεραγία Θεοτόκε, Ὁδηγήτρια, σῶσον ἡμᾶς.
74. Ὑπεραγία Θεοτόκε, Παντάνασσα, σῶσον ἡμᾶς.
75. Ὑπεραγία Θεοτόκε, Πάντων Χαρά, σῶσον ἡμᾶς.
76. Ὑπεραγία Θεοτόκε, Παραμυθία, σῶσον ἡμᾶς.
77. Ὑπεραγία Θεοτόκε, Παντοβασίλισσα, σῶσον ἡμᾶς.
78. Ὑπεραγία Θεοτόκε, Πορταΐτισσα, σῶσον ἡμᾶς.
79. Ὑπεραγία Θεοτόκε, Προυσιώτισσα, σῶσον ἡμᾶς.
80. Ὑπεραγία Θεοτόκε, Ρόδον Ἀμάραντον, σῶσον ἡμᾶς.
81. Ὑπεραγία Θεοτόκε, Σαλαμιώτισσα, σῶσον ἡμᾶς.
82. Ὑπεραγία Θεοτόκε, Σινασσίτισσα, σῶσον ἡμᾶς.
83. Ὑπεραγία Θεοτόκε, Σιτοδότρια, σῶσον ἡμᾶς.
84. Ὑπεραγία Θεοτόκε, Σκιαδενῆ, σῶσον ἡμᾶς.
85. Ὑπεραγία Θεοτόκε, Σκοπιώτισσα, σῶσον ἡμᾶς.
86. Ὑπεραγία Θεοτόκε, Σουμελᾶ, σῶσον ἡμᾶς.
87. Ὑπεραγία Θεοτόκε, Τατάρνα, σῶσον ἡμᾶς.
88. Ὑπεραγία Θεοτόκε, Τουρλιανῆ, σῶσον ἡμᾶς.
89. Ὑπεραγία Θεοτόκε, Τρικουκιώτισσα, σῶσον ἡμᾶς.
90. Ὑπεραγία Θεοτόκε, Τριχεροῦσσα, σῶσον ἡμᾶς.
91. Ὑπεραγία Θεοτόκε, Τροοδίτισσα, σῶσον ἡμᾶς.
92. Ὑπεραγία Θεοτόκε, Τρυπητή, σῶσον ἡμᾶς.
93. Ὑπεραγία Θεοτόκε, Φανερωμένη, σῶσον ἡμᾶς.
94. Ὑπεραγία Θεοτόκε, Φιλέρημε, σῶσον ἡμᾶς.
95. Ὑπεραγία Θεοτόκε, Φοβερά Προστασία, σῶσον ἡμᾶς.
96. Ὑπεραγία Θεοτόκε, Χοζοβιώτισσα, σῶσον ἡμᾶς.
97. Ὑπεραγία Θεοτόκε, Χρυσαφίτισσα, σῶσον ἡμᾶς.
98. Ὑπεραγία Θεοτόκε, Χρυσολεόντισσα, σῶσον ἡμᾶς.
99. Ὑπεραγία Θεοτόκε, Χρυσοσκαλίτισσα, σῶσον ἡμᾶς.
100. Ὑπεραγία Θεοτόκε, Χρυσοπηγή, σῶσον ἡμᾶς.

Τρίτη 25 Οκτωβρίου 2016

Μεγαλυνάρια της Παναγίας





Παρακάτω παρουσιάζουμε αυτούσιο του κείμενο του καθηγητή Αντ. Μάρκου. Όσα μεγαλυνάρια



ΜΕΓΑΛΥΝΑΡΙΑ ΤΗΣ ΠΑΝΑΓΙΑΣ

ΤΗΝ ΟΝΤΩΣ ΘΕΟΤΟΚΟΝ ΣΕ ΜΕΓΑΛΥΝΟΜΕΝ
Μεγαλυνάρια εἰς τήν Ὑπεραγίαν Θεοτόκον, ἐκ διαφόρων πρός Αὐτήν Παρακλητικῶν Κανόνων


Καθηγητοῦ Ἀντωνίου Μάρκου

ΠΡΟΛΟΓΟΣ

Ἡ εὐλάβεια τῶν Ὀρθοδόξων πρός τό πανυπέρτιμον πρόσωπον τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου, εἶναι τόσον μεγάλη, ὥστε πολλοί πιστοί δέν ἀρκοῦνται εἰς τάς καθημερινάς πρός τήν Παναγίαν Ἀκολουθίας (τούς Χαιρετισμούς κατά τό Ἀπόδειπνον, τούς Παρακλητικούς Κανόνας – Μικρόν ἤ Μεγάλον – ἤ καί τό Θεοτοκάριον), ἀλλά ζητοῦν καί ἐπινοοῦν καί ἄλλας προσευχάς πρός τήν Κυρίαν Θεοτόκον.

Ἱκανοποιοῦντες, λοιπόν, εὐσεβές αἴτημα δύο φιλακολούθων καί ἰδιαιτέρως εὐλαβουμένων τήν Παναγίαν μας ψυχῶν (τῆς συζύγου μου κ. Μαρίας Μάρκου – Τζανιδάκη καί τῆς ἐκλεκτῆς φίλης καί ἐν Χριστῶ ἀδελφῆς κ. Μαρίας Λιώρη – Ρούτη), προβαίνομεν εἰς τήν σύνταξιν τοῦ παρόντος προσευχητικοῦ πονήματος, τό ὁποῖον περιλαμβάνει Μεγαλυνάρια πρός τιμήν τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου, εὑρισκόμενα εἰς Παρακλητικούς Κανόνας εἰς διαφόρους ἱστορικάς καί θαυματουργούς Εἰκόνας Της, ποιηθέντας εἰς διαφόρους ἐποχάς καί ὑπό διαφόρων Ὑμνογράφων. Διά τήν σύνταξιν τοῦ πονήματος, πέραν τῶν σχετικῶν τῆς ἡμετέρας Βιβλιοθήκης τοῦ Κέντρου Ἁγιολογικῶν Μελετῶν «Ὅσιος Συμεών ὁ Μεταφραστής», εὐγενῶς διετέθησαν σχετικά ἔργα ὑπό τοῦ τε Παν/του Ἀρχιμ. π. Θεοκλήτου Σταύρου καί τοῦ Θεολόγου κ. Βασ. Λαδοπούλου, οἱ προσωπικές συλλογές ὑμνογραφικῶν ἔργων τῶν ὁποίων ὑπερβαίνουν τά 6.000 σώματα!

Τό μουσικόν μέλος τῶν Μεγαλυναρίων - ἁπλόν καί εὔκολον - εἶναι γνωστόν εἰς ὅλους τούς ἐκκλησιαζομένους πιστούς. Ἔτσι, ὅποιος ἐπιθυμεῖ νά μεγαλύνει τήν Πανυπέρτιμον κατά χάριν Μητέρα μας διά τοῦ ψαλμοῦ τῶν Μεγαλυναρίων Της, δύναται διά τοῦ παρόντος πονήματος νά τό κάνει μέ σχετικήν εὐκολίαν.

ΜΕΓΑΛΥΝΑΡΙΑ ΕΙΣ ΤΗΝ ΥΠΕΡΑΓΙΑΝ ΘΕΟΤΟΚΟΝ

Μετά τήν θ’ Ὠδήν τοῦ Μικροῦ, Μεγάλου ἤ ἄλλου Παρακλητικοῦ Κανόνος πρός τήν Ὑπεραγίαν Θεοτόκον καί ἐνῶ θυμιᾶ ὁ Ἱερεύς τό Θυσιαστήριον καί τόν λαόν, ἡμεῖς ψάλλομεν τά ἀκόλουθα Μεγαλυνάρια:

Ἄξιον ἐστίν ὡς ἀληθῶς, μακαρίζειν Σε τήν Θεοτόκον, τήν ἀειμακάριστον καί παναμώμητον καί Μητέρα τοῦ Θεοῦ ἡμῶν. Τήν τιμιωτέραν τῶν Χερουβείμ καί ἐνδοξοτέραν ἀσυγκρίτως τῶν Σεραφείμ, τήν ἀδιαφθόρως Θεόν Λόγον τεκοῦσαν, τήν ὄντως Θεοτόκον Σέ μεγαλύνομεν.

Τήν ὑψηλοτέραν τῶν οὐρανῶν καί καθαρωτέραν λαμπηδόνων ἡλιακῶν, τήν λυτρωσαμένην ἡμᾶς ἐκ τῆς κατάρας, τήν Δέσποιναν τοῦ κόσμου ὕμνοις τιμήσωμεν.

Ἀπό τῶν πολλῶν μου ἁμαρτιῶν, ἀσθενεῖ τό σῶμα, ἀσθενεῖ μου καί ἡ ψυχή. Πρός Σέ καταφεύγω τήν Κεχαριτωμένην, ἐλπίς ἀπηλπισμένων, Σύ μοι βοήθησον.

Δέσποινα καί Μήτηρ τοῦ Λυτρωτοῦ, δέξαι παρακλήσεις ἀναξίων Σῶν ἱκετῶν, ἵνα μεσιτεύσης πρός τόν ἐκ Σοῦ τεχθέντα, ὦ Δέσποινα τοῦ κόσμου γενοῦ μεσίτρια.

Ψάλλομεν προθύμως Σοί τήν ὠδήν, νῦν τῆ πανυμνήτῳ Θεοτόκῳ χαρμονικῶς. Μετά τοῦ Προδρόμου καί Πάντων τῶν Ἁγίων δυσώπει, Θεοτόκε, τοῦ οἰκτειρῆσαι ἡμᾶς.

Ἄλαλα τά χείλη τῶν ἀσεβῶν, τῶν μή προσκυνούντων τήν Εἰκόνα Σου τήν σεπτήν, τήν ἱστορηθεῖσαν ὑπό τοῦ Ἀποστόλου Λουκᾶ ἱερωτάτου, τήν Ὁδηγήτριαν.

Εἶτα ψάλλομεν Μεγαλυνάρια ἕτερα, ποιηθέντα εἰς τιμήν διαφόρων θαυματουργῶν τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου Εἰκόνων (ἡ σειρά κατ’ ἀλφάβητον):


(*) ΠΑΝΑΓΙΑΣ ΑΞΙΟΝ ΕΣΤΙ
(Πρωτάτο Καρυές, Άγιον Όρος)

Ἄξιον ὑμνεῖν σε διὰ παντός, τὴν Θεοῦ Μητέρα, καὶ προστάτιν τῶν γηγενῶν, παρὰ τοῦ Ἀγγέλου, Παρθένε διδαχθέντες, ὑμνοῦμεν καθ’ ἑκάστην, τὰ μεγαλεῖά σου.

Η εικόνα της Παναγίας το «Ἄξιον ἐστι», είναι μια από τις περίφημες εικόνες του Αγίου Όρους. Βρίσκεται στο ναό του Πρωτάτου στις Καρυές του Αγίου Όρους, θεωρούμενη ως «κοινή εφέστιος προστάτις» εικόνα όλων των Αγιορείτικων Μονών, φέρουσα στο πλαίσιό της τις σφραγίδες και των 20 Μονών.


(*) ΠΑΝΑΓΙΑΣ ΑΡΒΑΝΙΤΙΣΣΗΣ
(Καρυές Χίου)

Χαίροις τῶν μητέρων ἡ χαρμονή, χαίροις τῶν παρθένων ἡ ὑπέρκαλλος καλλονή, χαίροις γῆς ἁπάσης καὶ Οὐρανοῦ ἡ δόξα· ὦ Δέσποινα Ἀνύμφευτε Ἀρβανίτισσα.

Ἄνθη θεοδρέπτων ὑμνωδιῶν, δῶρα ὡς εὐώδη προσενέγκωμεν οἱ πιστοί, τῇ Ἀρβανιτίσσῃ Παρθένῳ Παναγίᾳ· αὐτὴν προσυπαντῶντες ἀγαλλιώμενοι.

Ἰάσεις σωμάτων τε καὶ ψυχῶν, βλύζει ἀενάως ἡ εἰκών σου ἡ ἱερά, νῆσον δὲ τῆς Χίου πλουτεῖς ἐν εὐλογίαις· Παρθένε Ἀρβανίτισσα Θεονύμφευτε.

Ῥάβδῳ εὐστοργίας σου μητρικῆς, τρίβον εἰς εὐθείαν σωτηρίου διαμονῆς, σὺ ἐν ἀσφαλείᾳ ἰθύνεις Παναγία· ὑψοῦσα ἐκ βαράθρων ὦ Ἀρβανίτισσα.

Ὅμιλος παρθένων πανευλαβῶς, ἄθροισμα πιστῶν τε Ὀρθοδόξων πᾶσα πληθύς, λόγοις ἐγκωμίων καὶ ὕμνοις εὐαρέστως· αἰνοῦσι Παναγίαν τὴν Ἀρβανίτισσαν.

Ἴνδαλμα τῆς πλάνης τὸ εἰδεχθές, ἔῤῥιπται εἰς χάος καὶ συντέτριπται παντελῶς, σοῦ τῷ θείῳ τόκῳ καὶ κέρας ἀληθείας· ἠνόρθωται ἐνδόξως ὦ Ἀρβανίτισσα.

Σέλας ἡλιόμορφον καὶ τερπνόν, εἴδομεν Παρθένε Ἀρβανίτισσα διὰ Σοῦ, ἄρχοντα τεκοῦσα και ποιητὴν τῶν φώτων· αὐγάζεις γὰρ τοῦ κόσμου ἅπαν τὸ πλήρωμα.

Χίος μεγαλόνησος καθορᾷ, σοῦ τὴν παρουσίαν Ἀρβανίτισσαν Μαριάμ, ἅμα τε συγχαίρει τῶν Καρυῶν χωρίον· Ἑλλάς τε πᾶσα στέργει τὴν προστασίαν σου.

Ἵλαθι Παρθένε ὡς συμπαθής, βλέψον εἰς λαόν σου τὸν ἐλπιζοντα ἐπὶ σέ, δίδου σῆς προνοίας τὰς δωρεὰς ἀφθονως· καὶ σκέπε σοὺς ἱκέτας ὦ Ἀρβανίτισσα.

Ὅρμον εἰς ἀκύμαντον τοῦ Χριστοῦ, ἴθυνον σοὺς δούλους Ἀρβανίτισσα Μαριάμ, πᾶσι δὲ καρδίαν γαληνιῶσαν δίδου· καινίζουσα τὴν χάριν τὴν εἰρηνόμορφον.

Ὕψος παρθενίας σου ἐξυμνῶ, βάθος σῆς ἁγνείας Ἀρβανίτισσα εὐφημῶ, μέλπω σῶν χαρίτων τὸ πέλαγος τὸ μέγα· καὶ πλῆθος σῶν θαυμάτων τὸ ἀπροσμέτρητον.

Ἔρεισμα ἀκράδαντον τῶν πιστῶν, τεῖχος οἰκουμένης καὶ ἀπόρθητον ὀχυρόν, σθένος πολεμούντων καὶ νίκη τῶν ἀθλούντων· σὺ εἶ ἀδιαψεύστως ὦ Ἀρβανίτισσα.

Φάλαγγες δαιμόνων αἱ ζοφεραί, ἥττηνται Παρθένε Ἀρβανίτισσα σῷ φωτί, πρόσωπα πιστῶν τε λαμπρύνονται σῇ δόξῃ· καὶ τάξεις τῶν Ἀγγέλων συνεπαγάλλονται.

Ὄμματα καρδίας μετὰ σπουδῆς, αἴρομέν σοι Κόρη Ἀρβανίτισσα δουλικῶς, σοῦ τὴν συμμαχίαν αἰτούμενοι ἐν πίστει· καὶ ῥώμῃ πεποιθότες τῆς σῆς δυνάμεως.

Ῥόδον τὸ ἀμάραντον καὶ τερπνόν, ᾔνθησας Παρθένε Ἀρβανίτισσα τὸν Χριστόν, οὗ ταῖς ἀποῤῥήτοις καὶ θείαις εὐωδίαις· εὐφραίνονται καρδίας τὰ αἰσθητήρια.

Ἔχουσι Ναόν σου τὸν ἱερόν, Καρυαὶ τῆς Χίου ὡς θεόκτιστον θησαυρόν, ἅμα τε εἰκόνα πλουτοῦσι σου ἁγίαν· χρυσοῦ τιμιωτέραν ὦ Ἀρβανίτισσα.

Ἴδε τὴν πενίαν μου Μαριάμ, βλέψον εὐτελείας τῆς πολλῆς μου ἐν οἰκτιρμοῖς, πλοῦτον μοι παράσχου τῆς σῆς ἀγαθωσύνης· ὡς Μήτηρ τοῦ ἐλέους ὦ Ἀρβανίτισσα.

Χαίροις χαροπάροχε Μαριάμ, χαίροις παραδείσου ἡ εὐφρόσυνος ἀπαρχη, χαίροις σωτηρίας ἡ ἀληθὴς αἰτία· βεβαίωσις ἐλπίδος ὦ Ἀρβανίτισσα.

Πᾶσαι τὡν Ἀγγέλων οἱ στρατιαί, Πρόδρομε Κυρίου, Ἀποστόλων ἡ δωδεκάς, οἱ Ἅγιοι Πάντες μετὰ τῆς Θεοτόκου, ποιήσατε πρεσβείαν εἰς τὸ σωθῆναι ἡμᾶς.

Η Εικόνα της Παναγίας της Αρβανιτίσσης βρίσκεται στις Καρυές της Χίου. Τα Μεγαλυνάρια (ὧν ἡ ἀκροστιχίς «Χαίροις Χίου ἔφορε»), είναι του Γέροντα Νεκταρίου της Ιεράς Καλύβης Ζωοδόχου Πηγής και βρίσκονται στον παρακλητικό κανόνα που εκδόθηκε το 2009.


ΠΑΝΑΓΙΑΣ ΑΡΧΑΓΓΕΛΙΩΤΙΣΣΗΣ
(τῆς ὁμωνύμου Ἱερᾶς Μονῆς Ξάνθης)

Ἀρχαγγελιώτισσα ἀγαθή, σκέπε τήν Μονήν Σου, ἀπό πάσης ἐπιβουλῆς καί ἐχθροῦ μανίας, εὐχαῖς Σου παναγίαις, ὅπως σεπτήν μορφήν Σου, κατασπαζώμεθα.

Χαῖρε ἐνωτίσθης εκ Γαβριήλ, Μῆτερ Θεοτόκε, καί τό χαῖρε δέχου ἡμῶν, τῶν καταφιλούντων Εἰκόνα Σου ἁγίαν καί χάριν λαμβανόντων, ψυχοσωτήριον.

Ἔχουσα, Παρθένε, τό συμπαθές καί τήν παῤῥησίαν, πρός Υἱόν Σου Μονογενῆ, πάντων αἰτουμένων ἐκπλήρου τάς αἰτήσεις, τῶν καταπροσκυνούντων θείαν Εἰκόνα Σου.

Ἡ Εἰκών τῆς Παναγίας Ἀρχαγγελιωτίσσης, φυλάσσεται εἰς τήν ὁμώνυμον Ἱεράν Μονήν Ξάνθης. Τά Μεγαλυνάρια εἶναι ποιήματα τοῦ Ἱερομονάχου Ἀθανασίου Σιμωνοπετρίτου, Ὑμνογράφου τῆς Ἁγίας τοῦ Χριστοῦ Μεγάλης Ἐκκλησίας, ἐκ τοῦ πρός Αὐτήν Παρακλητικοῦ Κανόνος (1998).


ΠΑΝΑΓΙΑΣ ΑΧΕΙΡΟΠΟΙΗΤΟΥ
(τῆς Ρουμανικῆς Ἱερᾶς Σκήτεως Τιμίου Προδρόμου Ἁγίου Ὄρους)

Ἐπί τά συμφέροντα τάς ἡμῶν χεῖρας νῦν ἐκτείνειν καταξίωσον, Ἀγαθή, τῶν ἀσπαζομένων τήν θείαν Σου Εἰκόνα, τήν παραδόξως οὗσαν Ἀχειροποίητον.

Χεῖρα βοηθείας δίδου ἡμῖν, τοῖς ἀσπαζομένοις ἐν τῆ Σκήτῃ τοῦ Βαπτιστοῦ καί Προδρόμου, Μῆτερ, μορφήν Σου τήν ἁγίαν, ἥν χειρί βροτοῦ ζωγράφου οὐκ ἐπεράτωσε.

Πανταχοῦ ἡ χάρις Σῆς ἱερᾶς, Κεχαριτωμένη, ἐξελήλυθε θαυμαστῶς καί σεπτῆς μορφῆς Σου, ἡ βρύουσα ἰάσεις, πιστῶς Σέ προσκυνοῦσιν, Ἀχειροποίητε.

Ῥῦσαι τούς οἰκέτας Σου πειρασμῶν, θλίψεων παντοίων, ἀρχεκάκου ἐπιβουλῆς καί πανδείνων νόσων, τούς πόθῳ προσκυνοῦντας, τήν Σήν σεπτήν Εἰκόνα, Ἀχειροποίητε.

Ἔχει ὥσπερ ἄσπιλον θησαυρόν, Σκήτη τοῦ Προδρόμου ἐν τῶ Ἄθωνι, Μαριάμ, ἔκτυπον Σόν θεῖον, πρός ὅ βοᾶ ἐν πίστει ἀπαύστως, χαῖρε Μῆτερ, Ἀχειροποίητε.

Ἔργα καθαγίασον τῶν χειρῶν, τῶν Σοί προσπιπτόντων καί ἐκκάθαρον λογισμούς, Δέσποινα, ἀτάκτους, τῶν προσκυνούντων πόθῳ Σήν πάνσεπτον Εἰκόνα, Ἀχειροποίητε.

Ἡ Εἰκών τῆς Παναγίας Ἀχειροποιήτου, τῆς Ρουμανικῆς Ἱερᾶς Σκήτεως Τιμίου Προδρόμου Ἁγίου Ὄρους, κατά τήν παράδοσιν ἀχειροποίητος εἰς τά πρόσωπα, ἱστορήθη εἰς Ἰάσιον τῆς Μολδαβάς ὑπό τοῦ Νικολάου Γεωργάκη ἐν ἔτει 1863. Τά Μεγαλυνάρια εἶναι ποιήματα τοῦ Δρ. Χαραλάμπους Μπούσια, ἐκ τοῦ πρός Αὐτήν Παρακλητικοῦ Κανόνος (1998).


ΠΑΝΑΓΙΑΣ ΤΗΣ ΑΨΗΛΗΣ
(τοῦ ὁμωνύμου Ναοῦ Σινασσοῦ Καππαδοκίας)

Χαίροις, ἡ προστάτης Σινασσιτῶν, τό Γενέσιόν Σου ἐκτελούντων πανευλαβῶς, Μῆτερ τοῦ Ὑψίστου, καί πίστει προστρεχόντων, ἐν τῶ σεπτῶ Ναῶ Σου πόλεως ὕπερθεν.

Ὑψηλήν καλοῦσί Σε οἱ πιστοί, Μῆτερ, Παναγίαν, Σινασσῖται, ὅτι ναός ὁ σεπτός Σου κεῖται ἐν λόφῳ, Θεοτόκε, τῆς Σινασσοῦ κειμένου πόλεως ὕπερθεν.

Δίωξον τά στίφη Ἄγαρ υἱῶν ἐκ Καππαδοκίας καί ἐκ πόλεως Σινασσοῦ, τῆς ἑορταζούσης ἀεί Γενέσιόν Σου, ἐκ τῆς νηδύος στείρας Ἄννης, Μητρόθεε.

Σκέπε Σινασσίτας, ὧν εὐλαβῶς πρόγονοι, Παρθένε, Παναγίας εἰς Ὑψηλῆς ἔσπευδον ναόν Σου Γενέσιόν Σου θεῖον ὑμνῆσαι καί ἀφθόνως χάριν Σου δέξασθαι.

Χαίρει ἡ χορεία Σινασσιτῶν, ἔχουσα Σήν χάριν ὡς προσφύγιον ἱερόν, Μῆτερ τοῦ Ὑψίστου, καί σπεύδουσα ἐν πάσαις τοῦ βίου τρικυμίαις τῆ ἀντιλήψει Σου.

Χαρμονήν ἐμήνυσε τοῖς λαοῖς τό Γενέσιόν Σου, ἐξ ὀσφύος Ἰωακείμ καί ἐκ τῆς ἀνίμου νηδύος θείας Ἄννης, Παρθένε, σωτηρίας πάντων ἡ πρόξενος.

Ἡ Εἰκών τῆς Παναγίας Σινασσιτίσσης, τιμωμένη ἀρχικῶς εἰς τήν Σινασσόν τῆς Καππαδοκίας, εἰς τόν Ναόν τῆς Παναγίας τῆς Ἀψηλῆς, κατά τό Γενέσιον τῆς Θεοτόκου, σήμερον φυλάσσεται εἰς τό ἐπ’ ὀνόματι τῆς Γεννήσεως τοῦ Τιμίου Προδρόμου οἰκογενειακόν Παρεκκλήσιον τοῦ Σωτ. Μαρσέλλου, εἰς Ρίζαν Ξυλοκάστρου Κορινθίας. Τά Μεγαλυνάρια εἶναι ποιήματα τοῦ Δρ. Χαραλάμπους Μπούσια, ἐκ τοῦ πρός Αὐτήν Παρακλητικοῦ Κανόνος (2010).


(*) ΠΑΝΑΓΙΑΣ ΒΑΣΙΛΙΣΣΑΣ
(Ιερός Ναός Αγίου Γεωργείου Αγίων Αναργύρων Μουζακίου Καρδίτσας)

Δεῦτε Βασιλίσσης τὴν ἱεράν, Εἰκόνα ἐν πίστει, ἀσπασώμεθα ἀδελφοί˙ βρύει γὰρ θαυμάτων, τὰ ῥεῖθρα ἀενάως, παθῶν τὰς βορβορώδεις, πηγὰς ξηραίνουσα.

Η εικόνα της Παναγίας Βασίλισσας βρίσκεται στον Ι. Ν. Αγίου Γεωργείου Αγίων Αναργύρων στο Μουζάκι Καρδίτσας.


ΠΑΝΑΓΙΑΣ ΒΟΗΘΕΙΑΣ
(τῆς ὁμωνύμου Ἱερᾶς Μονῆς Χίου)

Χαίροις ἡ τῆς Χίου θεία Μονή, ἡ τῆς Βασιλίδος τήν Εἰκόνα ὡς θησαυρόν ἔνδοθεν πλουτοῦσα, τήν πάνσεπτον καί θείαν, τήν ὄνομα καί χάριν οὗσαν Βοήθειαν.

Χαίροις ἡ προστάτις μοναζουσῶν, ὁδηγός καί φύλαξ τῆς Σῆς ποίμνης τῶν εὐσεβῶν, Παρθένε Παναγία, ἐνθάδε τῶν οἰκούντων, τῶν Σέ προσκαλουμένων, μόνη Βοήθεια.

Δεῦτε προσκυνήσωμεν οἱ πιστοί, τήν θείαν Εἰκόνα τῆς Πανάγνου πανευλαβῶς, τήν ἀξιωθεῖσαν Μονήν ὧδαι ἱδρῦσαι, τήν Πρόμαχον τοῦ κόσμου καί τήν Βοήθειαν.

Ἔχοντες Εἰκόνα Σου τήν σεπτήν, Ἀνύμφευτε Κόρη, ὡς προπύργιον ὀχυρόν, προστρέχομεν Ταύτῃ καιρῶ τῶ τῶν κινδύνων καί ἐπηρείας πάσης ἀπολυτρούμεθα.

Χάριν ποριζόμενοι ἀληθῆ, ἐκ τῆς Σῆς Εἰκόνος, Θεοτόκε, διά παντός, Ταύτην προσκυνοῦμεν καί Σέ ὑμνολογοῦμεν, ἡμῶν ὡς προστασίαν, πάντων Βοήθεια.

Ἡ Εἰκών τῆς Παναγίας Βοηθείας φυλάσσεται εἰς τήν ὁμώνυμον Ἱεράν Μονήν Χίου. Τά Μεγαλυνάρια εἶναι ποιήματα τοῦ κτίτορος τῆς Μονῆς, ἁγ. Ἀνθίμου τοῦ Ἀβαγιαννοῦ, ἐκ τοῦ πρός Αὐτήν Παρακλητικοῦ Κανόνος (1928).


ΠΑΝΑΓΙΑΣ ΤΟΥ ΒΡΑΧΟΥ
(τῆς ὁμωνύμου Ἱερᾶς Μονῆς Ταρσοῦ Κορινθίας)

Χαίροις ἀντιλήπτωρ θερμή Ταρσοῦ, χαίροις Κορινθίας φύλαξ, πρόμαχε καί φρουρέ, χαίροις χριστωνύμων προστάτις, Θεοτόκε, τοῦ Βράχου Παναγία, χαρίτων χείμαῤῥε.

Στήριζε τῆ ῥάβδῳ Σῶν προσευχῶν, ἐν τῆ πίστει πάντας προσιόντας τῶ Σῶ ναῶ, Κεχαριτωμένη, τοῦ Βράχου Παναγία, καί κατασπαζομένους Σοῦ τό ἐκτύπωμα.

Ὥς ποτε διέσωσας θαυμαστῶς βρέφος καί μητέρα τήν πεσοῦσαν, Μῆτερ Θεοῦ, ἐκ τοῦ Σοῦ σπηλαίου εἰς τόν κρημνόν, Παρθένε, τοῦ Βράχου Παναγία, σῶζε Σούς πρόσφυγας.

Ἐν τῆ πέτρᾳ στήριξον ἐντολῶν τοῦ σεπτοῦ Υἱοῦ Σου, ἐγκαλλώπισμα τοῦ Ταρσοῦ, τούς προσερχομένους, τοῦ Βράχου Παναγία, ὡς εἰς πηγήν χαρίτων τῶ θείῳ οἴκῳ Σου.

Ἦμαρ σωτηρίας χρυσοφαές, Βράχου Παναγία, ἐξανάτειλον ἐν σκιᾶ, τῶν παθῶν κειμένοις καί φώτισον τά σκότη τῶν Σοί καταφευγόντων, Θεογεννήτρια.

Λύτρωσαι τούς δούλους Σου, Ἀγαθή, χαλεπῶν κινδύνων καί ἐχθίστου ἐπιβουλῆς, χάριτί Σου θείᾳ, τοῦ Βράχου Παναγία Ταρσοῦ, ἡ τάς χορείας πάντοτε σκέπουσα.

Ἡ Εἰκών τῆς Παναγίας τοῦ Βράχου ἐτιμᾶτο εἰς τήν ὁμώνυμον Ἱεράν Μονήν Ταρσοῦ Κορινθίας. Τά Μεγαλυνάρια εἶναι ποιήματα τοῦ Δρ. Χαραλάμπους Μπούσια, ἐκ τοῦ πρός Αὐτήν Παρακλητικοῦ Κανόνος (2004).


ΠΑΝΑΓΙΑΣ ΓΛΥΚΟΦΙΛΟΥΣΗΣ
(τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Φιλοθέου Ἁγίου Ὄρους)

Τό τῆς Φιλοθέου κλέος λαμπρόν καί Ὄρους τοῦ Ἄθω τήν κρηπίδα καί ὀφθαλμόν, τήν Γλυκοφιλοῦσα Εἰκόνα τῆς Πανάγνου, χαρᾷ καί εὐλαβείᾳ καταφιλήσωμεν.

Ἡ πανυπερθαύμαστός Σου Εἰκών, ἐκ Βασιλευούσης, προανίσχουσα πρός ἡμᾶς, ὡς ἥλιος πᾶσιν ἐφαπλοῖ ἀκτῖνας θαυμάτων καί διώκει νύκτα τῆς θλίψεως.

Πάντες τήν Εἰκόνα τήν θαυμαστήν, τῆς Γλυκοφιλούσης, προσκυνήσωμεν εὐλαβῶς, ἐξ ἧς χάρις βρύει, ἐσμόν παθῶν δυσώδη διώκουσα, τῶν πίστει προσπτυσσομένων Αὐτήν.

Τούς ἀσπαζομένους Σε εὐλαβῶς, ὦ Γλυκοφιλοῦσα, διαφύλαττε ἀσινεῖς, ἐκ παντός κινδύνου καί δίδου εὐρωστίαν, ψυχῶν τε σωτηρίαν καί ἀπολύτρωσιν.

Ὄντως πανωραία Σου ἡ Εἰκών, τῆς Γλυκοφιλούσης, Θεονύμφευτε Μαριάμ, βρύουσα θαυμάτων πλήθη τοῖς προσιοῦσιν, ἐσμόν ἀρωστημάτων ἀποδιώκουσα.

Δίδου τοῖς τιμῶσί Σου τόν ναόν τοῦτον τάς αἰτήσεις καί ἀξίωσον τῆς ζωῆς τῆς ἐπουρανίου, Γλυκοφιλοῦσα Κόρη, καί τήν περικλεῆ Σου Μονήν περίσωζε.

Ἴλεως γενοῦ μου Σοί ἐκβοᾶ, ἡ Μονή Σου αὗτη, ἡ ἐλπίζουσα ἐπί Σέ, τῇ Γλυκοφιλούσῃ Μητρί τῇ τοῦ Δεσπότου, ἥν φύλαττε καί σκέπε ἐξ ἐπηρείας δεινῶν.

Μέγα τε τεράστιον καί φρικτόν, ἐτέλεσας ὄντως, ὅτε ἔστησας τήν ὁρμήν τοῦ πυρός παμφάγου, ἐν δάσει τῆς Μονῆς Σου, διό Σέ εὐλογοῦμεν Ὀροφυλάκισσα.

Πάντες καταπλήτονται, ὦ Ἁγνή, ὁρῶντες ἐνταῦθα Σά θαυμάσια τά φρικτά, ἅπερ καθ’ ἑκάστην τελεῖς ἐν τῇ Μονῇ Σου· διό Γλυκοφιλοῦσα Σέ μεγαλύνομεν.

Δέχου τάς πρεσβείας Παμβασιλεῦ, τῆς Ἀειπαρθένου Παναχράντου Σου καί Μητρός καί τήν ποίμνην ταύτην ἀπήμονα συντήρει, ἐχθίστων πάσης βλάβης, ὅπως δοξάζει Σε.

Ἡ Εἰκών τῆς Παναγίας Γλυκοφιλούσης, κατά τήν παράδοσιν ἔργον τοῦ Εὐαγγελιστοῦ Λουκᾶ, φυλάσσεται ἀπό τῆς περιόδου τῆς Εἰκονομαχίας εἰς τήν Ἱεράν Μονήν Φιλοθέου Ἁγίου Ὄρους. Τά Μεγαλυνάρια εἶναι ποιήματα Ἰακώβου, ἐκ τοῦ πρός Αὐτήν Παρακλητικοῦ Κανόνος (φωτοτυπική ἀναπαραγωγή τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Ἁγίας Σκέπης, Πανίου Ὄρους Ἀττικῆς, 1976· περί τοῦ ὑμνογράφου δέν δίδονται στοιχεῖα, πλήν τοῦ ὀνοματός του).


ΠΑΝΑΓΙΑΣ ΓΟΡΓΟΫΠΗΚΟΟΥ
(τῆς ἐν Ἁγίῳ Ὄρει Ἱερᾶς Μονῆς τοῦ Δοχειαρίου)

Γοργοϋπηκόου τήν θαυμαστήν καί σεπτήν Εἰκόνα, προσκυνήσωμεν ἀδελφοί, θαύματα τελοῦσαν καί βρύουσαν ἰάσεις καί ταύτην μετά πόθου κατασπασώμεθα.

Ἔχοντες Εἰκόνα Σου τήν σεπτήν, Ἀνύμφευτε Κόρη, ὡς προπύργιον ὀχυρόν, προσφεύγομεν ταύτῃ καιρῶ τῶν τῶν κινδύνων καί ἐπηρείας πάσης ἀπολυτρούμεθα.

Νῦν καιρός ἀνάγκης ἦλθεν ἡμῖν, νῦν παρέστη χρεία βοηθείας, Κόρη, τῆς Σῆς, λύτρωσαι οὖν πάσης ἀνάγκης καί κινδύνου καί χεῖρα βοηθείας τάχιστα ὄρεξον.

Ἔχει μέν, Παρθένε, ὁ οὐρανός, σῶμα καί ψυχήν Σου, ἐξαστράπτοντα φαεινῶς, ἔχει δέ μορφήν Σου Μονή Δοχειαρίου, τήν ἐπικαλουμένην Γοργοϋπήκοον.

Ἆρόν Σου τά ὄμματα, Μαριάμ, καί ἴδε εὐσπλάχνως τούς Εἰκόνι Σου τῆ σεπτῆ παρεστῶτας, Κόρη, καί Σέ παρακαλοῦντας καί πλήρωσον αἰτήσεις τούτων, Πανύμνητε.

Ἴδοιμι, Παρθένε, ψυχορραγῶν, ἐν καιρῶ θανάτου, τήν Εἰκόνα Σου τήν σεπτήν, παραμυθουμένην καί ἱλαρῶς καί ὄψεις τῶν δαιμόνων ἀποδιώκουσαν.

Ἡ Εἰκών τῆς Παναγίας Γοργοϋπηκόου, εἶναι μία τῶν πλέον γνωστῶν καί θαυματουργῶν Εἰκόνων τῆς Θεομήτορος, ἐν τῷ Ἁγίῳ Ὄρει τοῦ Ἄθῳ, ἀλλά καί εἰς ὁλόκληρον τήν Χριστιανικήν οἰκουμένην. Πρόκειται περί τοιχογραφίας τῆς Τραπέζης τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Δοχειαρίου Ἁγίου Ὄρους, ἀναγομένης εἰς τόν 11ον αἰ. Τά Μεγαλυνάρια εἶναι ποιήματα τοῦ ἁγ. Νικοδήμου τοῦ Ἁγιορείτου, ἐκ τοῦ πρός Αὐτήν Παρακλητικοῦ Κανόνος.


ΠΑΝΑΓΙΑΣ ΓΟΡΓΟΫΠΗΚΟΟΥ
(τῆς ὁμωνύμου Ἱερᾶς Μονῆς Μάνδρας Ἀττικῆς)

Χαῖρε τῶν Ἀγγέλων ἡ Βασιλίς, χαῖρε τῶν ἀνθρώπων καταφύγιον ἀσφαλές, χαῖρε μυστηρίον ταμεῖον ἀπορρήτων, Παρθένε Θεοτόκε, Γοργοεπήκοε.

Χαίρει ἡ Μονή Σου ἡ Ἱερά, ἔχουσα ἐν κόλποις τήν Εἰκόνα Σου τήν σεπτήν, τήν ἐκ τῶν πραγμάτων ἐπονομαζομένην, Παρθένε Θεοτόκε, Γοργοεπήκοον.

Πάντας τούς καλοῦντας Σε εὐλαβῶς, Παρθένε, προφθάνεις καί παρέχεις τοῖς ἐν δεινοῖς, τήν Σήν ὀξυτάτην βοήθειαν καί χάριν, ἐξαίρουσα κινδύνων, Γοργοεπήκοε.

Νόσους θεραπεύεις ὀδυνηράς καί τῆς ἀθυμίας ἀπελαύνεις τήν συνοχήν, τῶν καταφευγόντων τῆ σκέπῃ Σου τῆ θείᾳ καί Σέ ὑμνολογούντων, Γοργοεπήκοε.

Ὥς λυχνίαν ἔχουσα νοητήν ἡ Μονή Σου, Κόρη, τήν Εἰκόνα Σου τήν σεπτήν, χαίρει τῆ δόξῃ καί πόλις ἡ τῆς Μάνδρας, λαμπρύνεται ἀκτίσι τῶν θαυμασίων Σου.

Ὦ Γοργοεπήκοε Μαριάμ, πηγή συμπαθείας καί ἐλέους ὁ θησαυρός, δίδου τῆ ψυχῆ μου μετάνοιαν γνησίαν καί σῶσον με, Παρθένε, ἐν ὥρᾳ κρίσεως.

Ἡ Εἰκών τῆς Παναγίας Γοργοϋπηκόου, προερχομένη ἐκ Σμύρνης, φυλάσσεται εἰς τήν ὁμώνυμον Ἱεράν Μονήν Μάνδρας Ἀττικῆς. Τά Μεγαλυνάρια εἶναι ποιήματα τοῦ Μοναχοῦ Γερασίμου Μικραγιαννανίτου, ἐκ τοῦ πρός Αὐτήν Παρακλητικοῦ Κανόνος (1984).


ΠΑΝΑΓΙΑΣ ΓΟΥΜΕΝΙΣΣΗΣ
(τοῦ ὁμωνύμου Ἱεροῦ Προσκυνήματος Γουμενίσσης Κιλκίς)

Χαίρει Γουμενίσσης πᾶς ὁ λαός, ἔχων ἐν τῶ μέσῳ τήν Εἰκόνα Σου τήν σεπτήν, ἥν καί ὀνομάζει Γουμένισσαν, Παρθένε, καί ἐξ αὐτῆς λαμβάνει, χάριν καί ἔλεος.

Ἤνεσαν τήν δόξαν Σου εὐλαβῶς, ἡνίκα ἀνεῦρον τήν Εἰκόνα Σου τήν σεπτήν, τῶν πιστῶν οἱ δῆμοι, ἥνπερ βεβήλων χεῖρες ἐσύλησαν, Παρθένε, φθόνῳ τοῦ ὄφεως.

Ῥύεται κινδύνων παντοδαπῶν καί πάσης ἀνάγκης τόν πιστόν Σου, Κόρη, λαόν, ἡ ἐκ τῆς Εἰκόνος τῆς Σῆς βλύζουσα χάρις, διό σέ Θεοτόκε, ἀεί δοξάζομεν.

Πάλαι ἀοράτως ἡ Σή Εἰκών, ἐν τῶδε τῶ τόπῳ μετηνέχθη θείᾳ ῥοπῆ, πᾶσαν εὐλογίαν καί χάριν χορηγοῦσα, Παρθένε Θεοτόκε, τοῖς Σέ δοξάζουσι.

Ὥσπερ διεφύλαξας ἀσινῆ, πάλαι τόν λαόν Σου, ἐκ παντοίων ἐπιφορῶν, οὕτω καί νῦν, Κόρη, δεινῶν ἐπερχομένων, ἀτρώτους διατήρει, τούς Σέ δοξάζοντας.

Δίδου Γουμενίσσῃ τῆ εὐσεβεῖ, τῆ πιστῶς τιμήσῃ, τήν Εἰκόνα Σου τήν σεπτήν, πᾶσαν εὐπραγίαν, εἰρήνην καί ὑγείαν, ὡς ταύτης προστασία, Κόρη Πανάχραντε.

Ἡ Εἰκών τῆς Παναγίας Γουμενίσσης φυλάσσεται εἰς τό ὁμώνυμον Ἱερόν Προσκύνημα Γουμενίσσης Κιλκίς. Τά Μεγαλυνάρια εἶναι ποιήματα τοῦ Μοναχοῦ Γερασίμου Μικραγιαννανίτου, ἐκ τοῦ πρός Αὐτήν Παρακλητικοῦ Κανόνος (1980).


ΠΑΝΑΓΙΑΣ ΔΕΜΕΡΛΙΩΤΙΣΣΗΣ
(τοῦ ὁμωνύμου Ἱεροῦ Προσκυνήματος Σταυροῦ Φαρσάλων)

Τῆ ἐπισκιάσει τῆ μυστικῆ, τῆς Σῆς προμηθείας ἡ Εἰκών Σου ἡ θαυμαστή, ἅπασι παρέχει χαράν καί εὐφροσύνην, ἥν εὐλαβῶς καλοῦμεν Δεμερλιώτισσαν.

Χαῖρει Ἐλεοῦσα πᾶσα ψυχῆ, πιστῶς προσκυνοῦσα ἐν εἰκόνι τήν Σήν μορφήν, τήν δεδοξασμένην ἀΰλῳ φωταυγείᾳ καί πᾶσι χορηγοῦσαν, χάριν καί ἔλεος.

Νόσους ἀνιάτους καί χαλεπάς, Κόρη, ἐξιᾶται ἡ Εἰκών Σου ἡ ἱερά. Ὅθεν Σου τήν χάριν κηρύττομεν εὐσήμως, ὑμνοῦντές Σε Παρθένε, Δεμερλιώτισσα.

Πάσης δυσχερείας καί ἀπειλῆς, φύλαττε ἀτρώτους τῆ θερμῆ Σου ἐπισκοπῆ, Κόρη Ἐλεοῦσα, ἡμᾶς τούς ἀφορῶντας, ἐξ’ ὅλης τῆς καρδίας πρός Σέ ἑκάστοτε.

Πᾶσα Θεσσαλία μετά σπουδῆς σπεύδει, Θεοτόκε, τῶ ναῶ Σου τῶ ἱερῶ καί τήν Σήν Εἰκόνα ἐν πίστει προσκυνοῦσα, ὑμνεῖ Δεμερλιώτισσα τά Σά θαύματα.

Ἡ Εἰκών τῆς Παναγίας Δεμερλιωτίσσης, κατά τήν παράδοσιν ἔργον τοῦ Εὐαγγελιστοῦ Λουκᾶ, φυλάσσεται εἰς τό ὁμώνυμον Προσκύνημα Σταυροῦ Φαρσάλων. Τά Μεγαλυνάρια εἶναι ποιήματα τοῦ Μοναχοῦ Γερασίμου Μικραγιαννανίτου, ἐκ τοῦ πρός Αὐτήν Παρακλητικοῦ Κανόνος (1997).


ΠΑΝΑΓΙΑΣ ΔΙΑΣΩΖΟΥΣΗΣ
(τοῦ ὁμωνύμου Ἱεροῦ Προσκυνήματος Πάτμου)

Χαίρει κεκτημένη ὡς θησαυρόν ἡ Πάτμος, Παρθένε, τήν Εἰκόνα Σου τήν σεπτήν, ἐξ ἧς σωτηρίαν λαμβάνοντες πλουσίαν, ταύτην καλοῦμεν Δέσποινα Διασώζουσαν.

Πάλαι ἐχαρίτωσας θαυμαστῶς, τῆ ἐπισκιάσει τῶν ἀΰλων Σου δωρεῶν, Κεχαριτωμένη, τήν θείαν Σου Εἰκόνα, ἐξ ἧς παρέχεις πᾶσι, χάριν καί ἔλεος.

Ῥῶσιν ἡμῖν δίδου σωματικήν καί παῦσον, Παρθένε, τήν ὀδύνην τήν ψυχικήν, τῶν προσερχομένων τῆ θείᾳ Σου Εἰκόνι καί ἄφεσιν πταισμάτων πᾶσιν ἐξαίτησαι.

Σώζεις τούς τελοῦντας ἐν χαλεποῖς κινδύνοις, Παρθένε, καί λυτροῦσαι πικρῶν παθῶν καί χαράν παρέχεις καί πᾶσαν θείαν δόσιν, τοῖς δέ δοξολογοῦσιν, ὦ Διασώζουσα.

Πανταχοῦ ἡ χάρις τῆς ἱερᾶς Εἰκόνος Σου, Κόρη, ἐξελήλυθεν θαυμαστῶς καί πᾶσι παρέχει, τοῖς πέλας καί τοῖς πόῤῥω, χαράν καί σωτηρίαν, ὦ Διασώζουσα.

Χεῖρα βοηθείας δίδου ἡμῖν, λύσιν ἀνομβρίας, εὐφορίαν δέ ἐν τῆ γῆ καί ζωῆς ἀμέμπτου, εἰρήνην τε καί κτῆσιν, τοῖς πίστει προσιοῦσι Σοι, Διασώζουσα.

Ἡ Εἰκών τῆς Παναγίας Διασωζούσης, κατά τήν παράδοσιν ἔργον τοῦ Εὐαγγελιστοῦ Λουκᾶ, φυλάσσεται εἰς τό ὁμώνυμον Προσκύνημα τῆς Πάτμου. Τά Μεγαλυνάρια εἶναι ποιήματα τοῦ Μοναχοῦ Γερασίμου Μικραγιαννανίτου, ἐκ τοῦ πρός Αὐτήν Παρακλητικοῦ Κανόνος (2003).


ΠΑΝΑΓΙΑΣ ΕΘΝΟΦΡΟΥΡΟΥΣΗΣ
(τῆς Ἐθνικῆς Φρουρᾶς Κύπρου)

Ἔθνος διαφύλαξον καί Στρατόν, ὦ Ἐθνοφρουροῦσα, τῶν Ἑλλήνων ἐκ πειρασμῶν, θείαν χορηγοῦσα εἰρήνην Σαῖς πρεσβείαις καί τῶν ἐχθρῶν τά θράση ἐξαφανίζουσα.

Σύν χορῶ Ἁγίων παντοδαπῶν, τήν τῆς νήσου Κύπρου ἁγιάσαντι γῆν, Ἁγνή, πρέσβευε ἀπαύστως, Ἐθνοφρουροῦσα Μῆτερ, τῶ Ἀρχηγῶ εἰρήνης, ὑπέρ τῶν τέκνων Σου.

Ἅπλωσον τήν σκέπην Σου τήν σεπτήν, ἄνωθεν τῆς Κύπρου, ὡς σκιάδιον κραταιόν, ὦ Ἐθνοφρουροῦσα, ἀξιωματικούς τε καί τῆς Φρουρᾶς τούς ἄνδρας ἀεί σκεπάζουσα.

Ἡ Εἰκών τῆς Παναγίας Ἐθνοφρουρούσσης φυλάσσεται εἰς τήν Ἐθνικήν Φρουράν Κύπρου. Τά Μεγαλυνάρια εἶναι ποιήματα τοῦ Ἱερομονάχου Ἀθανασίου Σιμωνοπετρίτου, Ὑμνογράφου τῆς Μεγάλης τοῦ Χριστοῦ Ἐκκλησίας, ἐκ τοῦ πρός Αὐτήν Παρακλητικοῦ Κανόνος (2003).


ΠΑΝΑΓΙΑΣ ΕΙΚΟΝΙΣΤΡΙΑΣ
(τοῦ ὁμωνύμου Ἱεροῦ Μονυδρίου Σκιάθου)

Ἄπειρος ἡ δόξα Σου πανταχοῦ, τά θαυμάσιά Σου ὑπερέχοντα πάντα νοῦν, ἔκθαμβον τό κάλλος τῆς ἱλαρᾶς μορφῆς Σου, Ἄχραντε Παναγία, ὦ Εἰκονίστρια.

Δεῦτε ἡ τελοῦντες τήν προπομπήν, τῆς σεπτῆς Εἰκόνος τῆς θεόπαιδος Μαριάμ, ταύτην προσκυνοῦντες, ἐν πίστει τε καί πόθῳ, ἀντλήσωμεν ὑγείαν, ψυχῆς καί σώματος.

Ἔχοντες, Πανάχραντε, τήν σεπτήν ταύτην Σου Εἰκόνα ἀπροσμάχητον βοηθόν, πρός αὐτήν ἐν πίστει προσφεύγοντες ἐν πάσῃ ἀνάγκῃ τε καί θλίψει, παραμυθούμεθα.

Καθαρθέντες σώματι καί ψυχῆ, ὥσπερ αἱ παρθένοι, συμπροπέμψωμεν καί ἡμεῖς, λαμπαδηφοροῦντες ἐν τῶ Αὐτῆς τεμένει, τήν τῆς Ἁγνῆς Εἰκόνα, τήν Εἰκονίστριαν.

Χάρμα τῆς Σκιάθου καί θησαυρός, Σύ ὑπάρχεις ὄντως, πολιοῦχος Εἰκών σεπτή, τῆς Ἀειπαρθένου Παιδός, ἐλπίς καί σκέπη, καταφυγή καί τεῖχος, ὦ Εἰκονίστρια.

Ἴλεως, Παρθένε, γενοῦ ἡμῖν, τοῖς Σέ Θεοτόκον καί κυρίως καί ἀληθῶς καθομολογοῦσι καί ῥῦσαι πάσης βλάβης καί νόσου καί κινδύνων καί περιστάσεων.

Ἡ Εἰκών τῆς Παναγίας Εἰκονιστρίας φυλάσσεται εἰς τό ὁμώνυμον Μονύδριον Σκιάθου. Τά Μεγαλυνάρια εἶναι ποιήματα τοῦ μεγάλου Ἕλληνος πεζογράφου, μακαριστοῦ Ἀλεξάνδρου Μωραϊτίδου, ἐκ τοῦ πρός Αὐτήν Παρακλητικοῦ Κανόνος (1993).


ΠΑΝΑΓΙΑΣ ΕΙΚΟΣΙΦΟΙΝΙΣΣΗΣ
(τῆς ὁμωνύμου Ἱερᾶς Μονῆς Παγγαίου Ὄρους)

Τήν ἀχειροποίητον καί σεπτήν Εἰκόνα, προθύμως προσκυνήσωμεν ἀδελφοί, τῆς Ἁγνῆς Παρθένου, ἀπό ψυχῆς βοῶντες χαῖρε, Θεογεννῆτορ Εἰκοσιφοίνισσα.

Τῶ Ὁσίῳ, Δέσποινα, Γερμανῶ, ὤφθης παραδόξως καί ὑπέδειξας τήν σεπτήν, Ἄχραντε, μορφήν Σου, ἐν ξύλῳ τυπωθεῖσαν ἀχειροπλάστως, Κόρη, δυνάμει κρείττονι.

Φοινικοῦν ἐκλάμπουσα πάλαι φῶς, ἡ Εἰκών Σου, Κόρη, ἐξεθάμβησε τούς πιστούς, ἧ μετ’ εὐλαβείας προσπίπτοντες βοῶμεν, χαῖρε Θεοκυῆτορ Εἰκοσιφοίνισσα.

Θαύματα Εἰκών Σου ἡ θαυμαστή ενεργεῖ, Παρθένε, τῆ θερμῆ Σου ἐπισκοπῆ, ὅθεν Σου τήν χάριν κηρύττει τήν πλουσίαν, Μακεδονία πᾶσα, Εἰκοσιφοίνισσα.

Δεῦτε οἱ νοσοῦντες καί οἱ δεινοῖς θλιβόμενοι πόνοις, τῆ Εἰκόνι τῆ θαυμαστῆ Εἰκοσιφοινίσσης, ὡς ἄν τήν θεραπείαν, ἐκ ταύτης τήν ταχείαν πίστει κομίσησθε.

Σκέπε ἀπό πάσης, Κόρη, ὀργῆς, ταῦτην τήν Μονήν Σου καί τούς σπεύδοντας ἐν αὐτῆ, φύλαττε ἀτρώτους ἐκ πάσης ἐπηρείας, πληροῦσα τάς αἰτήσεις αὐτῶν ἑκάστοτε.

Ἡ Εἰκών τῆς Παναγίας Εἰκοσιφοινίσσης, κατά τήν παράδοσιν ἀχειροποίητος, συνδεομένη μετά τοῦ κτίτορος τῆς Μονῆς ὁσ. Γερμανοῦ (5ος αἰ.), φυλάσσεται εἰς τήν ὁμώνυμον Μονήν τοῦ Παγγαίου Ὄρους. Τά Μεγαλυνάρια εἶναι ποιήματα τοῦ Μοναχοῦ Γερασίμου Μικραγιαννανίτου, ἐκ τοῦ πρός Αὐτήν Παρακλητικοῦ Κανόνος (1994).


ΠΑΝΑΓΙΑΣ ΕΛΕΥΘΕΡΩΤΡΙΑΣ
(τοῦ ὁμωνύμου Ἱεροῦ Προσκυνήματος Κοκκιναρᾶ Ἀττικῆς)

Τήν παντοβασίλισσαν Μαριάμ, τήν ἐλευθεροῦσαν ἀπό πάσης ἡμᾶς ὀργῆς καί πρός βασιλείαν εἰσάγουσαν τήν ἄνω, τήν μόνην Θεοτόκον ὕμνοις τιμήσωμεν.

Τῆ ἐπισκιάσει Σου τῆ σεπτῆ, ὄντως ὡραιώθη ἡ Εἰκών Σου ἡ θαυμαστή καί ἐλευθερίαν δεινῶν ἀεί παρέχει, τοῖς ταῦτῃ προσιοῦσιν, Ἐλευθερώτρια.

Τούς μαστιζομένους ὑπό παθῶν καί συνεχομένους ἀσθενείαις ὀδυνηραῖς, Κόρη Παναγία, τῆ Σῆ ἐπισκάσει, ὡς Μήτηρ εὐσπλαχνίας, ἀπελευθέρωσον.

Ἐλευθερωτρίας τῆ θαυμαστῆ καί σεπτῆ Εἰκόνι, καταφύγωμεν οἱ πιστοί, ἵνα λυτρωθῶμεν τῶν λυπηρῶν τοῦ βίου καί θείας πληρωθῶμεν ἀγαλλιάσεως.

Ἅπαντας τούς πίστει εἰλικρινῆ προστρέχοντας, Κόρη, τῆ θερμῆ Σου ἐπισκοπῆ, ἀβλαβεῖς συντήρει ἐκ πάσης ἐπηρείας, ὡς εὐσεβῶν, Παρθένε, Ἐλευθερώτρια.

Δεῦτε Ὀρθοδόξων αἱ στρατιαί, Ἄχραντον Παρθένον καί Ὑπέρμαχον Στρατηγόν, ὑμνήσωμεν Μαρίαν τήν Κεχαριτωμένην καί πάντων ἐν κινδύνοις Ἐλευθερώτριαν.

Ἡ Εἰκών τῆς Παναγίας Ἐλευθερωτρίας φυλάσσεται εἰς τό ὁμώνυμον Προσκύνημα Κοκκιναρᾶ Ἀττικῆς. Τά Μεγαλυνάρια εἶναι ποιήματα τοῦ Μοναχοῦ Γερασίμου Μικραγιαννανίτου, ἐκ τοῦ πρός Αὐτήν Παρακλητικοῦ Κανόνος (1988).


ΠΑΝΑΓΙΑΣ ΕΛΩΝΑΣ
(τῆς ὁμωνύμου Ἱερᾶς Μονῆς Λεωνιδίου Κυνουρίας)

Χαῖροις, Μῆτερ Ἔλωνα θαυμαστή, Πάρνωνος προστάτις, Λακωνίας ἡ ἀρωγός, τοῦ Πραστοῦ ἀκέστορ, καταφύγιον Ἔλους καί Πελοποννησίων πάντων κραταίωμα.

Δεῦτε ἀσπασώμεθα τήν μορφήν τῆς Ἐλώνης πόθῳ, Θεοτόκου ἐν τῇ Μονῇ Ταύτης, Κυνουρίαν κοσμοῦσαν καί θαυμάτων τοῖς ῥεύμασιν Ἀρκάδων γῆν ἁγιάζουσαν.

Τήν σεπτήν μορφήν Σου Ἧν οἱ βοσκοί τῆς Βασκίνης εὗρον ηὐγασμένην θείῳ φωτί καί ἐν ἀποκρήμνῳ σπηλαίῳ κρεμμαμένην, νῦν, Ἔλωνα, ἐκ πόθου κατασπαζόμεθα.

Τήν δεδομημένην, Μῆτερ Θεοῦ, μάνδραν Σου ὁρῶντες ἐν σπηλαίῳ ὡς καλιάν, Ἔλωνα, στρουθίων, πληρούμεθα ἀφθίτου χαρᾶς καί βαθυτάτης ἀγαλλιάσεως.

Σκέπε τούς προστρέχοντας εὐλαβῶς, Ἔλωνα, Εἰκόνα προσκυνῆσαι Σήν ἱεράν καί ἀπαύστως δίδου Σέ ἀνυμνολογοῦσι, Κυρία Θεοτόκε τήν εὐλογίαν Σου.

Σύντριψον τά βέλη τοῦ πονηροῦ, ῥάβδῳ πρεσβειῶν Σου, Μῆτερ Ἔλωνα, πρός Θεόν καί Μονογενῆ Σου Υἱόν, ἐλπίς τοῦ κόσμου, Κυρία Θεοτόκε, Πάρνωνος κλέϊσμα.

Ἡ Εἰκών τῆς Παναγίας Ἔλωνας, κατά τήν παράδοσιν ἔργον τοῦ Εὐαγγελιστοῦ Λουκᾶ, φυλάσσεται εἰς τήν ὁμώνυμον Ἱεράν Μονήν Λεωνιδίου Κυνουρίας. Τά Μεγαλυνάρια εἶναι ποιήματα τοῦ Δρ. Χαραλάμπους Μπούσια, ἐκ τοῦ πρός Αὐτήν Παρακλητικοῦ Κανόνος (2003).


ΠΑΝΑΓΙΑΣ ΕΣΦΑΓΜΕΝΗΣ
(τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Βατοπεδίου Ἁγίου Ὄρους)

Ἔχει τήν Εἰκόνα Σου τήν σεπτήν, τοῦ Βατοπεδίου τό σεμνεῖον ὡς θησαυρόν θεῖον, Ἐσφαγμένη, Κυρία Θεοτόκε, καί κρήνην θαυμασίων ὄντως ἀστείρευτον.

Σκότος ζοφερώτατον τῆς ὀργῆς, σκέδασον λιταῖς Σου καί ἀνάτειλον χρησαυγῆ ἥλιον εἰρήνης, Κυρία Ἐσφαγμένη, ἡμῖν τοῖς προσιοῦσι Σῶ ἐκυπώματι.

Μάνδραν περιφρούρει τήν εὐαγῆ τοῦ Βατοπεδίου, οἷαν κόσμον περικλεῆ, τήν σεπτήν πλουτοῦσαν Εἰκόνα Σου ἐν κόλποις, Παρθένε Ἐσφαγμένη, κόσμου διάσωσμα.

Δεῦτε ἀσπασώμεθα εὐλαβῶς, τήν σεπτήν Εἰκόνα Ἐσφαγμένης τῆς θαυμαστῆς, τῶν παντοίων νόσων βλυστάνουσαν ἰάσεις, ψυχῶν τε καί σωμάτων καί χάριν ἄφθονον.

Πύλας ἄνοιξόν μοι τῆς σωστικῆς μετανοίας, Κόρη, Ἐσφαγμένη θαυματουργέ, ἡ ἐκ τοῦ θανάτου τοῦ αἰωνίου πάλαι, τόν τρώσαντα βιαίως Σέ διασώσαντα.

Τρόμον ἐμποιεῖ μοι τῶ δυστυχεῖ, Ἐσφαγμένη Κόρη, τῶν αἱμάτων ἡ ἐκροή, ἐν τῆ παρειᾶ Σου καί τῆς ὀργῆς μου νέφη διώκει τά ζοφώδη, πρᾶε Μητρόθεε.

Ἡ Εἰκών τῆς Παναγίας Ἐσφαγμένης εἶναι τοιχογραφία τοῦ 14ου αἰ., εὑρισκομένη εἰς τόν Νάρθηκα τοῦ Παρεκκλησίου τοῦ ἁγ. Δημητρίου, τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Βατοπεδίου Ἁγίου Ὄρους. Τά Μεγαλυνάρια εἶναι τοῦ Δρ. Χαραλάμπους Μπούσια, ἐκ τοῦ πρός Αὐτήν Παρακλητικοῦ Κανόνος (1993).


ΠΑΝΑΓΙΑΣ ΕΨΙΜΙΑΝΗΣ
(τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Εὐαγγελισμοῦ Μητρός Ἠγαπημένου Πάτμου)

Χαίρει νῆσος Πάτμος ἡ εὐκλεής, ἔχουσα ἐν κόλποις, θαυμαστή Ἐψιμιανή, τήν σεπτήν μορφήν Σου, τήν παρ’ ἁλός ἐρήμου, τούς λίθους εὑρεθεῖσα, θεογεννήτρια.

Βρύει ἰαμάτων τάς δωρεάς, τῆ ἐπιφοιτήσει μυστικῶς, Ἐψιμιανή, χάριτος Σῆς θείας, τοῖς Σοῦ ἀσπαζομένοις, τό ἔκτυπον ἐκθύμως τό θαυματόβρυτον.

Ὡς ἐκ τῆς μανίας τῶν πειρατῶν, ἔσωσας τήν νῆσον Πάτμου, ὦ Ἐψιμιανή, σῶσον νῦν τούς πόθῳ Σέ ἐπικαλουμένους καί πλήρου τάς αἰτήσεις τούτων ὡς εὔσπλαχνος.

Φύλαττε Μονήν Εὐαγγελισμοῦ τοῦ Ἡγαπημένου τῆς Μητρός, Ἐψιμιανή, τήν ὡς ὄλβον θεῖον κατέχουσαν ἐν κόλποις, τήν βρύουσαν ἰάσεις πᾶσιν Εἰκόναν Σου.

Ὡς ἀρτίως ἔδειξας εὐσεβεῖ, Σόν ναόν κατ’ ὄναρ, θαυμαστή Ἐψιμιανή, οὕτω σωτηρίας ὑπόδοιξόν μοι δρόμον, ἀτίμητον τῆς νήσου Πάτμου θησαύρισμα.

Τήν σεπτήν Εἰκόν Σου, Μαριάμ, ἥκουσαν εἰς Πάτμον ξένως νῦν, Ἐψιμιανή, πάντες προσκυνοῦντες τρανῶς ὁμολογοῦμεν, ἀπείρων Σου θαυμάτων πλῆθος τό ἄμετρον.

Ἡ Εἰκών τῆς Παναγίας Ἐψιμιανῆς, προερχομένη ἀπό τό ὁμώνυμον Ἐρημητήριον τῆς Πάτμου, φυλάσσεται εἰς τήν ἐν Πάτμῳ Ἱεράν Μονήν Εὐαγγελισμοῦ Μητρός Ἠγαπημένου. Τά Μεγαλυνάρια εἶναι ποιήματα τοῦ Δρ. Χαραλάμπους Μπούσια, ἐκ τοῦ πρός Αὐτήν Παρακλητικοῦ Κανόνος (2002).


ΠΑΝΑΓΙΑΣ ΙΕΡΟΣΟΛΥΜΙΤΙΣΣΗΣ
(τοῦ Θεομητορικοῦ Προσκυνήματος Γεθσημανῆ Ἱεροσολύμων)

Δεῦτε ἀσπασώμεθα τήν μορφήν τῆς Ἀειπαρθένου, ποιηθεῖσαν ἄνεϋ χειρός, ἀληθῶς βροτείου ἐν Ἱεροσολύμοις καί ἔχουσαν τήν κλῆσιν αὐτῶν τήν πάνσεπτον.

Χαίροις τῆς νεότητος ποδηγός, πρός τήν σωτηρίαν καί προστάτις καί ἀρωγός, Σοί τῶν προσφευγόντων ἐν πάσαις βίου ζάλαις, Γεθσημανῆς κοσμῆτορ, πάνσεπτε Δέσποινα.

Τήν σεπτήν μορφήν Σου, ἥν τῶ φωτί περιηυγασμένην ἐν κελλίῳ Τατιανῆ τῶ αὐτῆς κατεῖδεν, ἐν πίστει προσκυνοῦμεν, Κυρία Θεοτόκε, ὡς ἀχειρότευκτον.

Σήν προσωνυμοῦσαν, Μῆτερ Θεοῦ, Ἱεροσολύμοις προσκυνοῦντες πανευλαβῶς θαυμαστήν Εἰκόνα, λαμβάνομεν ἀφθόνως, τήν ἐξ αὐτῆς τοῖς πᾶσι χάριν ἐκβλύζουσαν.

Δεῦτε ἀσπασώμεθα εὐλαβῶς, Σήν σεπτήν Εἰκόνα ἐν τῶ τάφῳ Γεθσημανῆ, Ἱεροσολύμων λαμπράν προσωνυμίαν τήν φέρουσαν, Παρθένε Θεογεννήτρια.

Παρειμένον ἤγειρας θαυμαστῶς ἐν τῆ Βουλγαρίᾳ καί ἠνέωξας ὀφθαλμούς, ἐν αὐτῆ ἀρτίως τυφλῆς κατασπασθείσης Σόν ἔκτυπον, Παρθένε, τό ἀχειρότευκτον.

Ἡ ἀχειροποίητος Εἰκών τῆς Παναγίας Ἱεροσολυμιτίσσης, ἱστορήθη μέ τρόπον θαυμαστόν τό ἔτος 1870 εἰς τήν Ρωσικήν Μονήν τῆς ἁγ. Μαγδαληνῆς Ἱεροσολύμων καί ἔκτοτε φυλάσσεται εἰς τό Προσκύνημα τοῦ Θεομητορικοῦ Τάφου εἰς Γεθσημανῆ. Τά Μεγαλυνάρια εἶναι ποιήματα τοῦ Δρ. Χαραλάμπους Μπούσια, ἐκ τοῦ πρός Αὐτήν Παρακλητικοῦ Κανόνος (2004).


ΠΑΝΑΓΙΑΣ ΤΟΥ ΚΑΖΑΝ
(τοῦ ἐν Μάνδρᾳ Ἀττικῆς Ἱεροῦ Παρεκκλησίου τῆς ὁσ. Ξένης)

Εἰκόνι Σου τῆ θείᾳ τῆ τοῦ Καζάν προσπίπτωμεν, Κόρη, οἱ ἐν θλίψεσι τῆς ψυχῆς, αἰτούμενοι δι’ αὐτῆς τήν Σήν γενναῖαν καί ἀναγκαῖαν τοῖς πᾶσι ἀντίληψιν.

Ῥωσίας ἁπάσης τήν ὁδηγόν, Γένους Ὀρθοδόξων τήν Ὑπέρμαχον Στρατηγόν, Καζάν τήν Εἰκόνα νῦν τιμῶμεν, ὡς τῆς Παρθένου λαμπρόν ἀποτύπωμα.

Κατάπαυσον τόν τάραχον τῆς ψυχῆς τῶν δούλων Σου, Κόρη, Θεοπόθητε Μαριάμ, καί δώρησαι εἰρήνην Σοῖς ἱκέταις, ὅπως μή παύουν τοῦ μεγαλύνειν Σε.

Βάρος, Παρθένε, ἐν τῆ ψυχῆ καί ἄλγος καί πόνος ἐπιπολάζει νῦν ἐπ’ ἐμέ, Σύ ἄρον τόν ζυγόν τῆς ἁμαρτίας, ἧ ὡς μεσότοιχον τοῦ Υἱοῦ Σου χωρίζει με.

Κατέχοντες, Κόρη, τῆς Σῆς μορφῆς, Εἰκόνα τήν θείαν, ἀποκειμένην ἐν τῶ σεπτῶ Ξένης Σαλῆς Παρεκκλησίῳ, αὐτῆ προσπίπτωμεν, θείᾳ Καζάνσκαγιᾳ.

Κράζωμεν εὐγνωμόνως χαῖρε Ἁγνῆ, ὅτι εὐαρεστῆσαι τῆ Εἰκόνι Σου τοῦ Καζάν, τῆ ἀποκειμένῃ Ξένης Παρεκκλησίῳ, δοξάζοντες τήν θείαν οἰκονομίαν Σου.

Μεγαλυνάριον ἕτερον (ποίημα Γεωργίου Ἀποστολάκη).
Χαίροις ἄνθος εὔοσμον τοῦ Καζάν, πάσης τε Ῥωσίας ἀγαλλίαμα καί χαρά, ἡμετέρου οἴκου ἐπίσκεψις καί σκέπη, Κυρία Θεοτόκε, σεπτή Καζάνσκαγια.

Τῆς Εἰκόνος τῆς Παναγίας τοῦ Καζάν ἀπωλεσθείσης τό ἔτος 1905, διασώζονται 70 περίπου θαυματουργά ἀντίγραφα. Μεταξύ αὐτῶν συγκαταλέγεται καί ἀντίγραφον τοῦ ἔτους 1732, Ρωσικῆς προελεύσεως (προερχόμενον ἐκ τῆς Ἐκκλησίας τῶν Κατακομβῶν), θαυμαστῷ τῷ τρόπῳ εὑρεθέν, φυλασσόμενον εἰς τό Παρεκκλήσιον τῆς ὁσ. Ξένης τῆς Ρωσίδος Μάνδρας Ἀττικῆς. Τά Μεγαλυνάρια εἶναι ποιήματα τοῦ Καθηγητοῦ Ἀντ. Μάρκου, ἐκ τοῦ πρός Αὐτήν Παρακλητικοῦ Κανόνος (2011).


(*) ΠΑΝΑΓΙΑΣ ΚΑΜΑΡΙΩΤΙΣΣΗΣ
(Σαμοθράκη)

Ἃσπίλε ἀμόλυντε καὶ ἁγνή, θείαν σου εἰκόνα ἐπισκέπτιν τὴν προσφιλῆ· τὴν διασωθεῖσαν, ἐκ τῶν εἰκονομάχων, ἐν πίστει προσκυνοῦντες, σὲ μεγαλύνομεν.

Η εικόνα της Θεοτόκου η λεγόμενη «Καμαριωτίσσης» φυλάσσεται στην Σαμοθράκη.


ΠΑΝΑΓΙΑΣ ΚΑΝΑΛΑΣ
(τῆς ἐν νῆσῳ Κύθνῳ τῶν Κυκλάδων)

Χαῖρε, Μητροπάρθενε Μαριάμ, Δέσποινα τοῦ κόσμου καί Βασίλισσα Οὐρανῶν· χαῖρε, Παναγία Κανάλα ἐκ θαλάσσης, ἡμῖν ἐπιδοθεῖσα, δῶρον αἰώνιον.

Ἄσμασιν συμφώνως Ἀγγελικοῖς, μέλψωμεν Κανάλαν Παναγίαν ἁγνοπρεπῶς· χαῖρε ἐκβοῶντες Αὐτῇ ἐν εὐφροσύνῃ, χαρᾶς ἀτελευτήτου μέγα κειμήλιον.

Ἰάσεις σωμάτων καί τῶν ψυχῶν, Κανάλα Παρθένε, ἡ Εἰκών Σου ἡ ἱερά, βλύζει ἀενάως τοῖς πίστει προσιοῦσι· καί γάρ ἀδυνατεῖ Σοι οὐδέν, Μητρόθεε.

Ῥητόρων πολύφθογγοι λαλιαί, ὅλως σιωπῶσι πρό τοῦ τόκου Σου, Μαριάμ· μόνη γάρ ἀνάνδρως Θεόν τόν πρό αἰώνων γεγένηκας, Κανάλα, κόσμου εἰς λύτρωσιν.

Ἔχει ὡς πολύολβον θησαυρόν, Κύθνου θεία νῆσος τήν Εἰκόνα Σου, Μαριάμ· ἔχει δέ Κανάλα ἀπόρθητον ὡς τεῖχος, πρεσβείας μητρικαῖς Σου, κτίσις ἡ σύμπασα.

Νεῖλος ὥσπερ ἄλλος ἐπί τῆς γῆς ὤφθης, ὦ Κανάλα Παναγία, παναληθῶς· χάριν ἀκενώτως προχέουσα θαυμάτων, ψυχάς τε τηκομένων θείως εὐφραίνουσα.

Ὕψος παρθενίας Σου ἐκπλαγείς, Ἄγγελος, Παρθένε, ὁ θεόσταλτος Γαβριήλ, χαῖρε Σοι ἐφώνει, Ἁγνή εὐλογημένη· καί πάντες Σοι, Κανάλα, χάριτας ἄδομεν.

Μύρῳ τῷ ἁγίῳ καί νοητῷ, ἔχρισε Πατήρ Σε τῶν ἁπάντων καί Βασιλεύς, Πνεῦμα Ἅγιον Σοι, Κανάλα, καταπέμψας, Υἱοῦ Αὐτοῦ καί Λόγου Μήτηρ γενέσθαι Σε.

Φάλαγγας δαιμόνων τυραννικάς ἤσχυνας, Κανάλα Παναγία, νικητικῶς, κόσμῳ ὡς τεκοῦσα Θεόν, Σταυροῦ τό πάθει, συντρίψαντα τοῦ Ἅδου πᾶσαν τήν δύναμιν.

Ἤλθον ἀπωλείας εἰς τόν βυθόν, ὅλως καταιγίς με ἐκταράττει τῶν λυπηρῶν· χεῖρα μοι παράσχου, Κανάλα Παναγία, τῆς Σῆς ἐπιστασίας, ὡς εὐσυμπάθητος.

Ἄνω τῶν Ἀγγέλων αἱ στρατιαί, κάτω τῶν ἀνθρώπων, Παναγία, αἱ πατριαί, ἄδουσι, Κανάλα, Μυστήριον τό μέγα, φρικτῆς οἰκονομίας ἥν ἐπετέλεσας.

Νύκτα τήν βαθεῖαν καί ἀφεγγεῖ, ὅλως τῷ φωτί Σου διασκέδασας τῷ λαμπρῷ, Ἥλιον τεκοῦσα τόν ἄδυτον τῷ κόσμῳ, Χριστόν, Κανάλα Κόρη, κόσμον αὐγάζοντα.

Ὑσσώπῳ τῶν θείων Σου πρεσβειῶν, πλῦνον με τοῦ ῥύπου, δυσμορφίας τε τῶν παθῶν, ὅπως τῷ Υἱῷ Σου ὀφθῶ κεκαθαρμένος, Κανάλα Παναγία, ἐν ὧρᾳ Κρίσεως.

Μάννα τό οὐράνιον νοητῶς δίδως, Παναγία, ὦ Κανάλα, πᾶσι βροτοῖς· ἄρτον ὡς τεκοῦσα ζωῆς τῆς αἰωνίου, Χριστόν τροφήν τῇ κτίσει πάσῃ παρέχοντα.

Φεῖσαι Κλήρου, Κόρη, καί τοῦ λαοῦ, τοῦ ἐν ἁμαρτίαις περιπίπτοντος χαλεπαῖς· χεῖρας τῷ υἱῷ Σου, Κανάλα Παναγία, ἀνάγουσα καί Τοῦτον ἵλεων ποίησον.

Εὔας παρηκόου τήν ὀφειλήν, ἔλυσας, Παρθένε, εὐπειθείᾳ Σου πρός Θεόν, πᾶσαν δέ πικρίαν αὐχμοῦ πολυθεΐας μετέτρεψας, Κανάλα, δρόσον εἰς πάντερπνον.

Ὑδάτων ἐν μέσῳ ἡ Σή Εἰκών, τῆς Κύθνου εὑρέθη, ὦ Κανάλα, ξενοπρεπῶς· ὕδωρ σωτηρίας πηγάζουσα ἀφθόνως καί βλύζουσα θαυμάτων χάριν γλυκύῤῥοον.

Τόμον εἰς αἰώνιον τῆς ζωῆς γράψον, ὦ Κανάλα Παναγία, Σούς ὑμνητάς· Μήτηρ γάρ ὑπάρχεις Θεοῦ τοῦ κυβερνῶντος, πανσόφῳ ἐξουσίᾳ κόσμον ὅν ἔπλασεν.

Ἔθνος τῶν Ἑλλήνων τό ἱερόν φύλαττε, Κανάλα Παναγία, ταῖς Σαῖς λιταῖς· φρούρει δέ καί σκέπε ἀεί τήν οἰκουμένην, παρέχουσα εἰρήνην καί μέγα ἔλεος.

Ἡ Εἰκών τῆς Παναγίας Κανάλας, φυλάσσεται ἐν τῇ νήσῳ Κύθνῳ τῶν Κυκλάδων. Τά Μεγαλυνάρια (ὧν ἡ ἀκροστιχίς «Χαῖρε Νύμφη Ἀνύμφευτε»), εἶναι ποιήματα τῆς Γεροντίσσης Ἰσιδώρας, Καθηγουμένης τῆς Ἱερᾶς Μονῆς ἁγ. Ἱεροθέου Μεγάρων, ἐκ τοῦ πρός Αὐτήν Παρακλητικοῦ Κανόνος, πρός τιμήν τοῦ ἐν Ἐλευσῖνι Ἀττικῆς ἀντιγράφου Αὐτῆς.


(*) ΠΑΝΑΓΙΑΣ ΚΑΣΣΩΠΙΤΡΑΣ
(Κέρκυρα)

Χαίρει πᾶσα κτίσις περιχαρῶς, σοῦ τῇ φιλοστόργῳ ἀντιλήψει Μῆτερ Θεοῦ, χαίρει καὶ καυχᾶται ἡ Κέρκυρα πλουτοῦσα· εἰκόνα Κασσωπίτρα σοῦ τὴν χαρίεσσαν.

Ἄγγελοι καὶ ἄνθρωποι συνῳδά, ὕμνους θεοπλόκους σοὶ Παρθένε ἁγνοπρεπῶς, ᾄδουσι βοῶντες Κυρία Κασσωπίτρα· περίσωζε λαόν σου ἐκ περιστάσεων.

Ἴδε μου τὸ σκότος τὸ σκυθρωπόν, Μῆτερ Κασσωπίτρα ὅ συνέχει μου τὴν ψυχήν, τοῦτο δὲ μακρόθι ἀπέλασον καὶ φῶς μοι· ἐγκαίνισον τὸ μέγα καὶ ἱλαρώτατον.

Ράκη διανοίας μου πενιχρά, τὰ ἐξ ἀμελείας καὶ φαυλότητος ἅ φορῶ, ἔκδυσον Μαρία Παρθένε Κασσωπίτρα· καὶ δός μοι τὸν χιτῶνα τῆς κοσμιότητος.

Ὅλῃ διανοίᾳ ὅλῃ ψυχῇ, ὅλῃ τε καρδίᾳ καὶ ἐξ ὅλης μου τῆς βουλῆς, στέργω σε ἐν φίλτρῳ υἱότητος ἀψεύστῳ· Παρθένε Κασσωπίτρα πάντων Βασίλισσα.

Ἴθυνον εἰς ὅρμον με γαληνόν, Κόρη Κασσωπίτρα ἡ κυήσασα ἐπὶ γῆς, ἄρχοντα εἰρήνης Χριστὸν τὸν Ζωοδότην· τὰ πρώην διεστῶτα τὸν συναρμόσαντα.

Σκεῦος εὐλογίας τὸ καθαρόν, πλοῦτος τῆς ἐλπίδος τῆς ἀγάπης οἶκος λαμπρός, πνεύματος Ἁγίου καθέδρα τε ἐγένου· Παρθένε Κασσωπίτρα Θεοχαρίτωτε.

Κύκλῳ τῆς εἰκόνος σου τῆς σεπτῆς, πόθῳ συνεστῶτες Κασσωπίτρα Μῆτερ Θεοῦ, κλίνομεν καρδίας καὶ σώματος τὸ γόνυ· τὴν σὴν ἐπικουρίαν ἐπικαλούμενοι.

Ἔρεισμα τῆς κτίσεως ἀῤῥαγές, τεῖχος οἰκουμένης τῶν ἀνθρώπων καταλλαγή, σὺ εἶ Κασσωπίτρα Παρθένε Παναγία· τὰς θύρας Παραδείσου ἡ διανοίξασα.

Ράδαμνον ἐβλάστησας ἐκ Πατρός, Πνεύματος Ἁγίου τῇ ἐλεύσει τε Μαριάμ, Λόγον καὶ Θεόν σου Παρθένε Κασσωπίτρα· Πρεσβείαις μητρικαῖς σου Ὅν ἐξιλέωσαι.

Κλύδων ἐκταράττει με ὁ σφοδρός, κύματαἐγείρων χαλεπώτατα πειρασμῶν, σπεῦσον Κασσωπίτρα Παρθένε Παναγία· καὶ δός μοι τὴν εἰρήνην τὴν ὑπέρ ἔννοιαν.

Ὕδατι νιψάμενος ὁ τυφλός, ἔβλεψε καὶ πάλιν τοῦ Υἱοῦ σου τῇ προσταγῇ, σοῦ δὲ τῇ προσψαύσει Παρθένε Κασσωπίτρα· ὀμμάτων νέων εὗρεν πλοῦτον ὁ Στέφανος.

Ρεῖθρον ἰαμάτων σε δαψιλές, πέλαγος θαυμάτων χαρισμάτων τε προχοή, πάντων τὰς καρδίας εὐφραίνουσα ἀρῥήτως· εἰκών σου Κασσωπίτρα πέλει ἡ πάντιμος.

Ἄνεσιν παράσχου μοι τῇ ψυχῇ, τῇ συγκεκλεισμένῃ τῶν πταισμάτων ἐν φυλακῇ, καὶ ἐλευθερίαν Παρθένε Κασσωπίτρα· τοῦ Πνεύματός μοι δίδου ἥν ἐξησφάλισας.

Σέμνωμα Κερκύρας θεοπρεπές, πλοῦτος οἰκουμένης ἐκκλησίας ὁ στολισμός πέλει ἡ Μονή σου Παρθένε Κασσωπίτρα· τοὺς πόθῳ προσιόντας καθαγιάζουσα.

Κράτυνον τὸ κέρας τῶν εὐσεβῶν, σύντριψον τὰ βέλη πολεμίων τῶν νοητῶν, ῥώμῃ τῆς χειρός συ Περθένε Κασσωπίτρα Θεὸν τὸν ἐν ἰσχύι μόνη ὡς τέξασα.

Λάμψον μοι ἀκτίνας τοῦ σοῦ φωτός, Μῆτερ Κασσωπίτρα φωτοπάροχε Μαριάμ, ἵνα ἐν τῷ βίῳ βαδίζων ἀπροσκόπως· Θεοῦ εἰς κατοικίαν φθάσω τὴν πάμφωτον.

Ἔλεγχος ἀδίκων καὶ μυσαρῶν, πέλει ἡ μορφή σου Κασσωπίτρα Μῆτερ Θεοῦ, τῷ ἀδικηθέντι Στεφάνῳ γὰρ παρέστης· τὴν ὅρασιν δικαίως τούτῳ βραβεύσασα.

Ὅπλον ἐν κινδύνοις καὶ συμφοραῖς, σοῦ τὰς εὐπροσδέκτους ἱκεσίας πρὸς τὸν Θεόν, Κόρη Κασσωπίτρα πλουτοῦμεν οἱ σοὶ δοῦλοι· ἐλπίζοντες εἰς ταύτας, οὐκ αἰσχυνόμεθα.

Σάλπιγξ μεγαλόφωνος καὶ χρυσῆ, λύρα μελῳδοῦσα μυστηρίων τὰς ἀπαρχάς, εὔσημος κιάρα ἀῤτήτων μεγαλείων· ὑπάρχεις Κασσωπίτρα Κόρη Πανάχραντε.

Χαίροις εὐφροσύνης ὁ γλυκασμός, χαίροις τῆς ἀγάπης καὶ ἐλπίδος θεία σφραγίς, πίστεως ἁγίας βεβαίωσις τελεία· Παρθένε Κασσωπίτρα νύμφη ἀνύμφευτε.

Η εικόνα της Θεοτόκου η λεγόμενη Κασσωπίτρας» φυλάσσεται στην περιοχή Φιγαρέτο Κανονίου Κέρκυρας. Τα Μεγαλυνάρια (ὧν ἡ ἀκροστιχίς «Χαίροις Κερκύρας κλέος»), είναι ποιήματα του πρός Αυτήν Παρακλητικού Κανόνος.


ΠΑΝΑΓΙΑΣ ΚΕΡΝΙΤΣΗΣ
(τῆς ὁμωνύμου Ἱερᾶς Μονῆς Γορτυνίας Ἀρκαδίας)

Τήν σεπτήν Εἰκόνα καί θαυμαστήν τῆς ἁγνῆς Κερνίτσης, προσκυνήσωμεν εὐλαβῶς καί ἐν κατανύξει βοήσωμεν, Παρθένε, ἡμῶν προστάτις πέλεις, φύλαξ καί πρόμαχος.

Χαίρει καί ἀγάλλεται ἡ σεπτή, τῆς Κερνίτσης μάνδρα, ὡς ἀσύλητον θησαυρόν ἔχουσα Εἰκόνα τήν Σήν, Θεογεννῆτορ, τήν βρύουσαν ἀφθόνως πᾶσιν ἰάματα.

Ἐξ ἀλωπεκίας ὑπερφυῶς ἐλυτρώσω νέον, θαυματόβρυτε Μαριάμ, ἀγλαή Κερνίτσα, τόν προσκυνήσαντά Σου ἐκτύπωμα τό θεῖον καί πανσεβάσμιον.

Ὥσπερ πάλαι ἔσωσας θαυμαστῶς, κτίστην τῆς Σῆς μάνδρας, τόν πεσόντα εἰς τόν κρημνόν, σῶσον ἐκ θανάτου τοῦ αἰωνίου πάντας, Κερνίτσα Θεοτόκε, τούς προσκυνοῦντας Σε.

Ἔχει Σε προστάτιν καί ἀρωγόν, Γορτυνία πᾶσα καί Μονή Σου ἡ ἱερά, φύλακα καί ῥύστιν ἐκ συμφορῶν παντοίων, Κερνίτσα Θεοτόκε, Μῆτερ Ἀνύμφευτε.

Πλήρου τάς αἰτήσεις διά παντός, τῶν ἀσπαζομένων Σήν Εἰνόνα τήν ἱεράν, Κεχαριτωμένη, Κερνίτσα Παναγία, καί ἀνυμνούντων πλῆθος τῶν θαυμασίων Σου.

Ἡ Εἰκών τῆς Παναγίας Κερνίτσης, φυλάσσεται εἰς τήν παρά τήν Γορτυνίαν τῆς Ἀρκαδίας ὁμώνυμον Ἱεράν Μονήν. Τά Μεγαλυνάρια εἶναι ποιήματα τοῦ Δρ. Χαραλάμπους Μπούσια, ἐκ τοῦ πρός Αὐτήν Παρακλητικοῦ Κανόνος (2000).


ΠΑΝΑΓΙΑΣ ΚΕΧΑΡΙΤΩΜΕΝΗΣ
(τοῦ ὁμωνύμου Ἱεροῦ Ἡσυχαστηρίου Τροιζηνίας)

Κεχαριτωμένη Μῆτερ ἡμῶν, ἴασαι καρδίαν λογχευθεῖσαν ἐν πειρασμοῖς, αἱμάσσουσαν πόνοις καί συμφοραῖς ποικίλαις καί πίστει αἰτουμένην τήν θείαν σκέπην Σου.

Πάντων θλιβομένων ἡ χαρμονή καί τῶν δυστυχούντων καταφύγιον ἀσφαλές, τήν ἐμήν καρδίαν, ἐν ζάλαις ποντουμένην, ἀνάστησον, Παρθένε, ταῖς ἱκεσίαις Σου.

Δός μοι προστασίαν ἐν συμφοραῖς, παῦσον διαβόλου ἐπιθέσεις καί πειρασμούς, πράϋνον τά πάθη, γαλήνευσον καρδίαν, στερέωσον τήν πίστιν, ὦ Παντευλόγητε.

Φώτισον τόν νοῦν μου, Μῆτερ Θεοῦ, τόν ἐσκοτισμένον ἐν ταῖς ζάλαις τῶν πειρασμῶν, κράτυνον καρδίαν, ἐν πόνοις πεπτωκυῖαν καί δός μοι ἐν τῶ βίῳ, κρουνούς τῆς χάριτος.

Σκέπασον ψυχήν μου τήν ταπεινήν, μή μόνην ἀνεύρῃ ἀσθενοῦσαν ὁ δολερός. Συμμάχησον πολέμῳ, ὦ Κεχαριτωμένη, καί δίωξον λιταῖς Σου, τούς πολεμοῦντας με.

Μέγα Σύ προπύργιον τῶν πιστῶν ὑπάρχεις, Παρθένε, καί χαράκωμα ἀσφαλές, τῶν καταφευγόντων ἐν συντριβῆ καρδίας, τῶ θρόνῳ τοῦ Υἱοῦ Σου καί Λυτρωτοῦ ἡμῶν.

Ἡ Εἰκών τῆς Παναγίας Κεχαριτωμένης ἀποθησαύρισται εἰς τό ὁμώνυμον ἐν Τροιζῆνι Ἱερόν Ἡσυχαστήριον. Τά Μεγαλυνάρια εἶναι ποιήματα τοῦ Ἀρχιμανδρίτου Νικοδήμου Ἀεράκη, ἐκ τοῦ πρός Αὐτήν Παρακλητικοῦ Κανόνος (1995).


ΠΑΝΑΓΙΑΣ ΚΟΡΥΦΙΩΤΙΣΣΗΣ
(τῆς ἐν Καμαρίῳ Κορινθίας ὁμωνύμου Ἱερᾶς Μονῆς)

Εἰκόνι Σου τῆ θείᾳ τῆς Κορυφῆς προσπίπτωμεν, Κόρη, οἱ ἐν θλίψεσι τῆς ψυχῆς, αἰτούμενοι δι’ αὐτῆς τήν Σήν γενναῖαν καί ἀναγκαῖαν τοῖς πᾶσι ἀντίληψιν.

Ἑλλάδος ἁπάσης τήν ὁδηγόν, Γένους Ὀρθοδόξων τήν Ὑπέρμαχον Στρατηγόν, τῆς Κορυφιωτίσσης Εἰκόνα νῦν τιμῶμεν, ὡς τῆς Ἀειπαρθένου λαμπρόν ἐκτύπωμα.

Κατάπαυσον τόν τάραχον τῆς ψυχῆς τῶν δούλων Σου, Κόρη, Θεοπόθητε Μαριάμ, καί δώρησαι εἰρήνην Σοῖς ἱκέταις, ὅπως μή παύουν τοῦ μεγαλύνειν Σε.

Βάρος, Παρθένε, ἐν τῆ ψυχῆ καί ἄλγος καί πόνος ἐπιπολάζει νῦν ἐπ’ ἐμέ, Σύ ἄρον τόν ζυγόν τῆς ἁμαρτίας, ἧ ὡς μεσότοιχον τοῦ Υἱοῦ Σου χωρίζει με.

Ἡ Εἰκών τῆς Παναγίας Κορυφιωτίσσης, φυλάσσεται εἰς τήν ἐν Καμαρίῳ Κορινθίας ὁμώνυμον Ἱεράν Μονήν. Τά Μεγαλυνάρια εἶναι ποιήματα τοῦ Καθηγητοῦ Ἀντωνίου Μάρκου, ἐκ τοῦ πρός Αὐτήν Παρακλητικοῦ Κανόνος (2011).


ΠΑΝΑΓΙΑΣ ΚΟΣΜΟΣΩΤΕΙΡΑΣ
(τοῦ ὁμωνύμου Ναοῦ Φερῶν Ἀλεξανδρουπόλεως)

Χαῖρε Κοσμοσώτειρα Μαριάμ, γέφυρα τοῦ κόσμου ἡ βεβαία καί ἀσφαλής κλίμαξ ἡ ἑνοῦσα τήν γῆν τοῖς οὐρανίοις, λιμήν τῆς σωτηρίας ὁ ἀκλυδώνιστος.

Ἄμισθον Σέ ἔχομεν ἰατρόν, λύουσαν τάς νόσους τῶν σωμάτων καί τῶν ψυχῶν καί τήν εὐρωστίαν παρέχουσα τοῖς πᾶσιν, ἀφθόνως καθ’ ἑκάστην, ὦ Κοσμοσώτειρα.

Ἴδωμεν καρδίας τοῖς ὀφθαλμοῖς, τήν εὐλογημένην Κοσμοσώτειρα Μαριάμ, ταύτης τε ὡς δοῦλοι φωνῆ συντετριμμένῃ, τήν θείαν συμμαχίαν ἐξαιτησώμεθα.

Ῥόδον τῆς ἀγνείας σεμνοπρεπές, ἄνθος παρθενίας εὐωδέστατον καί τερπνόν, κρίνον τῆς μητρῶας καί θείας εὐκοσμίας, Σύ εἶ ἐν ἁρμονίᾳ, ὦ Κοσμοσώτειρα.

Ἔλεος χρηστότητος συμπαθοῦς, δίδου φιλοστόργως, Κοσμοσώτειρα Μαριάμ, καί τόν μέγαν πλοῦτον τῆς Σῆς ἀγαθωσύνης, Θεοῦ τοῦ Φιλανθρώπου Μήτηρ ὡς εὔσπλαχνος.

Δίκαιοι σκιρτῶσι πνευματικῶς, χαίρουσι Προφῆται καί εὐφραίνονται Βασιλεῖς, πόθῳ οἱ πιστοί τε ἀγάλλονται συμφώνως, τῆ θείᾳ ἑορτῆ Σου, ὧ Κοσμοσώτειρα.

Ἔπαρον τάς χεῖρας Σου πρός Θεόν, Τοῦτον δυσωποῦσα, Κοσμοσώτειρα, μητρικῶς, ἄφεσιν τοῦ δοῦναι ἡμῖν παραπτωμάτων καί χάριν σωτηρίας ἐξιλαστήριον.

Σκέπε Κοσμοσώτειρα ἀγαθή, κλῆρον καί λαόν Σου, ἐξ ἐνέδρας δαιμονικῆς, φύλαττε ἀτρώτους ἐκ βλάβης καί κινδύνων, τούς πίστει Σου ὑμνοῦντας τό μέγα ὄνομα.

Πύργον Κοσμοσώτειρα ὑψηλόν, τεῖχος ἀσφαλείας καί ἀπόρθητον ὀχυρόν, ἔχομεν τήν σκέπην τήν Σήν καί συμμαχίαν, διό οὐ δειλιώμεν ἐν περιστάσιν.

Ὅλῃ μου καρδίᾳ Σέ προσφωνῶ, ὅλῃ μου προθέσει καί ἐξ ὅλης μου τῆς ψυχῆς, Σέ ἐπικαλοῦμαι ἐν πάσῃ μου ἀνάγκῃ, βοῶν ἐλέησόν με, ὦ Κοσμοσώτειρα.

Ἴδωμεν τήν χάριν τήν πολλαπλῆν, ἥν ἡμῖν δωρεῖται ἐν ἐλέει καί οἰκτιρμοῖς, ἀφθονοπαρόχως χειρί συμπαθεστάτῃ, ἡ Μήτηρ τοῦ Κυρίου ἡ Κοσμοσώτειρα.

Νάρδος ὡς τιμία καί πειστική, μῦρον ἀποστάζεις, Κοσμοσώτειρα, ἐκλεκτόν, τῆς ἐπουρανίου καί θείας χαρμοσύνης καί λύπης ἐκδιώκεις πᾶσαν κατήφειαν.

Ἄκουε καί πρόσχες μου τῆ φωνῆ, τῆς δεήσεώς μου, Κοσμοσώτειρα, εὐμενῶς, δίδου μοι τήν χάριν τῆς Σῆς ἐπιστασίας καί σκέπε με φύλαξ κόσμου ἀκοίμητος.

Ἡ Εἰκών τῆς Παναγίας Κοσμοσώτειρας τιμᾶται εἰς τόν ὁμώνυμον Βυζαντινόν Ναόν Φερῶν Ἀλεξανδρουπόλεως. Τά Μεγαλυνάρια (ὧν ἡ ἀκροστιχίς «Χαῖρε Δέσποινα»), εἶναι ποιήματα τῆς Μοναχῆς Ἰσιδώρας, Καθηγουμένης τῆς Ἱ. Μ. ἁγ. Ἱεροθέου Μεγάρων, ἐκ τοῦ πρός Αὐτήν Παρακλητικοῦ Κανόνος.


ΠΑΝΑΓΙΑΣ ΤΟΥ ΚΟΥΡΣΚ
(τοῦ ἐν Νέᾳ Ὑόρκῃ Ρωσικοῦ Καθεδρικοῦ Ναοῦ)

Εἰκόνι Σου τῆ θείᾳ τῆ ἐκ τοῦ Κούρσκ προσπίπτωμεν, Κόρη, οἱ ἐν θλίψεσι τῆς ψυχῆς, αἰτούμενοι δι’ αὐτῆς τήν Σήν γενναῖαν καί ἀναγκαῖαν τοῖς πᾶσι ἀντίληψιν.

Ῥωσίας ἁπάσης τήν ὁδηγόν, Γένους Ὀρθοδόξων τήν Ὑπέρμαχον Στρατηγόν, τοῦ Κούρσκ τήν Εἰκόνα νῦν τιμῶμεν, ὡς τῆς Παρθένου λαμπρόν ἀποτύπωμα.

Κατάπαυσον τόν τάραχον τῆς ψυχῆς τῶν δούλων Σου, Κόρη, Θεοπόθητε Μαριάμ, καί δώρησαι εἰρήνην Σοῖς ἱκέταις, ὅπως μή παύουν τοῦ μεγαλύνειν Σε.

Βάρος, Παρθένε, ἐν τῆ ψυχῆ καί ἄλγος καί πόνος ἐπιπολάζει νῦν ἐπ’ ἐμέ, Σύ ἄρον τόν ζυγόν τῆς ἁμαρτίας, ἧ ὡς μεσότοιχον τοῦ Υἱοῦ Σου χωρίζει με.

Ἡ Εἰκών τῆς Παναγίας τοῦ Κούρσκ, ἐνώπιον τῆς ὁποίας ἐθεραπεύθη εἰς παιδικήν ἡλικίαν ὁ ὅσ. Σεραφείμ τοῦ Σάρωφ, φυλάσσεται εἰς τόν ἐν Νέᾳ Ὑόρκῃ Καθεδρικόν Ναόν τῆς Ρωσικῆς Ἐκκλησίας τῆς Διασπορᾶς. Τά Μεγαλυνάρια εἶναι ποιήματα τοῦ Καθηγητοῦ Ἀντωνίου Μάρκου, ἐκ τοῦ πρός Αὐτήν Παρακλητικοῦ Κανόνος (2011).


ΠΑΝΑΓΙΑΣ ΚΡΑΝΙΩΤΙΣΣΗΣ - ΦΑΝΑΡΙΩΤΙΣΣΗΣ
(τῆς Κοινότητος Κρανιᾶς Πετρίλου Ἀγράφων)

Δεῦτε προσκυνήσωμεν εὐλαβῶς, Εἰκόνα ἁγίαν Κρανιωτίσσης θαυματουργοῦ, ἐν Ἀγράφων τόπῳ ἐλθοῦσαν παραδόξως καί χάριν τοῖς τιμῶσι αὐτήν προσφέρουσαν.

Τῆ ἐκ Φαναρίου εἰς Κρανιάν, θαυμαστῶς ἐλθούσῃ, Θεομήτορος Μαριάμ, Εἰκόνι τῆ θείᾳ, πηγῆ πλείστων θαυμάτων, προσπέσωμεν ἐν πίστει καί προσκυνήσωμεν.

Χάριν ἀναβλύζει σεπτή Εἰκών, τῆς Φαναριωτίσσης καί πηγάζει τοῖς εὐλαβῶς κατασπαζομένοις, θαυμάτων θεία ρεῖθρα καί ῥῶσιν ἀσθενοῦσιν, ἡ Θεοδόξαστος.

Οἱ ἐν ἀσθενείαις καί πειρασμοῖς, θλίψεσι καί πόνοις, ἀντιδίκου δέ ταῖς βολαῖς πυρούμενοι, Μῆτερ, αἰτούμεθα λιταῖς Σου, πρός Σόν Υἱόν καί Κτίστην λυτροῦσθαι, Ἄνασσα.

Εἰρήνην παράσχου τήν ποθητήν καί γαλήνην, Μῆτερ, ἀναφαίρετον τοῦ Χριστοῦ, πᾶσι τοῖς τιμῶσι καί πίστει προσκυνοῦσιν, Εἰκόνα Σου τήν θείαν καί θαυματόβρυτον.

Παῦσον τοῦ πολέμου τήν συμφοράν καί τῆς ἁμαρτίας τήν θανάσιμον ἀπειλήν, δίωξον, Παρθένε, αἱρετικῶν τά στίφη καί Ὀρθοδόξων γένος περιχαράκωσον.

Ἡ Εἰκών τῆς Παναγίας Κρανιωτίσσης - Φαναριωτίσσης, προερχομένη ἀπό τό Φανάριον Καρδίτσης, φυλάσσεται εἰς Κρανιᾶν Πετρίλου Ἀγράφων. Τά Μεγαλυνάρια εἶναι ποιήματα τοῦ Ἀρχιμανδρίτου Νικοδήμου Ἀεράκη, ἐκ τοῦ πρός Αὐτήν Παρακλητικοῦ Κανόνος (1996).


ΠΑΝΑΓΙΑΣ ΚΡΕΜΑΣΤΗΣ
(τῆς ὁμωνύμου Ἱερᾶς Μονῆς Πύργου Ἠλείας)

Χαῖρει, Θεοτόκε, ἡ Σή Μονῆ, ἔχουσα ἐν κόλποις τήν Εἰκόνα Σου τήν σεπτήν, ὡς στηλογραφίαν τῆς θείας Σου εὐνοίας καί ταύτῃ καθ’ ἑκάστην προστρέχει, Ἄχραντε.

Πάλαι ἐν σπηλαίῳ ἡ Σή Εἰκών, Παρθένε, κρυβεῖσα, πεφανέρωτι ἐν φωτί, τοῖς πιστοῖς ποιμέσι, διώκουσα τόν ζόφον, παθῶν καί νοσημάτων ἡμῶν ἑκάστοτε.

Ὡς αἰωρουμένην θείᾳ ροπῆ, εἶδον οἱ ποιμένες τήν Εἰκόνα Σου τήν σεπτήν, Κρεμαστήν προσφόρως αὐτήν, Θεογεννήτορ, ὠνόμασαν ὑμνοῦντες τά μεγαλεῖα Σου.

Βρύει ἰαμάτων τάς δωρεάς, τῆ ἐπιφοιτήσει τῆς Σῆς χάριτος μυστικῶς, ἡ σεπτή Εἰκών Σου, Ἁγνή Θεογεννῆτορ, καί πάντων τάς αἰτήσεις πληροῖ ἑκάστοτε.

Πυρός καταπαύει τήν ἀπειλήν, δαίμονας ἐλαύνει, ἡ Εἰκών Σου ἡ θαυμαστή καί τάς στειρευούσας, εὐτέκνους ποιεῖ, Κόρη, διό ὑμνολογοῦμεν τά Σά θαυμάσια.

Φύλαττε καί σκέπε τήν Σήν Μονήν, πάσης δυσχερείας καί στενώσεως, Κρεμαστή, καί τοῖς προσιοῦσι τῆ θείᾳ Σου Εἰκόνι, δίδου ἀεί Παρθένε, χάριν καί ἔλεος.

Ἡ Εἰκών τῆς Παναγίας Κρεμαστῆς, φυλάσσεται εἰς τήν ὁμώνυμον Ἱεράν Μονήν Πύργου Ἠλείας. Τά Μεγαλυνάρια εἶναι ποιήματα τοῦ Μοναχοῦ Γερασίμου Μικραγιαννανίτου, ἐκ τοῦ πρός Αὐτήν Παρακλητικοῦ Κανόνος (1995).


ΠΑΝΑΓΙΑΣ ΚΥΡΙΑΣ ΤΩΝ ΞΕΝΩΝ
(τῆς ὁμωνύμου Ἱερᾶς Μονῆς Τήνου)

Χάριν ἀναβλύζει σεπτή Εἰκών, τῆς Κυρίας τῶν Ξένων καί πηγάζει τοῖς εὐλαβῶς, κατασπαζομένοις θαυμάτων θεῖα ῥεῖθρα καί ῥῶσιν ἀσθενοῦσιν, ὡς χάριν ἔχουσα.

Πάντες εὐφημήσωμεν εὐλαβῶς, Μονῆς Κυρᾶς Ξένης τήν προστάτιδα καί φρουρόν, τήν προσκυνουμένην ἐν τῆ σεπτῆ Εἰκόνι, ὡς τέξασαν ἐν κόσμῳ Χριστόν τόν Κύριον.

Δεῦτε προσκυνήσωμεν οἱ πιστοί, Εἰκόνα Κυρίας, θαυματόβρυτον καί σεπτήν, τήν φυλασσομένην ἐν τῆ Μονῆ τῆς Τήνου καί πᾶσι χορηγοῦσαν χάριν ἰάσεων.

Εἰρήνην παράσχου πᾶσιν ἡμῖν καί γαλήνην, Κόρη, ἀναφαίρετον τοῦ Χριστοῦ, τοῖς πόθῳ τιμῶσι καί πίστει προσκυνοῦσιν, Εἰκόνα Σου τήν θείαν καί θαυματόβρυτον.

Φύλαττε καί σκέπε τήν Σήν Μονήν, τήν πιστῶς τιμῶσαν Σήν Εἰκόνα τήν θαυμαστήν, ὦ ξένων Κυρία, πιστῶν πάντων προστάτις, καί δώρησαι εἰρήνην τῶ κόσμῳ ἅπαντι.

Οἱ ἐν ἀσθενείαις καί πειρασμοῖς, θλίψεσι καί πόνοις, τῆς θαλάσσης δέ συμφοραῖς πυρούμενοι, Μῆτερ, αἰτούμεθα λιταῖς Σου πρός Σόν Υἱόν καί Κτίστην σωθῆναι, Δέσποινα.

Ἡ Εἰκών τῆς Παναγίας Κυρίας τῶν Ξένων φυλάσσεται εἰς τήν Μονήν «τῆς Κυρᾶς Ξένης» Τήνου. Τά Μεγαλυνάρια εἶναι ποιήματα τοῦ Ἀρχιμανδρίτου Νικοδήμου Ἀεράκη, ἐκ τοῦ πρός Αὐτήν Παρακλητικοῦ Κανόνος (2005).


ΠΑΝΑΓΙΑΣ ΛΕΧΩΒΙΤΙΣΣΗΣ
(τῆς ὁμωνύμου Ἱερᾶς Μονῆς Λεχώβης Κορινθίας)

Πάντες ἀνυμνήσωμεν οἱ πιστοί, Μονῆς τῆς Λεχώβης, τήν προστάτιν τε καί φρουρόν, τήν προσκυνουμένην ἐν τῆ σεπτῆ Εἰκόνι, ὡς μόνην Θεοτόκον, κόσμου μεσίτριαν.

Δεῦτε προσκυνήσωμεν εὐλαβῶς, Εἰκόνα ἁγίαν, θαυματόβρυτον καί σεπτήν, τήν φυλασσομένην ἐν τῆ Μονῆ Λεχώβης, καί πᾶσι χορηγοῦσαν, χάριν σωτήριον.

Οἱ ἐν ἀσθενείαις καί συμφοραῖς, ποικίλαις ἀνάγκαις, διαφόροις δέ πειρασμοῖς, πρός τήν Θεοτόκον προσπέσωμεν αἰτοῦντες, Αὐτῆς τήν μεσιτείαν πρός τόν θεάνθρωπον.

Φύλαττε καί σκέπε τήν Σήν Μονήν, τήν πιστῶς τιμῶσαν, τήν Εἰκόνα Σου τήν σεπτήν, ὦ Λέχωβα Μήτερ, πιστῶν πάντων ἡ σκέπη, καί δώρησαι εἰρήνην καί ἀπολύτρωσιν.

Δός μοι Λεχωβίτισσα τοῦ Χριστοῦ, σωτήριον χάριν, πρός μετάνοιαν ἀληθῆ, καί ἄνοιξον Μῆτερ κρουνούς θείων δακρύων, ὡς τέξασα Σωτῆρα βροτῶν, Πανάμωμε.

Μεσίτευσον, Κόρη, τῶ Σῶ Υἱῶ, τήν τοῦ Παραδείσου πανευφρόσυνον ἡδονήν, δωρήσασθαι πᾶσι τοῖς πόθῳ προσκυνοῦσιν, Εἰκόνα Σου τήν θείαν καί χαριτόβρυτον.

Ἡ Εἰκών τῆς Παναγίας Λεχωβιτίσσης, ἔργον τοῦ 17ου αἰ., φυλάσσεται εἰς τήν Ἱεράν Μονήν Λεχώβης Κορινθίας. Τά Μεγαλυνάρια εἶναι ποιήματα τοῦ Ἀρχιμανδρίτου Νικοδήμου Ἀεράκη, ἐκ τοῦ πρός Αὐτήν Παρακλητικοῦ Κανόνος (1995).


ΠΑΝΑΓΙΑΣ ΤΗΣ ΛΙΜΝΙΑΣ
(τοῦ ὁμωνύμου Ἱεροῦ Ναοῦ Λίμνης Εὐβοίας)

Ἧκε ξενοτρόπως ἡ Σή Εἰκών, ἐν τῆ Λίμνῃ πάλαι, προσκυνούσῃ Αὐτήν πιστῶς καί ἐν δίναις βίου ἀεί καταφευγούσῃ, τῆ θείᾳ χάριτί Σου, Θεογεννήτρια.

Χαίροις, ἐκ μανίας τῶν δυναστῶν ἡ λυτρωσαμένη ἄρτι Λίμνης πιστόν λαόν, Κεχαριτωμένη, Γλυκοφιλοῦσα Μῆτερ, ἡ Λιμνιά τήν κλῆσιν ἔχουσα, Πάνσεμνε.

Σκέπε Λίμνης πόλιν πάσης ὀργῆς καί μανίας πλάνου, τήν κυκλοῦσαν πανευλαβῶς Σήν, Γλυκοφιλοῦσα, θαυματουργόν Εἰκόνα, τήν βρύουσαν ἀφθόνως ῥεῖθρα ἰάσεων.

Πρόσδεξαι τούς ὕμνους Σῶν οἰκετῶν, οὕς ἐν τῶ Ναῶ Σου Σοί προσφέρομεν, Μαριάμ, καί τήν θείαν χάριν κατάπεμψον Σοῦ τόκου, ἁγνή Γλυκοφιλοῦσα, κόσμου προσφύγιον.

Ἔχει ὥσπερ γέρας περιφανές, Σοῦ, Γλυκοφιλοῦσα, τήν Εἰκόνα τήν θαυμαστήν, ἥν ἀπό τοῦ πλοίου ὁ ναύκληρος κατεῖδεν ἐν τῆ θαλάσσῃ Λίμνης, Θεοχαρίτωτε.

Πίστει λιτανεύει τήν Σήν μορφήν, ὁ λαός τῆς Λίμνης καί λαμβάνει ἁγιασμόν, λύτρωσιν καί ῥῶσιν ἀεί, Γλυκοφιλοῦσα, ἐκ ταύτης ὡς ἐκ κρήνης θείας, Μητρόθεε.

Ἡ Εἰκών τῆς Γλυκοφιλούσης Παναγίας τῆς Λιμνιᾶς, εὑρεθεῖσα εἰς τήν θάλασσαν ἔν ἔτει 1570, φυλάσσεται εἰς τόν ὁμώνυμον Ἱερόν Ναόν Λίμνης Εὐβοίας. Τά Μεγαλυνάρια εἶναι ποιήματα τοῦ Δρ. Χαραλάμπους Μπούσια, ἐκ τοῦ πρός Αὐτήν Παρακλητικοῦ Κανόνος (2000).


ΠΑΝΑΓΙΑΣ ΤΗΣ ΜΕΓΑΛΗΣ
(τοῦ ὁμωνύμου Ναοῦ τῶν Θηβῶν)

Ἔχουσα εἰκόνα Σου τήν σεπτήν, πόλις τῶν Θηβαίων, ἐν Κυρίῳ σεμνοπρεπῶς, χαίρει καί καυχᾶται, Μεγάλη Παναγία καί ταύτης κατά χρέος, ὑμνεῖ τά θαύματα.

Τῆς Σῆς γλυκυτάτης μορφῆς εἰκών, ὁ Εὐαγγελίου συγγραφεύς τε καί ἰατρός, ὁ Λουκᾶς ἐνθέως, ὁμοῦ τε καί ἐντέχνως, Μεγάλην Παναγίαν, ταύτην ἱστόρησεν.

Ἁγία Παρθένε θαυματουργέ, τῶν νενοσηκότων καί πασχόντων πολυειδῶς, λῦσον τάς ὀδύνας καί δός αὐτοῖς ὑγείαν, τῆ θείᾳ ἀρωγῆ Σου καί ταῖς πρεσβείαις Σου.

Ὠδάς Σοι προσάγομεν εὐσεβῶς, Πανάμωμε Κόρη, ἀνυμνοῦντες Σου τήν σεπτήν καί λαμπράν εἰκόνα, τήν ἐπικαλουμένην Μεγάλην Παναγίαν, Θηβῶν τό σέμνωμα.

Πέμπει τάς ἀκτίνας ἡ Σή εἰκών, τῆς παρηγορίας, ἐπί πάντας τούς γηγενεῖς, τούς ἀσπαζομένους ἐν πίστει, Μῆτερ, ταύτην, Μεγάλη Παναγία, ἀειμακάριστε.

Τῶν Θηβῶν ὑπάρχεις ἡ καλλονή, Βοιωτίας πάσης, ἐγκαλλώπισμα ἱερόν καί τῆς Ἐκκλησίας, σημεῖον τῆς ἐλπίδος, Μεγάλη Παναγία, εἰκών πανθαύμαστε.

Μακαρίζομέν Σου τήν δεξιάν, Λουκᾶ θεηγόρε, δι’ ἧς ἔχομεν οἱ πιστοί, τάς τοῦ Θεοῦ Λόγου, διττάς ἁγίας πλάκας καί τήν σεπτήν εἰκόνα τῆς Θεομήτορος.

Ἡ Εἰκών τῆς Μεγάλης Παναγίας, κατά τήν παράδοσιν ἔργον τοῦ Εὐαγγελιστοῦ Λουκᾶ, φυλάσσεται εἰς τόν ὁμώνυμον Ναόν τῶν Θηβῶν. Τά Μεγαλυνάρια εἶναι ποίηματα τοῦ Σεβ. Μητροπ. Ἐδέσσης κ. Ἰωήλ (Φραγκάκου), ἐκ τοῦ πρός Αὐτήν Παρακλητικοῦ Κανόνος (2004).


ΠΑΝΑΓΙΑΣ ΜΥΡΟΒΛΥΤΙΣΣΗΣ
(τῆς Ἱερᾶς Μονῆς ἁγ. Ἀθανασίου Πουλίτσης Κορινθίας)

Τῆ ἐπισκιάσει Σου τῆ σεπτῆ, μύρον ἀναβλύζει ἡ Εἰκών Σου ἡ ἱερά, οὗ τῆ λήψει, Κόρη, λυτρούμεθα κινδύνων καί πάσης ἀσθενείας ἀπαλλαττόμεθα.

Ὤφθη μυροβόλος νεύσει τῆ Σῆ, ἡ Εἰκών Σου Κόρη Ἐλεοῦσα ἐν τῆ Μονῆ, ἧ μετ’ εὐλαβείας, Παρθένε, προσιόντες, ὀσμῆς ἐπουρανίου πίστει πληρούμεθα.

Λύει τῆς στειρώσεως τά δεσμά τό μύρον Σου, Κόρη, λαμβανόμενον εὐλαβῶς. Ὅθεν Σου τήν χάριν κηρύττομεν τοῖς πᾶσι καί τά πολλά Σου θαύματα μεγαλύνομεν.

Ῥῶσιν καί ὑγείαν νέμει ἡμῖν τό μύρον Σου, Κόρη, καί κινδύνων ἀπαλλαγήν καί καρκίνου πάθος τό χαλεπόν ἰᾶται, διό Σε Μυροβλύτισσα μεγαλύνομεν.

Δεῦτε προσκυνήσωμεν ἀδελφοί, τῆς Μυροβλυτίσσης τήν Εἰκόνα τήν σεπτήν, ἵνα πληρωθῶμεν ὀσμῆς ἐπουρανίου καί πάσης δυσωδίας θᾶττον ῥυσθείημεν.

Ἔχει ὁ Ναός Σου ἐν τῆ Μονῆ, προπύργιον μέγα τήν Εἰκόνα Σου τήν σεπτήν, ἐκβλύζουσα μύρον εὐῶδες, Θεοτόκε, διό καί μεγαλύνει ἀεί τήν δόξαν Σου.

Ἡ Εἰκών τῆς Παναγίας Μυροβλυτίσσης φυλάσσεται εἰς τήν Ἱεράν Μονήν ἁγ. Ἀθανασίου Πουλίτσης Κορινθίας. Τά Μεγαλυνάρια ἐλήφθησαν ἐκ τοῦ πρός Αὐτήν Παρακλητικοῦ Κανόνος (ἐκδόσεως Ἀρχιμανδρίτου Παντελεήμονος ΠΟΥΛΟΥ, 2005).


ΠΑΝΑΓΙΑΣ ΜΥΡΤΙΔΙΩΤΙΣΣΗΣ
(τοῦ ὁμωνύμου Ἱεροῦ Προσκυνήματος Κυθήρων)

Χαίροις, τῶν Κυθήρων ἡ ἀρωγός καί καύχημα μέγα καί γλυκεῖα καταφυγή. Χαίροις, Ὀρθοδόξων ταχεῖα προστασία, εὐλογημένη Κόρη Μυρτιδιώτισσα.

Πάλαι ὡς ἀνεῦρε τῆ Σῆ ὀμφῆ, ἐν κλάδοις μυρσίνης τήν Εἰκόνα Σου τήν σεπτήν ὁ ποιμήν, Παρθένε, ἐν εὐφροσύνῃ θείᾳ, αὐτήν Μυρτιδιώτισσαν ἐπωνόμασε.

Νόσους θεραπεύεις τάς χαλεπάς, κεραυνούς διώκεις, ἀνομβρίαν λύεις δεινήν, ὡς ὄντως μεγίστη ἡ δόξα καί ἡ χάρις καί ἡ σεπτή Σου κλῆσις, Μυρτιδιώτισσα.

Ὤφθη ἰατρεῖον πνευματικόν, ὁ ἐν Μυρτιδίοις θεῖος οἶκός Σου καί σεπτός, ψυχῶν γάρ ἰᾶται καί τῶν σωμάτων πάθη, τῆ Σῆ ἐπιστασίᾳ, Μυρτιδιώτισσα.

Ἅπαντας προφθάνεις ὡς συμπαθής, τούς ἐν τοῖς κινδύνοις καί τούς πέλας καί τούς μακράν καί τούτοις παρέχεις βοήθειαν ταχεῖαν, ὑμνοῦντας Σου τήν χάριν, Μυρτιδιώτισσα.

Τούς ἐξαιτουμένους ἀπό ψυχῆς, τῆς Σῆς Θεοτόκε, ἀντιλήψεως τήν ἰσχύν, σῶζε πάσης βλάβης καί πάσης δυσχερείας, ὡς Μήτηρ τοῦ ἐλέους, Μυρτιδιώτισσα.

Ἡ Εἰκών τῆς Παναγίας Μυρτιδιωτίσσης, ἐκ τῶν πλέον θαυματουργῶν Θεομητορικῶν Εἰκόνων, εὑρεθεῖσα τόν 14ον αἰ., ἀποθησαύρισται εἰς τό ὁμώνυμον Ἱερόν Προσκύνημα τῶν Κυθήρων. Τά Μεγαλυνάρια εἶναι ποιήματα τοῦ Μοναχοῦ Γερασίμου Μικραγιαννανίτου, ἐκ τοῦ πρός Αὐτήν Παρακλητικοῦ Κανόνος (2001).


ΠΑΝΑΓΙΑΣ ΝΑΥΠΑΚΤΙΩΤΙΣΣΗΣ
(τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Μεταμ. Σωτῆρος Ναυπάκτου)

Σκέπε ἀπό πάσης ἐπιβουλῆς τοῦ Βελίαρ, Μῆτερ, καί σκανδάλων τούς εὐλαβῶς ἐπικαλουμένους τήν χάριν Σου καί ῥῦσαι αὐτούς ἐξ ἀλγηδόνων Ναυπακτιώτισσα.

Δεῦτε Ναυπακτίων καί Βοιωτῶν οἱ χοροί, προφρόνως ἀνυμνήσωμεν ἐν σπουδῆ, τῆς Ἁγνῆς Παρθένου Εἰκόνα τήν ἁγίαν, τήν ἐπικελκημένην Ναυπακτιώτισσαν.

Δεόμενη Μῆτερ τοῦ Λυτρωτοῦ, Ναυπακτίων κλέος, Σήν Εἰκόνα τήν θαυμαστήν, ἔγνωμεν ἐν χρόνοις ἐσχάτοις ἐξ ἀρχείων κειμένων ἐν Παλέρμῳ καί κατηυφράνθημεν.

Ἡ Εἰκών τῆ Παναγίας Ναυπακτιωτίσσης φυλάσσεται ἐν ἀντιγράφῳ εἰς τήν Ἱεράν Μονήν Μεταμ. Σωτῆρος Ναυπάκτου. Τά Μεγαλυνάρια εἶναι ποιήματα τοῦ Δρ. Χαλαλάμπους Μπούσια, ἐκ τοῦ πρός Αὐτήν Παρακλητικοῦ Κανόνος (1990).


ΠΑΝΑΓΙΑΣ ΞΕΝΙΑΣ
(τῆς ὁμωνύμου Ἱερᾶς Μονῆς Ἁλμυροῦ Μαγνησίας)

Ἦκεν παραδόξως ἡ Σή Εἰκών, ἐν τῆ Μαγνησίᾳ, ὡς θησαύρισμα ἱερόν, ἥν Ξενιά καλοῦμεν, τοῖς ξένοις θαυμασίοις, Παρθένε Θεοτόκε, καί μεγαλύνομεν.

Χαίρει ἡ Μονή Σου ἡ ἱερά, ἔχουσα ἐν κόλποις τήν Εἰκόνα Σου τήν σεπτήν, ἥν Ξενιάν καλοῦμεν, τῆ κλήσει βεβαιοῦντες τά πράγματα, Παρθένε, καί μεγαλύνομεν.

Σέσωσται Εἰκών σου ἡ θαυμαστή, ἐκ τοῦ ὀλεθρίου παραδόξως πάλαι πυρός καί ὡς θεῖον γέρας ἐδόθη, Θεοτόκε, ταύτῃ τῆ θείᾳ μάνδρᾳ, ὑμνολογούσῃ Σε.

Ὡς πληγῆς ἀκρίδος ὑπερφυῶς ἐρρύσω, Παρθένε, τῆς θερμῆ Σου ἐπισκοπῆ καί λοιμώδους νόσου, ἔσωσας τούς Σούς δούλους, οὕτω Ξενιά ἀπαύστως ἡμᾶς διάσωζε.

Χαίρει Μαγνησία πνευματικῶς, Ξενιά Παναγία, τῆ Εἰκόνι Σου τῆ σεπτῆ καί σύν τῆ Εὐβοίᾳ, ὁμοῦ καί ἡ Φθιώτις, ὑμνοῦσι τά πολλά Σου, Κόρη, θαυμάσια.

Φύλαττε καί σκέπε τήν Σήν Μονήν, ἀπό πάσης βλάβης καί τόν Βόλον καί Ἁλμυρόν καί τήν Θετταλίαν καί πᾶσαν τήν Ἑλλάδα, Ξενιά Θεοκυῆτορ, Σέ μεγαλύνουσαν.

Ἡ Εἰκών τῆς Παναγίας Ξενιᾶς, κατά τήν παράδοσιν ἔργον τοῦ Εὐαγγελιστοῦ Λουκᾶ, μετά πολλάς περιπετείας κατά τήν Εἰκονομαχίαν, φυλάσσεται σήμερον εἰς τήν ὁμώνυμον Ἱεράν Μονήν Ἁλμυροῦ Μαγνησίας. Τά Μεγαλυνάρια εἶναι ποιήματα τοῦ Μοναχοῦ Γερασίμου Μικραγιαννανίτου, ἐκ τοῦ πρός Αὐτήν Παρακλητικοῦ Κανόνος (1995).


ΠΑΝΑΓΙΑΣ ΟΔΗΓΗΤΡΙΑΣ
(τῆς ἐν Ἁγίῳ Ὄρει Ἱερᾶς Μονῆς τοῦ Ξενοφῶντος)

Τῆς Ὁδηγητρίας τήν θαυμαστήν, δεῦτε νῦν Εἰκόναν, προσκυνήσωμεν εὐλαβῶς, ἐξ ἧς θεία χάρις προέρχεται ὡς μάννα, τάς τῶν πιστῶν καρδίας, ἀεί ἐκτρέφουσα.

Μήτηρ ὡς φιλόστοργος τοῖς πιστοῖς, ἔδωκας, Παρθένε, ὡς ἀκένωτον ποταμόν, χάριτος ἐνθέου, τήν θείαν Σου Εἰκόνα, ἥν πίστει προσκυνοῦντες, Σέ μεγαλύνομεν.

Ῥῶσιν νέμει ἄφθονον τῶν ψυχῶν, τάς πληγάς, Παρθένε, θεραπεύει ἡ Σή Εἰκών, τοῖς προσερχομένοις αὐτῆ ἐν εὐλαβείᾳ καί ὕμνοις Σε τιμῶσι, τήν Ὁδηγήτριαν.

Ἡ Εἰκών τῆς Παναγίας Ὁδηγητρίας, εἶναι ἡ ἱστορικῶς πρώτη εἰκόνα τῆς Ἐκκλησίας, ἱστορηθεῖσα ὑπό τοῦ Εὐαγγελιστοῦ Λουκᾶ, ὡς μαρτυρεῖ καί τό σχετικόν Μεγαλυνάριον τοῦ Παρακλητικοῦ Κανόνος πρός τήν Ὑπεραγίαν Θεοτόκον («Ἄλαλα τά χείλη τῶν ἀσεβῶν, τῶν μή προσκυνούντων τήν Εἰκόνα Σου τήν σεπτήν, τήν ἱστορηθεῖσαν ὑπό τοῦ Ἀποστόλου Λουκᾶ ἱερωτάτου, τήν Ὁδηγήτριαν»). Κατά τήν συναξαριστικήν παράδοσιν ὁ Ἱερός Εὐαγγελιστής ἐφιλοτέχνησε τήν εἰκόνα ζῶσης τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου καί Ἐκείνη τήν ἐδέχθη μετά μεγάλης χαρᾶς καί τήν ηὐλόγησε λέγουσα: «Ἡ χάρις τοῦ παρ’ ἐμοῦ τεχθέντος εἴη μετ’ αὐτῆς». Ἡ Εἰκόνα αὐτή διασωθεῖσα εἰς Παλαιστίνην, ἐστάλη εἰς τήν ΚΠολιν, ἐπί βασιλείας Θεοδοσίου Β’ τοῦ Μικροῦ, ἀπό τήν Αὐτοκράτειρα Εὐδοκίαν, ὡς δῶρον εἰς τήν ἀδελφήν τοῦ Θεοδοσίου ἁγ. Πουλχερίαν κατετέθη ὑπ’ αὐτῆς εἰς τήν Μονήν τῶν Ὁδηγῶν, τῆς ὁποίας ἦτο κτιτόρισσα. Ἡ Εἰκών ἐπετέλεσε ἀναρίθμητα θαύματα (ὡς τήν διάσωσιν τῆς Πόλεως τό 717, πολιορκουμένην ὑπό τῶν Ἀράβων) καί τελικῶς κατεστράφη ὑπό τῶν Ὀθωμανῶν, κατά τήν Ἅλωσιν τοῦ 1453. («Νέος Συναξαριστής…», τ. Ὀκτωβρίου, σελ. 213). Τά ἀνωτέρω Μεγαλυνάρια εἶναι ποιήματα τοῦ Σεβ. Μητροπ. Ρόδου κ. Κυρίλλου Κογεράκη, ἐκ τοῦ πρός τήν ἐν τῇ Ἱερᾷ Μονῇ Ξενοφῶντος Ἁγίου Ὄρους φυλασσομένην Εἰκόνα τῆς Ὁδηγητρίας Παρακλητικοῦ Κανόνος (2004).


ΠΑΝΑΓΙΑΣ ΤΟΥ ΠΑΘΟΥΣ
(Ταξιάρχου Βορείου Εὐβοίας)

Σκέπε τούς καρδίᾳ Σοῦ καθαρᾷ κατασπαζομένους, τήν Εἰκόνα Σου τήν θαυμαστήν, ἐν τοῦ Ταξιάρχου τῇ κώμῃ, Θεοτόκε, τοῦ Πάθους, Παναγία Θεοχρίτωτε.

Χαῖρε, Πολυεύσπλαχνε Μαριάμ, τόν Ἐσταυρωμένον ἡ βαστάζουσα Ἰησοῦν, ἐν ταῖς Σαῖς ἀγκάλαις ταῖς μητρικαῖς, Παρθένε, τοῦ Πάθους Παναγία, Θεογεννήτρια.

Φύλαττε καί σκέπε διά παντός κώμην Ταξιάρχου, θησαυρίζουσαν Σήν μορφήν, τήν θαυμάτων κρήνην ὑπάρχουσαν παντοίων, τοῦ Πάθους Παναγία, Μῆτερ Πανάχραντε.

Ἐκ τῆς ἐπηρείας τοῦ πονηροῦ, φύλαττε ἀτρώτους τούς προσπίπτοντας εὐλαβῶς, χάριτί Σου θείᾳ καί κατασπαζομένους τοῦ Πάθους Παναγία, Σοῦ θεῖον ἔκτυπον.

Θαύματα πηγάζει τοῖς εὐλαβῶς, ταύτῃ προσιοῦσιν, ἡ Εἰκών Σου ἡ εὐκλεής καί ἀρδεύει πᾶσαν τήν Εὔβοιαν ἀρδείαις, τοῦ Πάθους Παναγία, τῆς Σῆς χρηστότητος.

Δεῦτε, ἀνυμνήσωμεν ἐν χορῷ, τοῦ Ἐσταυρωμένου τήν φιλόστοργον Ἰησοῦ καί Θεοῦ Μητέρα, τήν νέμουσαν ἀπαύστως, τοῦ Πάθους Παναγίαν, πᾶσι τά πρόσφορα.

Ἡ Εἰκών τῆς Παναγίας τοῦ Πάθους, ὁμοία τῆς Παναγίας τοῦ Χάρου Πάτμου, φυλάσσεται εἰς τόν Ἱερόν Ναόν τοῦ Ταξιάρχου, τοῦ ὁμωνύμου χωρίου Βορείου Εὐβοίας. Τά Μεγαλυνάρια εἶναι ποιήματα τοῦ Δρ. Χαραλάμπους Μπούσια, ἐκ τοῦ πρός Αὐτήν Παρακλητικοῦ Κανόνος (2002).


ΠΑΝΑΓΙΑΣ ΠΑΝΤΩΝ ΧΑΡΑΣ
(τῆς ὁμωνύμου Ἱερᾶς Μονῆς Καλεντζίου Κορινθίας)

Χαῖρει ἡ τῆς Κορίνθου θεία Μονή, ἔχουσα ἐν κόλποις τήν Εἰκόνα Σου τήν σεπτήν, ἥν καί ὀνομάζει Πάντων Χαρά Παρθένε καί ἐξ αὐτῆς λαμβάνει χάριν καί ἔλεος.

Μήτηρ τοῦ τῶν ὅλων Δημιουργοῦ πέλουσα, Παρθένε, Τοῦτον τέξασα ἐν σαρκί καί μετά τόν τόκον παρθένος φυλαχθεῖσα, διό δοξολογοῦμεν τά μεγαλεῖα Σου.

Χάριν ἡ Εἰρήνη ἡ Βασιλίς, λαβοῦσα ἐν πίστει ἐξ Εἰκόνος Σου τῆς σεπτῆς καί λύπης ῥωσθεῖσα τῆ Σῆ ἐπισκιάσει, Πάντων Χαράν προσφόρως ταύτην ὠνόμασε.

Πάντες οἱ προσπίτοντες εὐλαβῶς, Κεχαριτωμένη, τῆ Εἰκόνι Σου τῆ σεπτῆ, πάσης ἐπηρείας δαιμονικῆς λυτροῦ νται, Πάντων Χαρά ὑμνοῦντες τά Σά θαυμάσια.

Φύλαττε καί σκέπε τήν Σήν Μονήν, Πάντων Χαρά Κόρη, ἀπό πάσης ἐπιβουλῆς καί τοῖς ἐνοικοῦσιν ἐν ταύτῃ μονοτρόποις, δίδου ἀκαταπαύστως τήν Σήν βοήθειαν.

Ἴασιν λαμβάνοντες καί ἰσχύν, Πάντων Χαρά Κόρη, ἐξ Εἰκόνος Σου τῆς σεπτῆς καί λύπης τοῦ ἄχθους, Ἁγνή, τοῦ ψυχοφθόρου, ῥυόμενοι ὑμνοῦμεν τήν Σήν ἀντίληψιν.

Ἡ Εἰκών τῆς Παναγίας Πάντων Χαρᾶς, ἀναγομένη εἰς τήν περίοδον τῆς Εἰκονομαχίας, φυλάσσεται εἰς τήν ὁμώνυμον Ἱεράν Μονήν Καλεντζίου Κορινθίας. Τά Μεγαλυνάρια ἐλήφθησαν ἐκ τοῦ πρός Αὐτήν Παρακλητικοῦ Κανόνος (ἐκδόσεως Ἀρχιμανδρίτου Παντελεήμονος ΠΟΥΛΟΥ, 2005).


ΠΑΝΑΓΙΑΣ ΠΛΑΤΑΝΙΩΤΙΣΣΗΣ
(τοῦ ὁμωνύμου Προσκυνήματος Πλατάνου Αἰγιαλείας)

Χαῖρε Ἀειπάρθενε Μαριάμ, Ἄνασσα Ἀγγέλων, σωτηρία δέ τῶν βροτῶν. Χαῖρε ἡ τήν ὄψιν τήν Σήν ἐν τῶ πλατάνῳ μορφόσασα, Παρθένε, καί χαριτώσασα.

Πάλαι παραδόξως ἡ Σή Εἰκών, ἐν κοίλῳ τοῦ δένδρου, ἐμορφώθη ὑπερφυῶς, ἥν καί προσκυνοῦντες, πολλῆ τῆ εὐλαβείᾳ, προσφόρως Πλατανιώτισσαν ὀνομάζομεν.

Θεῖον ἐν τῶ κοίλωμᾳ εὐλαβῶς, τῶ ναῶ Σου, Κόρη, καθιέρωσαν οἱ πιστοί, ναόν Σοι Παρθένε, ἐν ὧ καί προσιόντες, ὑμνοῦμεν Σου τήν δόξαν, Πλατανιώτισσα.

Φῶς θεῖον ὠρᾶτο τῆ Σῆ μορφῆ, τῆ ἐν τῶ πλατάνῳ, κατερχόμενον θαυμαστῶς, βεβαιοῦν τήν χάριν τῆς θείας Σου Εἰκόνος, Παρθένε Θεοτόκε, Πλατανιώτισσα.

Πάντας τούς προστρέχοντας εὐλαβῶς τῶ Ναῶ Σου, Κόρη, ἐν πλατάνῳ τῶ ἱερῶ, ῥύου πάσης βλάβης καί πάσης δυσχερείας, τῆ Σῆ ἐπιστασίᾳ Πλατανιώτισσα.

Δίδου κἀμοί, Δέσποινα, τῶ οἰκτρῶ, ἱκέτῃ Σου λύσιν τῶν πολλῶν μου ἁμαρτιῶν καί τόν ὕμνον τοῦτον, ὡς εὐτελές Σοι δῶρον, προσδέχου δυσωπῶ Σε, Πλατανιώτισσα.

Ἡ Εἰκών τῆς Παναγίας Πλατανιωτίσσης ἀποτελεῖ ἀντίγραφον τῆς Ἱερᾶς Εἰκόνος τῆς Παναγίας τοῦ Μεγάλου Σπηλαίου, ἀποτυπωθέν θαυμαστῷ τῷ τρόπῳ ἐντός κοίλου πλατάνου, εἰς Πλάτανον Αἰγιαλείας. Τά Μεγαλυνάρια εἶναι ποιήματα τοῦ Μοναχοῦ Γερασίμου Μικραγιαννανίτου, ἐκ τοῦ πρός Αὐτήν Παρακλητικοῦ Κανόνος.


ΠΑΝΑΓΙΑΣ ΠΟΡΤΑΪΤΙΣΣΗΣ
(τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Ἰβήρων Ἁγίου Ὄρους)

Πρόσδεξαι τούς ὕμνους, Μῆτερ Ἁγνή, οὕς ἐν τῶ ναῶ Σου, Σοί προσφέρομεν εὐλαβῶς καί δός ἡμῖν χάριν τοῦ προσκυνεῖν ἀξίως, τήν πάνσεπτον Εἰκόνα Σου, Πορταΐτισσα.

Ἧκε ξενοτρόπως ἡ Σή Εἰκών, ἐν τῶ Ὄρει Ἄθῳ καί ἐδόθη ὡς θησαυρός, τῆ Μονῆ Ἰβήρων, Ἁγνή Θεογεννήτορ, διό ὑμνολογοῦμεν τά Σά θαυμάσια.

Χαῖρε, τῶν Ἀγγέλων ἡ χαρμονή καί Μονῆς Ἰβήρων, Πορταΐτισσα, ἀρωγή καί παντός τοῦ κόσμου ἐξαίρετος προστάτις καί κηδεμών καί σκέπη, Θεογεννήτρια.

Στήλη θεοτύπωτος, ἐμφανής, τῆς περί ἡμᾶς Σου προστασίας, ἡ Σή Εἰκών πέλει, Θεοτόκε, διό ἅπας ὁ Ἄθως, ὑμνεῖ καί μεγαλύνει Σε, Πορταΐτισσα.

Σκέπε τήν Μονήν Σου πάσης ὀργῆς καί βλάβης, Παρθένε, καί μανίας τοῦ δυσμενοῦς καί ἐν ὥρᾳ δίκης, ἡμᾶς ἀκατακρίτους, φύλαξον, Θεοτόκε, τούς πεποιθότας Σοι.

Ἡ Εἰκών τῆς Παναγίας Πορταϊτίσσης, μία τῶν πλέον γνωστῶν ἀνά τήν Ὀρθόδοξον οἰκουμένην καί θαυματουργῶν εἰκόνων τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου, ἀναγομένη εἰς τήν ἐποχήν τῆς Εἰκονομαχίας (8ος αἰ.), ἀνευρέθη τήν 16η Ἀπριλίου 1014 (θαυμαστῷ τῷ τρόπῳ) εἰς τήν θάλασσαν καί φυλάσσεται ἔκτοτε εἰς τήν Ἱεράν Μονήν Ἰβήρων Ἁγίου Ὄρους. Τά Μεγαλυνάρια εἶναι ποιήματα τοῦ Μοναχοῦ Γερασίμου Μικραγιαννανίτου, ἐκ τοῦ πρός Αὐτήν Παρακλητικοῦ Κανόνος (1993).


ΠΑΝΑΓΙΑΣ ΠΟΡΤΑΪΤΙΣΣΗΣ
(τῆς ὁμωνύμου Ἱερᾶς Μονῆς ν. Ἀστυπαλαίας)

Τήν ἀχειροποίητον καί σεπτήν, ἐν Ἀστυπαλαίᾳ, ἀσπαζόμενοι Σήν μορφήν, ἐκβοῶμεν, χαῖρε Χριστιανῶν ἁπάντων, παραμυθία θεία, ὦ Πορταΐτισσα.

Ἄνθιμος ὁ Ὅσιος καί Πατήρ τῆς Ἀστυπαλαίας, ὠκοδόμησε Σήν Μονήν καί τήν σεβασμίαν κατέθηκεν μορφήν Σου ἐν ταύτῃ, Θεοτόκε, ὦ Πορταΐτισσα.

Χαίροις ἀπλανέστατε ποδηγέ τῶν ἐμπεριστάτων, Πορταΐτισσα θαυμαστή, καί ναυτιλλομένων οἰακοστρόφε θεία, Ἀστυπαλαίας νήσου ὄλβε ἀσύλητε.

Τούς ἀσπαζομένους τήν ἱεράν καί σεπτήν μορφήν Σου, καθοδήγει πρός ἀρετῆς τρίβους, Θεοτόκε, χειραγωγός ὡς θεία πιστῶν πρός σωτηρίαν, ὦ Πορταΐτισσα.

Κηδεμών καί σκέπη καί ἀρωγός τῆς Ἀστυπαλαίας, Πορταΐτισσα Μαριάμ, πέλεις, Θεοτόκε, καί τῶν πιστῶν ἁπάντων προστάτις ταχυτάτη, βίου ἐν κλύδωσι.

Ἡ ἐνταῦθα μνημονευομένη Εἰκών τῆς Παναγίας Πορταϊτίσσης, κατά τήν παράδοσιν ἀχειροποίητος, συνδεομένη μετά τοῦ Ὁσίου Ἀνθίμου τῆς Κεφαλληνίας, φυλάσσεται εἰς τήν ὁμώνυμον Ἱεράν Μονήν ν. Ἀστυπαλαίας. Τά Μεγαλυνάρια εἶναι ποιήματα τοῦ Δρ. Χαραλάμπους Μπούσια, ἐκ τοῦ πρός Αὐτήν Παρακλητικοῦ Κανόνος (1997).


ΠΑΝΑΓΙΑΣ ΠΥΡΟΒΟΛΗΘΕΙΣΗΣ
(τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Βατοπεδίου Ἁγίου Ὄρους)

Χάριν ἀναβλύζει ἡ Σή Εἰκών, Πυροβοληθεῖσα, τοῖς προστρέχουσιν εὐλαβῶς ταύτῃ καί τήν θείαν αἰτοῦσιν ἀρρωγήν Σου, Μονῆς Βατοπεδίου πύλης θυσαύρισμα.

Χαῖροις ἡ δεχθεῖσα ἐν τῆ χειρί, βλῆμα ἐξ ἀνόμου στρατιώτου, Μῆτερ Θεοῦ. Χαῖροις Παναγία, ὦ Πυροβοληθεῖσα, τῆς τοῦ Βατοπεδίου πύλης ὡράϊσμα.

Χαίροις ἀκατάβλητε πυλωρέ τοῦ Βατοπεδίου, ἡ τούς δήμους τῶν μοναστῶν σκέπουσα ὑψόθεν, ὦ Πυροβοληθεῖσα, καί ἐξ ἐχθρῶν ἐφόδου τούτους φυλάττουσα.

Πάντας τούς προστρέχοντας εὐλαβῶς, Πυροβοληθεῖσα, τῆ Εἰκόνι Σου τῆ σεπτῆ καί ἐξαιτουμένους τήν Σήν ἁγίαν σκέπην, πρός δόμους ποδηγέτει θείας λαμπρότητος.

Πύλας μετανοίας μοι σωστικάς, Πυροβοληθεῖσα, ὑπερθαύμαστε πυλωρέ τοῦ Βατοπεδίου, ὑπάνοιξον ταχέως, τῶ Σῆ ἀχρείῳ δούλῳ, ἵνα γεραίρω Σε.

Χαίροις ὑπερύμνητε πυλωρέ τοῦ Βατοπεδίου, ἡ φυλάτουσα τήν Μονήν. Χαίροις, Θεοτόκε ἡ πυροβοληθεῖσα, ὑπό χειρός ὁπλίτου πάλαι παράφρονος.

Ἡ Εἰκών τῆς Παναγίας Πυροβοληθείσης, τοῦ τύπου τῆς Ὁδηγητρίας, εὑρίσκεται ὡς τοιχογραφία παρά τήν πύλην τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Βατοπεδίου Ἁγίου Ὄρους. Τόν Ἀπρίλιον τοῦ 1822, «στρατιώτης τις Χουσεΐν τοὔνομα τήν ἐπυροβόλησεν, ἀλλά πάραυτα ἀπήγξατο ἔξωθεν τῆς Μονῆς» (Γερ. Σμυρνάκης). Τά Μεγαλυνάρια εἶναι ποιήματα τοῦ Δρ. Χαραλάμπους Μπούσια, ἐκ τοῦ πρός Αὐτήν Παρακλητικοῦ Κανόνος (1993).


ΠΑΝΑΓΙΑΣ ΣΙΝΑΣΣΙΤΙΣΣΗΣ
(τοῦ Ἱεροῦ Παρεκκλησίου Γενν. Τιμίου Προδρόμου, Ρίζης Ξυλοκάστρου Κορινθίας)

Τήν σεπτήν Εἰκόνα Σου, Ἀγαθή, Μῆτερ τοῦ Ὑψίστου, Σινασσίτισσα, εὐλαβῶς πάντες προσκυνοῦντες λαμβάνομεν ἀφθόνως, ἁγιασμόν καί ἄμφω ῥῶσιν καί δύναμιν.

Τήν σεπτήν μορφήν Σου, ἥν εὐσεβεῖς πρόσφυγες, Παρθένε ἐκ τῆς πόλεως Σινασσοῦ τῆς Καππαδοκίας, μετήνεγκον εἰς χθόνα Ἑλλάδος ἐλευθέραν, νῦν ἀσπαζόμεθα.

Χαῖρε, ἀντιλῆπτορ καί ἀρωγέ τῶν πιστῶν προσφύγων καί ἁπάντων τῶν εὐσεβῶν, Κεχαριτωμένη Θεογεννῆτορ Κόρη, ἐμπεριστάτων σθένος, ὦ Σινασσίτισσα.

Φρούρει καί περίσκεπε ἀκλινῶς τούς χορούς προσφύγων, Θεοτόκε, Σινασσιτῶν, τούς ἀσπαζομένους τήν πάνσεπτον μορφήν σου, Ἁγνῆ Θεοκυῆτορ, ὦ Σινασσίτισσα.

Πλήρου τάς καρδίας ἡμῶν χαρᾶς, τῶν δεινῶς καμνόντων, Σινασσίτισσα θαυμαστή, χαρμονή γλυκεῖα προσφύγων Καππαδόκων καί πάντων Χριστονύμων τό ἀγαλλίαμα.

Ρύου πάσης θλίψεως τούς πιστῶς κατασπαζομένους, Σινασσίτισσα, Σήν μορφήν, ἥν οἰκείοις ὧδε μετήνεγκον καμάτοις, ἐκ τῆς Καππαδοκίας, Δέσποινα, πρόσφυγες.

Ἡ Εἰκών τῆς Παναγίας Σινασσιτίσσης, τιμωμένη ἀρχικῶς εἰς τήν Σινασσόν τῆς Καππαδοκίας, εἰς τόν Ναόν τῆς Παναγίας τῆς Ἀψηλῆς, κατά τό Γεννέσιον τῆς Θεοτόκου, σήμερον φυλάσσεται εἰς τό ἐπ’ ὀνόματι τῆς Γεννήσεως τοῦ Τιμίου Προδρόμου οἰκογενειακόν Παρεκκλήσιον τοῦ Σωτ. Μαρσέλλου, εἰς Ρίζαν Ξυλοκάστρου Κορινθίας. Τά Μεγαλυνάρια εἶναι ποιήματα τοῦ Δρ. Χαραλάμπους Μπούσια, ἐκ τοῦ πρός Αὐτήν Παρακλητικοῦ Κανόνος (2006).


ΠΑΝΑΓΙΑΣ ΣΠΗΛΑΙΩΤΙΣΣΗΣ
(τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Σπηλιᾶς Ἀργιθέας Ἀγράφων)

Ἔχει τήν Εἰκόνα Σου τήν σεπτήν, Ἄχραντε Παρθένε, ὡς θεόσδοτον θησαυρόν, πᾶσα Ἀργιθέα καί ἐν αὐτῆ καυχᾶται, ὑμνοῦσά Σου τά θαύματα, Σπηλαιώτισσα.

Πάθη θεραπεύονται χαλεπά, χάριτι Παρθένε, τῆς Εἰκόνος Σου τῆς σεπτῆς. Ὅθεν ἀεί δίδου, κἀμοί τῶ Σῶ ἱκέτῃ, βοήθειαν ἐν πᾶσιν, ὦ Σπηλαιώτισσα.

Ἔλυσας στειρώσεως τά δεσμά τῶν προσελθουςῶν Σοι, Σπηλαιώτισσα, εὐλαβῶς, γυναικῶν ἐν πίστει. Διόπερ κἀμοῦ λῦσον τήν στεόρωσιν, Παρθένε, ψυχῆς καί σῶσον με.

Χαῖρε Ἀειπάρθενε Μαριάμ, ὅτι ὑπερλόγως, Σήν εἰκόνα τήν τοῦ Λουκᾶ, ἔστησας σπηλαίῳ, δεικνύουσα κατ’ ὄναρ, δυάδι τῶν κτιτόρων, τόπον τεμένους Σου.

Χαῖρε τῶν θαυμάτων ὁ θησαυρός καί τῆς Ἀργιθέας ἡ προστάτις καί ἡ φρουρός. Χαῖρε τῶν Ἀγράφων καί πάσης Θετταλίας, ἀντίληψις ταχεῖα, ἐν περιστάσεσι.

Χαίρει τοῦ Σπηλαίου λαμπρά Μονή, ἔχουσα ὡς πλοῦτον τήν εἰκόνα Σου τήν σεπτήν. Χαίρει καί ἡ θεία Μητρόπολις Καρδίτσης, τήν χάριν δεχομένη Σῆς παρακλήσεως.

Ἡ Εἰκών τῆς Παναγίας Σπηλαιωτίσσης, κατά τήν παράδοσιν ἔργον τοῦ Εὐαγγελιστοῦ Λουκᾶ, φυλάσσεται εἰς τήν Ἱεράν Μονήν Σπηλιᾶς Ἀργιθέας Ἀγράφων. Τά τρία πρῶτα Μεγαλυνάρια εἶναι ποιήματα τοῦ Μοναχοῦ Γερασίμου Μικραγιαννανίτου, καί τά ἕτερα τρία τοῦ Δικαστοῦ Γεωργίου Ἀποστολάκη, ὁμοίως ἐκ τοῦ πρός Αὐτήν Παρακλητικοῦ Κανόνος (2002).


ΠΑΝΑΓΙΑΣ ΤΡΙΧΕΡΟΥΣΗΣ
(τῆς Ἱερᾶς Μονῆς ἁγ. Παντελεήμονος Χρυσοκάστρου Καβάλας)

Τριχερούσης πάντες τήν θαυμαστήν καί σεπτήν Εἰκόνα, προσκυνήσωμεν οἱ πιστοί, θαύματα τελοῦσαν καί βρύουσαν ἰάσεις καί Ταύτην μετά πόθου κατασπασώμεθα.

Ἔχουσα, Παρθένε, ἡμῶν μονή, τήν σεπτήν Εἰκόνα Τριχερούσης τήν θαυμαστήν, στίφη πολεμίων ἐκτρέπει καί γαλήνης τῆς θεϊκῆς πληροῦται, Σέ μεγαλύνουσα.

Χαίροις, ὦ Παντάνασσα Μαριάμ, χαίροις Τριχερούσα, ἡ τήν χείρα Δαμασκηνοῦ θεραπευσαμένην, κοπεῖσαν διά φθόνον, αἱρετικῶν μανίας, ἧν καί διήλεγξας.

Φύλαττε, Πανάχραντε Μαριάμ, ταύτην τήν μονήν Σου, ἀπό πάντων τῶν πειρασμῶν, κραταιᾷ πρεσβείᾳ αἰτούμεθα ἁγίου καί ταύτης πολιούχου Παντελεήμονος.

Χαίροις, ὦ Παρθένε, Μῆτερ Θεοῦ, χαίροις Τριχερούσα καί θερμότατε ἰατρέ, τῶν ἐνασκουμένων ἐν τῇ μονῇ Σου ταύτῃ· ἐκ τῶν βελῶν τοῦ πλάνου ἡμᾶς ἀπάλλαξον.

Ὦ Παντελεήμων ἡμῶν φρουρέ καί κλεινέ προστάτα ἡμῶν πάντων τῶν ἀδελφῶν, αἴτησαι Παρθένον, Μητέραν Τριχερούσαν καί ἄμφω τήν μονήν ἡμῶν φυλάξατε.

Τό πρωτότυπον τῆς Εἰκόνος τῆς Παναγίας Τριχερούσης, συνδεόμενον μετά μεγάλων Ἁγίων τῆς Ὀρθοδόξου Πίστεως (Ἰωάννου τοῦ Δαμασκηνοῦ, Σάββα Α’ Ἀρχιεπισκόπου Σερβίας, κ.ἄ.), φυλάσσεται εἰς τήν Ἱεράν Μονήν Χιλανδαρίου Ἁγίου Ὄρους. Τό ἐνταῦθα μνημονευόμενον ἀντίγραφον τῆς Ἱερᾶς Εἰκόνος, φυλάσσεται εἰς τήν Ἱεράν Μονήν ἁγ. Παντελεήμονος Χρυσοκάστρου Καβάλας. Τά Μεγαλυνάρια, ἔργον ἀνωνύμου ποιητοῦ, ἐλήφθησαν ἐκ τοῦ πρός Αὐτήν Παρακλητικοῦ Κανόνος.


ΠΑΝΑΓΙΑΣ ΥΠΑΚΟΗΣ
(τῆς Ἱερᾶς Μονῆς ἁγ. Ἰωάννου Θεολόγου Πάτμου)

Χαίροις, Θεοτόκε Ὑπακοή, εὐσεβῶν χορείαις ἡ δεικνύουσα τήν ὁδόν, ψυχοτρόφου ὄντως ὑπακοῆς τοῖς νόμοις τοῖς σωστικοῖς, Κυρίου τοῦ θείου τόκου Σου.

Ἴσθι παραστάτης καί βοηθός, ἐν τοῦ βίου ζάλαις, τῶν σπευδόντων Σῇ ἀρωγῇ καί ἐξαιτουμένων τάς θείας Σου πρεσβείας, Ὑπακοή Παρθένε, πρός τόν Θεάνθρωπον.

Τήν σεπτήν μορφήν Σου, Ὑπακοή, πόθῳ προσκυνοῦντες ἀνακράζομεν εὐλαβῶς· Μῆτερ τοῦ Ὑψίστου, ἡμῶν Σοῦ δεομένων, ἐπάκουσον καί σῶσον βλάβης Σούς πρόσφυγας.

Ἄναψόν μοι λύχνον ὑπακοῆς, ταπεινοφροσύνης καί χρηστότητος τῷ πιστῶς, σπεύδοντι μορφήν Σου τήν θείαν προσκυνῆσαι, Ὑπακοή Παρθένε, Θεογεννήτρια.

Ἡ Εἰκών τῆς Παναγίας Ὑπακοῆς φυλάσσεται εἰς τήν Ἱεράν Μονήν ἁγ. Ἰωάννου τοῦ Θεολόγου Πάτμου. Τά Μεγαλυνάρια εἶναι ποιήματα τοῦ Δρ. Χαραλάμπους Μπούσια, ἐκ τοῦ πρός Αὐτήν Παρακλητικοῦ Κανόνος (2004).


(*) ΠΑΝΑΓΙΑΣ ΥΨΕΝΗΣ
(Ιερά Μονή Υψενής, Ρόδος)

Χαίροις Θεονύμφευτε Ὑψενή, τῶν ἀπεγνωσμένων, γλυκυτάτη καταφυγή· χαίροις τῆς Μονῆς σου, χαρὰ καὶ σωτηρία, καὶ τῶν ἐν ἀσθενείαις, θεία ἀντίληψις.

Χαίροις Θεονύμφευτε Ὑψενή, ἔφορος καὶ σκέπη, τῆς ἁγίας ταύτης Μονῆς· χαίροις ἡ ἰάσεις, ἀφθόνως χορηγοῦσα, καὶ πάντας ἐκ κινδύνων, δεινῶν ἐξαίρουσα.

Η εικόνα της Θεοτόκου η λεγόμενη «Υψενής» φυλάσσεται στην ομώνυμη Μονή τιμωμένη από τους πιστούς και πηγάζουσα θαύματα στους προσερχομένους με πίστη και ευλάβεια.


ΠΑΝΑΓΙΑΣ ΦΑΝΕΡΩΜΕΝΗΣ
(τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Χριστοῦ Δάσους Πάρου)

Δεῦτε ἀσπασώμεθα εὐλαβῶς, ἐν Μονῆ τοῦ Δάσους τήν εἰκόνα τήν θαυμαστήν τῆς Φανερωμένης, ἁγνῆς τριετιζούσης, Ἀειπαρθένου Κόρης, οἱ εὐσεβόφρονες.

Χαίροις, Βηματάρισσα ἱερά, τῆς Μονῆς τοῦ Δάσους καί προστάτις καί ἀρωγός ταύτης, Θεοτόκε, σεμνή Φανερωμένη, πιστοῖς ὀμβροβλυτοῦσα χάριν οὐράνιον.

Εὑρεθέν Σόν ἔκτυπον τῶ φωτί περιηυγασμένον, ἐν θαλάσσῃ, Μῆτερ Θεοῦ, θαυμαστῶς λαμπάδων τριῶν ὑφ’ ἁλιέως, Φανερωμένη, πόθῳ κατασπαζόμεθα.

Σύν τῶ Ἀρσενίῳ τῶ θαυμαστῶ, τῶν ἐν νήσῳ Πάρῳ διαλάμψαντι νεαυγῶς, σκέπε τήν Μονήν Σου τοῦ Δάσους, Θεοτόκε, σεμνή Φανερωμένη, Θεομακάριστε.

Πλοῦτον τῶν χαρίτων Σου τῶν πολλῶν, θείας προστασίας, ἀντιλήψεως, ἀρωγῆς καί προνοίας πᾶσι φανέρωσον Σοῖς δούλοις, κλεινή Φανερωμένη, Θεογεννήτρια.

Πάντας τούς καθεύδοντας ἐν σκιᾶ ὁμιχλώει, Μῆτερ, ἀγνωσίας ψυχοβλαβοῦς καί χαμαιζηλίας, πρός φάος σωτηρίας, Φανερωμένη, τάχος, ἴθυνον, Δέσποινα.

Ἡ Εἰκών τῆς Παναγίας Φανερωμένης φυλάσσεται εἰς τό Βῆμα τοῦ Καθολικοῦ (ἐξ’ οὗ καί Βηματάρισσα), τῆς Κολλυβάδικης Ἱερᾶς Μονῆς Χριστοῦ Δάσους Πάρου. Τά Μεγαλυνάρια εἶναι ποιήματα τοῦ Δρ. Χαραλάμπους Μπούσια, ἐκ τοῦ πρός Αὐτήν Παρακλητικοῦ Κανόνος (2009).


ΠΑΝΑΓΙΑΣ ΦΑΝΕΡΩΜΕΝΗΣ
(τῆς ὁμωνύμου Ἱερᾶς Μονῆς Χιλομοδίου Κορινθίας)

Τῆ σεπτῆ Εἰκόνι καί θαυμαστῆ, τῆς Φανερωμένης Θεοτόκου πανευλαβῶς, προσπέσωμεν πάντες, ψυχῆς ἐν κατανύξει, ἵνα πλουσίαν χάριν ἐκ Ταύτης λάβωμεν.

Πάλαι ἐφανέρωσας τήν σεπτήν Εἰκόνα Σου, Κόρη, ὡς θησαύρισμα ἱερόν, ἥν περικυκλοῦντες λαμβάνομεν ἀφθόνως, ἁγιασμόν καί ῥῶσιν ψυχῆς καί σώματος.

Χαίρει ἡ σεπτή Σου αὕτη Μονή, ὦ Φανερωμένη, Παντευλόγητε Μαριάμ, τήν θαυματουργόν Σου κατέχουσα Εἰκόνα, θαυμάτων θεῖα ῥεῖθρα χύδην πηγάζουσαν.

Πᾶσαι αἱ μονάζουσαι εὐλαβῶς, θλίψεως τῆ ὥρᾳ καί ἐφόδοις ταῖς τοῦ ἐχθροῦ, πρσφεύγουσι πίστει τῆ θείᾳ Σου Εἰκόνι καί τῶν κακῶν τήν λύσιν, Κόρη, κομίζονται.

Ἅπασι παρέχεις τάς δωρεάς, τάς σωτηριώδεις, παραδόξως, ὡς συμπαθής, τοῖς ἐγγύς καί πόρρῳ, Ἁγνή Φενερωμένη, διό πάντες τήν χάριν τήν Σήν κηρύττουσι.

Δίδου τάς αἰτήσεις διά παντός, ταύτῃ τῆ Μονῆ Σου, ὡς προστάτις καί ἀρρωγός αὐτῆς, Θεοτόκε, Ἁγνή Φανερωμένη, ἀγάπην καί εἰρήνην αὐτῆ βραβεύουσα.

Ἡ Εἰκών τῆς Παναγίας Φανερωμένης, κατά τήν παράδοσιν ἔργον τοῦ Εὐαγγελιστοῦ Λουκᾶ, φυλάσσεται εἰς τήν ὁμώνυμον Ἱεράν Μονήν Χιλιομοδίου Κορινθίας. Τά Μεγαλυνάρια εἶναι ποιήματα τοῦ Μοναχοῦ Γερασίμου Μικραγιαννανίτου, ἐκ τοῦ πρός Αὐτήν Παρακλητικοῦ Κανόνος.


ΠΑΝΑΓΙΑΣ ΦΑΝΕΡΩΜΕΝΗΣ
(τοῦ ὁμωνύμου Ἱεροῦ Ναοῦ Νέας Ἡρακλείτσης Καβάλας)

Πάντες προσφοιτῶμεν εἰλικρινῶς, τῶ σεπτῶ τεμένει Γεωργίου καί ἐν σπουδῆ, σπεύδομεν κυκλοῦντες τήν θείαν Σου Εἰκόνα ἐν Ἡρακλείτσῃ, ἵνα ἐλέους τύχωμεν.

Ὅλην τήν κακόνοιαν τοῦ ἐχθροῦ στρέψον, Θεοτόκε, ἐναντίων δαιμονικῶν πράξεων λυτροῦσα τόν Σέ παρακαλοῦντα, ἐξ ὅλης τῆς καρδίας, ψυχῆ καί πνεύματι.

Ῥεύματα ὑδάτων φθοροποιῶν καί μεμολυσμένων ἀποκάθαρον συμφοράς, ἵνα μετατρέψῃς ταχύ εἰς εὐλογίαν, ὑπέρ ἡμαρτηκότος λαοῦ Σου, Πάναγνε.

Φεύγει πᾶσα πλάνη δαιμονική, τῆ Σῆ ἐπικλήσει, οὐ γάρ δύναται ὁ ἐχθρός ἀκούειν, Παρθένε, τήν Σήν ἁγίαν κλῆσιν, Ἥν ἀνυμνοῦσι κύκλῳ Ἀγγέλων τάγματα.

Ὕμνους Σοι, Παρθένε, ἀναφωνεῖ κλῆρος καί λαός Σου, συνελθόντες εἰλικρινῶς, ἐν τῶδε τεμένει Μάρτυρος Γεωργίου, ἐν Νέᾳ Ἡρακλείτσῃ καί Σέ γεραίρομεν.

Ῥῶσιν καχεξίας ἀποσοβεῖ, ἡ θεῖα Σου κλῆσις καί πᾶν νόσημα ἀτονεῖ, τῆ θείᾳ Σου Εἰκόνι προσκλαιόντων, Κόρη, καί Σέ παρακαλοῦντων τέκνων Σου, Ἄσπιλε

Ἡ Εἰκών τῆς Παναγίας Φανερωμένης, ἄλλως Παναγία τῆς Κρύπτης, μετεφέρθη ὑπό προσφύγων ἀπό τήν Παλαίαν Ἡρακλείτσαν τῆς Ἀνατολικῆς Θράκης εἰς τήν Νέαν ἐν Καβάλᾳ καί φυλάσσεται εἰς τόν ὁμώνυμον Ἱερόν Ναόν Νέας Ἡρακλείτσης Καβάλας. Τά Μεγαλυνάρια εἶναι ποιήματα τοῦ Μοναχοῦ Πορφυρίου Σιμωνοπετρίτου, ἐκ τοῦ πρός Αὐτήν Παρακλητικοῦ Κανόνος (2002).


(*) ΠΑΝΑΓΙΑΣ ΦΙΛΕΡΗΜΟΥ
(Ρόδος)

Βρύει τῶν θαυμάτων τοὺς ποταμούς, Φιλέρημε Κόρη, ἡ Εἰκών σου ἡ εὐαγής, πληροῦσα ἀῤῥήτου, χαρᾶς καὶ εὐφροσύνης, τοὺς κατασπαζομένους, αὐτὴν ἐκ πίστεως.

Χαίρει ἡ Ῥοδόνησος ἐπὶ σοί, Φιλέρημε Μῆτερ, ὥσπερ χάριτος θησαυρόν, πλουτοῦσα ἐν κόλποις, τὴν θείαν σου Εἰκόνα, ἣν σκέπε ἐκ παντοίων, δεινῶν καὶ θλίψεων.

Η Εικόνα της Παναγίας της Φιλερήμου βρίσκεται στο Εθνικό Μουσείο του Μαυροβουνίου. Αντίγραφο της Εικόνας, το οποίο φιλοτεχνήθηκε από τον Μοναχό Λάζαρο, ύστερα από αίτημα του Μητροπολίτη Ρόδου Κυρίλλου, μεταφέρθηκε στη Ρόδο από τον Μητροπολίτη Μαυροβουνίου και Παραθαλασσίας Αμφιλόχιο και τοποθετήθηκε στο Καθολικό της Ιεράς Μονής Φιλερήμου την 24 Σεπτεμβρίου του έτους 2008 μ.Χ. Τα Μεγαλυνάρια, είναι ποιήματα του Μητροπολίτου Ρόδου Κυρίλλου.


(*) ΠΑΝΑΓΙΑΣ ΦΟΒΕΡΑΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ
(Ιερά Μονή Κουτλουμουσίου, Άγιον Όρος)

Ἄξιόν ἐστιν ὡς ἀληθῶς, μακαρίζειν Σε τὴν Θεοτόκον, τὴν ἀειμακάριστον καὶ παναμώμητον καὶ μητέρα τοῦ Θεοῦ ἡμῶν. Τὴν τιμιωτέραν τῶν Χερουβείμ καὶ ἐνδοξοτέραν ἀσυγκρίτως τῶν Σεραφείμ, τὴν ἀδιαφθόρως Θεόν Λόγον τεκοῦσαν, τὴν ὄντως Θεοτόκον Σέ μεγαλύνομεν.

Τὴν τιμιωτέραν τῶν Χερουβείμ, καὶ ἐνδοξοτέραν ἀσυγκρίτως τῶν Σεραφείμ, τὴν ἀδιαφθόρως, Θεὸν Λόγον τεκοῦσαν· τὴν ὄντως Θεοτόκον, Σὲ μεγαλύνομεν.

Ἔχει Σὴν Εἰκόνα τὴν ἱεράν, τοῦ Κουτλουμουσίου, ἡ ἐν Ἄθῳ σεπτὴ Μονή, Φοβερὰ τοῦ κόσμου, καὶ θεία Προστασία, καταφυγὴ γλυκεῖα, καὶ μέγα στήριγμα.

Κράζουσι χορείαις Χριστιανῶν, κεχαριτωμένη Προστασία ἡ Φοβερά, θλίψεων παντοίων, κινδύνων πειρασμῶν, καὶ νόσων ἀνιάτων, λύτρωσιν δώρησαι.

Πρέσβευε ἀπαύστως τῷ Σῷ Υἱῷ, Γένους Προστασία, Ὀρθοδόξων ἡ Φοβερά, ἵνα ἐπηρείας, ῥυώμεθα καὶ βλάβης, ἐχθρῶν οἱ προσιόντες, τῇ ἀντιλήψει Σου.

Ἡ σεπτὴ Εἰκών Σου Μῆτερ Θεοῦ, ὄντως κεκλημένη, Προστασία ἡ Φοβερά, τοὺς ἀσπαζομένους, Αὐτὴ πληροῖ ἰσχύος, καὶ θάῤῥους ἀντικροῦσαι, τὸν παναλάστορα.

Πάντας προστατεύεις ὡς ἀληθῶς, σέβοντάς Σε Κόρη, καὶ φιλοῦντας τὴν Σὴν μορφήν, τοὺς ἐγγὺς καὶ πόῤῥω, ὡς Φοβερὰ τῷ ὄντι, καὶ θεία Προστασία, τῶν ἀνυμνούντων Σε.

Πᾶσαι τῶν Ἀγγέλων αἱ στρατιαί, Πρόδρομε Κυρίου, Ἀποστόλων ἡ δωδεκάς, οἱ Ἅγιοι Πάντες μετά τῆς Θεοτόκου, ποιήσατε πρεσβείαν εἰς τό σωθῆναι ἡμᾶς.

Η εικόνα της Θεοτόκου η λεγόμενη «Φοβερά προστασία» ήταν το μόνο αντικείμενο που σώθηκε από μια φοβερή πυρκαϊά, η οποία κατέστρεψε ολόκληρο, ένα μετόχι της Ιεράς Μονής Κουτλουμουσίου στην Κρήτη. Μεταφέρθηκε στη μονή, όπου εξακολουθεί να επιτελεί πολλά θαύματα, όπως μαρτυρείται από τους πατέρες της μονής και τους προσκυνητές. Η εικόνα βρίσκεται στο τέμπλο παρεκκλησίου του Καθολικού και την Τρίτη της Διακαινησίνου λιτανεύεται από το μοναστήρι στο Πρωτάτο, όπου ανταποδίδει την επίσκεψη του «Άξιον Εστίν», που έχει γίνει την προηγούμενη μέρα στο Κουτλουμούσι.


ΠΑΝΑΓΙΑΣ ΦΩΤΟΒΟΛΟΥΣΗΣ

Ἄπειρος ἡ δόξα Σου πανταχοῦ, τά θαυμάσιά Σου ὑπερέχοντα πάντα νοῦν, ἔκθαμβον τό κάλλος τῆς μορφῆς Σου, Κόρη, Φωτοβολοῦσα Μῆτερ καί θαυματόβρυτε.

Ἔχοντες, Πανάχραντε, τήν σεπτήν ταύτην Σου Εἰκόνα, ἀπροσμάχητον βοηθόν, αὐτῇ προσφέγοντες ἐν πίστει, πάσης ἀνάγκης λυτρούμεθα Δέσποινα.

Χαίροις τῶν Σῶν δούλων ἡ ἀρωγός καί καύχημα μέγα καί γλυκεία καταφυγή· χαίροις Ὀρθοδόξων, Φωτοβολοῦσα Κόρη, ταχεῖα προστασία καί θεῖον ἔρεισμα.

Χαῖρε τῶν Ἀγγέλων ἡ χαρμονή, ὦ Φωτοβολοῦσα, Παντευλόγητε Μαριάμ, καί παντός τοῦ κόσμου ἐξαίρετος προστάτης καί κηδεμών καί σκέπη καί καταφύγιον.

Βρύει ἡ Εἰκών Σου ἡ ἱερά, κρουνούς συμπαθείας, μυστικῇ Σου ἐπισκοπῇ καί φωτίζει πάντας τούς πίστει προσιόντας, διό Φωτοβολοῦσα Σέ μεγαλύνομεν.

Σφαῖρας οὐρανίους φωταγωγεῖς, ὦ Φωτοβολοῦσα, τήν ὑδρόγειον δέ βολαῖς ἀρρήτων θαυμάτων αὐγάζεις· ὅθεν πίστει Σέ προσκυνοῦμεν πάντες, Κόρη Θεόνυμφε.

Τά Μεγαλυνάρια εἶναι ποιήματα ἀγνώστου ποιητοῦ, ἐκ τοῦ πρός Αὐτήν Παρακλητικοῦ Κανόνος, διορθωθέντα ὑπό Ἀντωνίου Μάρκου. Εἰς τήν Παράκλησιν δέν διευκρινίζεται πού εὑρίσκεται ἡ Εἰκών τῆς Φωτοβολούσης.


ΠΑΝΑΓΙΑΣ ΤΟΥ ΧΑΡΟΥ
(τοῦ ὁμωνύμου Προσκυνήματος Λειψώ Πάτμου)

Ἔχει τήν Εἰκόνα Σου τήν σεπτήν ἡ Λειψώ, Παρθένε, ὡς θησαύρισμα ἱερόν, ἥτις παρά πάντων ὠνόμασται τοῦ Χάρου, χαράν καί εὐφροσύνην πᾶσιν παρέχουσα.

Θάλλοντα ὁρῶνται καί χλοαυγῆ, μετά πλεῖστον χρόνον, ἐν Εἰκόνι Σου τῆ σεπτῆ τά κρίνα, Παρθένε, καί πάντας συγκινοῦσι πρός αἶνον, Θεομήτορ, τῶν θαυμασίων Σου.

Δίδου εὐφροσύνην τε καί ἰσχύν καί παθῶν τήν λύσιν καί κινδύνων απαλλαγήν, τοῖς μετ’ εὐλαβείας τῆ θείᾳ Σου Εἰκόνι τοῦ Χάρου προσιοῦσι καί Σέ δοξάζουσι.

Πᾶσι τοῖς προστρέχουσιν εὐλαβῶς, Λειψῶ τῆ νησῖδι, τῆ Εἰκόνι Σου τῆ σεπτῆ, τῆ τῶν κρίνων, Κόρη, δίδου παθῶν τήν λύσιν καί τήν ὀσμήν τήν θείαν, τῆς θείας χάριτος.

Ἴασαι σωμάτων καί τῶν ψυχῶν τά πάθη, Παρθένε, τῆ θερμῆ Σου ἐπισκοπῆ, τῶν ἀσπαζομένων Εἰκόνα Σου τήν θείαν, τήν φέρουσαν τά κρίνα, ὡς δῶρα εὔοσμα.

Λῦσον δυσωδίαν τήν ἀπεχθῆ τῆς ψυχῆς μου, Κόρη, εὠδίᾳ τῆ μυστικῆ, τῶν τῆς Σῆς Εἰκόνος, Παρθενομῆτορ, κρίνων καί μετανοίας φέγγει τόν νοῦν μου λάμπρυνον

Ἡ Εἰκών τῆς Παναγίας τοῦ Χάρου, φέρουσα ἐν ἀγκάλαις Ἐσταυρωμένον τόν Κύριον, φυλάσσεται εἰς τήν νησίδα Λειψῶ τῆς Πάτμου. Τά Μεγαλυνάρια εἶναι ποιήματα τοῦ Μοναχοῦ Γερασίμου Μικραγιαννανίτου, ἐκ τοῦ πρός Αὐτήν Παρακλητικοῦ Κανόνος (1996).