Τετάρτη 29 Απριλίου 2015

Παναγία - Η Χαρά των Χριστιανών( Φώτης Κόντογλου)


koukouzelisa.jpg


Η Παναγία είναι το πνευματικό στόλισμα της ορθοδοξίας. Για μας τους Έλληνες είναι η πονεμένη μητέρα, η παρηγορήτρια κ' η προστάτρια, που μας παραστέκεται σε κάθε περίσταση.
Σε κάθε μέρος της Ελλάδας είναι χτισμένες αμέτρητες εκκλησιές και μοναστήρια, παλάτια αυτηνής της ταπεινής βασίλισσας, κι' ένα σωρό ρημοκλήσια, μέσα στα βουνά, στους κάμπους και στα νησιά, μοσκοβολημένα από την παρθενική και πνευματική ευωδία της.
Μέσα στο καθένα από αυτά βρίσκεται το παληό και σεβάσμιο εικόνισμά της με το μελαχροινό και χρυσοκέρινο πρόσωπό της, που το βρέχουνε ολοένα τα δάκρυα του βασανισμένου λαού μας, γιατί δεν έχουμε άλλη να μας βοηθήσει, παρεκτός από την Παναγία, «άλλην γαρ ουκ έχομεν αμαρτωλοί προς Θεόν εν κινδύνοις και θλίψεσιν αεί μεσιτείαν, οι κατακαμπτόμενοι υπό πταισμάτων πολλών».
Το κάλλος της Παναγίας δεν είναι κάλλος σαρκικό, αλλά πνευματικό, γιατί εκεί που υπάρχει ο πόνος κ' η αγιότητα, υπάρχει μονάχα κάλλος πνευματικό. Το σαρκικό κάλλος φέρνει τη σαρκική έξαψη, ενώ το πνευματικό κάλλος φέρνει κατυάνυξη, σεβασμό κι αγνή αγάπη. Αυτό το κάλλος έχει η Παναγία. Κι' αυτό το κάλλος είναι αποτυπωμένο στα ελληνικά εικονίσματά της που τα κάνανε άνθρωποι ευσεβείς οπού νηστεύανε και ψέλνανε και βρισκόντανε σε συντριβή καρδίας και σε πνευματική καθαρότητα.
Στην όψη της Παναγίας έχει τυπωθεί αυτό το μυστικό κάλλος που τραβά σαν μαγνήτης τις ευσεβείς ψυχές και τις ησυχάζει και τις παρηγορά. Κι' αυτή η πνευματική ευωδία είναι το λεγόμενο Χαροποιόν Πένθος  που μας χαρίζει η θρησκεία του Χριστού, ένα βότανο άγνωστο στους ανθρώπους που δεν πήγανε κοντά σ' αυτόν τον καλόν ποιμένα.
Τούτη τη χαροποιά λύπη την έχουνε όλα όσα έκανε η ορθόδοξη τέχνη, και τα ευωδιάζει σαν σμύρνα και σαν αλόη, καν εικόνισμα είναι, καν υμνωδία, καν ψαλμωδία, καν χειρόγραφο, καν άμφια, καν λόγος, καν κίνημα, καν ευλογία, καν χαιρετισμός, καν μοναστήρι, καν κελλί καν σκαλιστό ξύλο, καν κέντημα, καν καντήλι, καν αναλόγι, καν μανουάλι, ότι και νάναι αγιωτικό. Από τα ονόματα και μόνο που έδωσε η ορθοδοξία στην Παναγία, και που μ'; αυτά την καταστόλισε, όχι σαν είδωλο θεατρικό, όπως γίνηκε αλλού που φορτώσανε μια κούκλα με δαχτυλίδια και σκουλαρήκια και με ένα σωρό άλλα ανίερα και ανόητα πράγματα, λοιπόν αυτά μοναχά, λέγω, φαίνεται πόσο πνευματική αληθινά είναι η λατρεία της Παναγίας στην ελληνική ορθοδοξία.
paramythia vatopedi.jpg
 Πρώτα-πρώτα το ένα αγιώτατο όνομά της: Παναγία. Ύστερα τα άλλα: Υπερευλογημένη, Θεοτόκος, Παναμώμητος, Τιμιωτέρα των Χερουβείμ και ενδοξωτέρα ασυγκρίτως των Σεραφείμ, Ζώσα και Άφθονος, Πηγή, Έμψυχος Κιβωτός, Άχραντος, Αμόλυντος, Κεχαριτωμένη, Αειμακάριστος και Παναμώμητος, Προστασία, Επακούουσα, Γρηγορούσα, Γοργοεπήκοος, Ηγιασμένος Ναός, Παράδεισος λογικός, Ρόδον το Αμάραντον, Χρυσούν Θυμιατήριον, Χρυσή Λυχνία, Μαναδόχος Στάμνος, Κλίμαξ Επουράνιος, Πρεσβεία θερμή, Τείχος απροσμάχητον, Ελέους Πηγή, του Κόσμου Καταφύγιον, Βασιλέως Καθέδρα, Χρυσοπλοκώτατος Πύργος και Δωδεκάτειχος Πόλις, Ηλιοστάλακτος Θρόνος, Σκέπη του Κόσμου, Δένδρον αγλαόκαρπον, Ξύλον ευσκιόφυλλον, Ακτίς νοητού ηλίου, Σιών αγία, Θεού κατοικητήριον, Επουράνιος Πύλη, Αδικουμένων προστάτις, Βακτηρία τυφλών, Θλιβομένων η χαρά, και χίλια δυο άλλα, που βρίσκονται μέσα στα βιβλία της εκκλησίας.
Κοντά σ' αυτά είναι και τα ονόματα που γράφουνε απάνω στα άγια εικονίσματά της οι αγιογράφοι: Οδηγήτρια, Γλυκοφιλούσα, Πλατυτέρα των Ουρανών, η Ελπίς των απελπισμένων, η Ταχεία Επίσκεψις, η Αμόλυντος, η Ελπίς των Χριστιανών, η Παραμυθία, η Ελεούσα κι άλλα πολλά, που γράφουνται από κάτω από τη συντομογραφία: ΜΗΡ ΘΥ, που θα πεί Μήτηρ Θεού.
Πόση αγάπη, πόσο σέβας και πόσα κατανυκτικά δάκρυα φανερώνουνε μοναχά αυτά τα ονάματα, που δεν ειπωθήκανε σαν τα λόγια οπού βγαίνουνε εύκολα από το στόμα, αλλά που χαραχτήκανε στις ψυχές με πόνο και με ταπείνωση και με πίστη. Αμή οι ύμνοι της πούναι αμέτρητοι σαν τάστρα τ'; ουρανού κ'; εξαίσιοι στο κάλλος, και που τους συνθέσανε οι άγιοι υμνολόγοι, «θίασον συγκροτήσαντες πνευματικόν»! Σ' αυτό το ευωδιασμένο περιβόλι βρίσκουνται όλα τα αμάραντα άνθη και τα ευωδιασμένα βότανα του λόγου.
Αληθινά προφήτεψε η ίδια η Παναγία για τον εαυτό της, τότε που πήγε στο σπίτι του Ζαχαρία και την ασπάσθηκε η Ελισάβετ, πως θα τη μακαρίζουνε όλες οι γενεές: «Εκείνες τις μέρες, σηκώθηκε η Μαριάμ και πήγε στην Ορεινή με σπουδή στην πολιτεία του Ιούδα και μπήκε στο σπίτι του Ζαχαρία και χαιρέτησε την Ελισάβετ. Και σαν άκουσε η Ελισάβετ τον χαιρετισμό της Μαρίας πήδηξε το παιδί μέσα στην κοιλιά της (2). Και γέμισε Πνεύμα Άγιο η Ελισάβετ και φώναξε με φωνή μεγάλη κ'; είπε: Βλογημένη είσαι εσύ ανάμεσα στις γυναίκες και βλογημένος ο καρπός της κοιλίας σου. Κι' από πού μου ήρθε αυτό το καλό, νάρθει η μητέρα του κυρίου μου προς εμένα; γιατί μόλις ήρθε η φωνή του χαιρετισμού σου στ' αυτιά μου, ξεπέταξε το παιδί στην κοιλιά μου, κι' είναι μακάρια εκείνη που πίστεψε σε όσα της είπεν ο Κύριος.
 Κι' είπε η Μαριάμ: «Δοξολογά η ψυχή μου τον Κύριο κι' αναγάλλιασε το πνεύμα μου για το Θεό τον σωτήρα μου, γιατί καταδέχθηκε να κυτάξει την ταπεινή τη δούλα του. Γιατί, να, από τώρα κ' ύστερα θα με μακαρίζουνε όλες οι γενεές, επειδή έκανε σε μένα μεγαλεία ο Δυνατός, κ' είναι αγιασμένο τ' όνομά του, και το έλεός του πηγαίνει από γενεά σε γενεά σε κείνους που έχουνε τον φόβο του». Αμέτρητες είναι οι υμνωδίες της Παναγίας, μα αμέτρητα είναι και τα σεμνόχρωμα εικονίσματά της, που καταστολίζουνε τις εκκλησιές μας, ζωγραφισμένα στο σανίδι είτε στον τοίχο. Σε κάθε ορθόδοξη εκκλησιά στέκεται το εικόνισμά της στο τέμπλο από τα δεξιά της άγιας Πόρτας.
gerontissa pantokratoros.jpg
Σε άλλες εικόνες ζωγραφίζεται και μοναχή, μα στα εικονίσματα του τέμπλου κρατά πάντα τον Χριστό στην αγκαλιά της απ' τ' αριστερά, σπάνια απ' τα δεξιά, (τότε λέγεται Δεξιοκρατούσα). Το κεφάλι της είναι σκεπασμένο σεμνά και σοβαρά με το μαφόριο, ένα φόρεμα φαρδύ κι' ιερατικό σκούρο βυσσινί, που πέφτει στον ώμο της απλόχωρο, αφήνοντας να φαίνεται μοναχά το μακρουλό πρόσωπό της και τα χέρια της. Από μέσα από το σκέπασμα φαίνεται μια στενή λουρίδα από το δέσιμο του κεφαλιού της που σφίγγει το μέτωπό της και αφίνει να φανούνε μονάχα οι άκρες των αυτιών της. Το μέτωπό της είναι σαν μελαχροινό φίλντισι, αγνό, απλό και κατακάθαρο.
Τα ματόφρυδά της είναι καμαρωτά, ζωηρά και μακρυά, φτάνοντας ίσαμε κοντά στ'; αυτιά της, τα μάτια της αμυγδαλωτά, ισκιωμένα, καστανά, βαθειά, σοβαρά μα γλυκύτατα, με τ'; ασπράδι καθαρό μα ισκιωμένο. Το βλέμμα της είναι μελαγχολικό απλό, ίσιο, ήσυχο, συμπαθητικό, αγαπητό, θλιμένο μα και μαζί χαροποιό, αυστηρό μα και μαζί συμπονετικό, αγιώτατο, πνευματικό, αθώο, σκεφτικό, άμωμο, ελπιδοφόρο, υπομονητικό, πράο, σεμνώτατο, μακρυά από κάθε σαρκικόν λογισμό, καθρέφτισμα μυστικό του παραδείσου, βασιλικό και ταπεινό, ανθρώπινο και θεϊκό, άκακο, αδελφικό, ευγενικό, ελεγκτικό, άγρυπνο, γαληνό, φιλάνθρωπο, μητρικό, παρθενικό, δροσερό, καυτερό για όσους έχουνε πονηρούς λογισμούς, τρυφερό,διαπεραστικό, ερευνητικό, απροσποίητο, ηγεμονικό, συγκαταβατικό, παρακαλεστικό, αμετασάλευτο. Η μύτη της είναι μακρυά και στενή, με μέτρο, ιουδαϊκή, άσαρκη, με λεπτά ρουθούνια, λίγο γυριστή, σεμνή.
 Το στόμα της μικρό, ντροπαλό, φρόνινμο, κλειστό, καθαρό, ισκιωμένο κατά το μάγουλο, σαν να χαμογελά ελαφρά. Το πηγούνι της γυριστό, σεβαστό, ανεπιτήδευτο, ταπεινό. Το μαγουλό της, παρθενικό, καθαρό, χνουδωτό, ευωδιασμένο, ντροπαλό, χλωμό με μιαν ελαφρότατη ροδοκοκκινάδα. Ο λαιμός της γυρτός ταπεινά, σμίγει με το πηγούνι μ' ένα απαλό ίσκιασμα που το λέγανε οι παλαιοί γλυκασμό. Το όλο πρόσωπό της είναι ιερατικό και θρησκευτικό, και μαρτυρά αρχαία φυλή. Τα άχραντα χέρια της είναι μικρά, στενά μακροδάχτυλα, λεπτόνυχα. Με το αριστερό βαστά τον Χριστό, και το δεξί τόχει ακουμπισμένο σεμνά απάνω στο στήθος της, σε στάση παρακαλεστική, με το μεγάλο δάχτυλο μακρυά από τ' άλλα. Στα πιο αρχαία εικονίσματα αυτό το χέρι είναι πιο όρθιο και πιο ψηλά, κοντά στο λαιμό. Ο πιο αυστηρός τύπος της Παναγίας είναι η λεγόμενη Οδηγήτρια, που έχει όρθια την κεφαλή της, έκφραση απαθέστερη και το όλο σχήμα της είναι πιο ιερατικό.
glykofiloysa filotheou.jpg
Ενώ η Γλυκοφιλούσα έχει το κεφάλι της γυρτό κατά το παιδί της, που τ' αγκαλιάζει σφιχτότερα, κ' η έκφρασή της είναι πιο αισθηματική. Η Πλατυτέρα παριστάνεται καθισμένη απάνω στο θρόνο, αυστηρή κι' αλύγιστη, και βαστά τον Χριστό στα γόνατά της, ακουμπώντας τόνα χέρι της στον ώμο του και με τ' άλλο βαστώντας το πόδι του ή ένα μαντήλι.
Στην Ελλάδα, οι περισσότερες εκκλησιές της Παναγίας γιορτάζουνε κατά την Κοίμηση της Θεοτόκου, δηλαδή στις 15 Αυγούστου. Τα τροπάρια που ψέλνουνε σ' αυτή τη γιορτή είναι από τα πιο εξαίσια. Το δοξαστικό του Εσπερινού είναι το μονάχο τροπάρι που ψέλνεται με τους οχτώ ήχους, κάθε φράση κι' άλλος ήχος· αρχίζει από τον πρώτον ήχο και τελειώνει πάλι στον πρώτον.
Μα ολάκερη η Ελλάδα δεν υμνολογά την Παναγία μονάχα με τους ψαλτάδες και με τους παπάδες στις εκκλησιές, αλλά και με το κάθε τι της, με τα χωριά, με τα βουνά, με τα νησιά, πούχουνε τ' αγιασμένο τ' όνομά της. Τα καράβια βολτατζάρουνε στη δροσερή θάλασσα, ανοιχτά από τους κάβους πούναι χτισμένα τα μοναστήρια της, έχοντας στη πρύμνη σκαλισμένο τ' αγαπημένο και προσκυνητό όνομά της.
Όποιος ταξιδεύει στα ελληνικά νερά, σ' όποιο μέρος κι' αν βρεθεί τη μέρα της Παναγίας, θαν ακούσει απ' ανοιχτά τις καμπάνες απάνω από το πέλαγο. Άλλες έρχουνται από τ' Αγιον Όρος που το λένε Περιβόλι της Παναγίας, άλλες από την Τήνο πούχει το ξακουστό παλάτι της, άλλες από την Σαλαμίνα που γιορτάζει η Φανερωμένη, άλλες από τη Μυτιλήνη, από την Παναγιά της Αγιάσσος και της Πέτρας, άλλες από το Μοναστήρι της Σίφνου, άλλες από τη Σκιάθο, άλλες από τη Νάξο, από κάθε νησί, από κάθε κάβο, από κάθε στεριά.
oikonomissa
 megisths lavras.jpg

Πέμπτη 23 Απριλίου 2015

Η απόσταση μεταξύ ουρανού και γης γεφυρώνεται με την Παναγία

Η απόσταση μεταξύ ουρανού και γης 
γεφυρώνεται με την Παναγία

Ο Ακάθιστος Ύμνος η πλέον δημοφιλής Ακολουθία της Εκκλησίας μας έχει χαρακτηρισθεί ως «ο αδάμας» της εκκλησιαστικής Υμνολογίας για την τέχνη, την πλοκή, την έκφραση, τα σχήματα του λόγου και τις υψηλές και βαθείες έννοιες που είναι περιβεβλημένες με κάλλος απαράμιλλου λόγου.

Ο ιερός ποιητής εξυμνεί δι’ Αυτού το μυστήριο της ενανθρωπήσεως του Θείου Λόγου της οποίας όργανο «και κλίμαξ επουράνιος δι ης κατέβη ο Θεός» κατεστάθη η Θεοτόκος.


Άρχεται από του Ευαγγελισμού και διηγείται τα γεγονότα της κατά σάρκα γεννήσεως του Κυρίου μέχρι της Υπαπαντής ποιητικά, τα συνδυάζει δε με δογματικές και ηθικές αλήθειες της εκκλησίας και περατώνει τον ύμνο δια λαμπρών εγκωμίων διθυραμβικού ύφους και ύψους προς την Παναγία.

Δια τούτο ο Ακάθιστος Ύμνος αποτελεί ιερό θρησκευτικό μεγαλούργημα ευγνωμοσύνης προς τον Θεόν και αγάπης προς την Παναγία.

Αποτελεί όμως και εθνικό μνημείο που υπενθυμίζει κλέη και θριάμβους του έθνους, γιατί συνδέθηκε με το κοσμοϊστορικό γεγονός της αποκρούσεως με την βοήθεια της Παναγίας της πολιορκίας της Κωνσταντινουπόλεως υπό των Αβάρων το 626 μ.Χ. επί αυτοκράτορος Ηρακλείου.

Ο λαός ευγνωμονών ετέλεσε παννυχίδα στην Παναγία των Βλαχερνών «ένθα ορθοστάδην του ύμνου τη του Λόγου Μητρί έμελψε» κατά το χρονογράφο και ήνωσε μετ’ αυτού το τότε ποιηθέν κοντάκιον «ΤΗ ΥΠΕΡΜΑΧΩ ΣΤΡΑΤΗΓΩ ΤΑ ΝΙΚΗΤΗΡΙΑ…»

Πάντοτε εκείνη οδήγησε το έθνος μας εις νομάς σωτηρίους εν μέσω των μελανών εθνικών περιπετειών και καταιγίδων του. Υπήρξε η φωτεινή και προστατευτική νεφέλη στη πορεία του, πορεία διακυμάνσεων, ακμής και παρακμής εξάρσεων και πτώσεων, κορυφών πλήρους φωτός αλλά και χαραδρών πλήρους σκότους όπως είναι τα παρόντα χρόνια που διανύομε.

Με το θείο όνομα της Παναγίας ασχολούνται αιώνες τώρα οι Προφήτες, οι Πατέρες της Εκκλησίας, οι Οικουμενικές Σύνοδοι, η Καινή Διαθήκη, η Εκκλησία.

Η απόσταση μεταξύ ουρανού και γης γεφυρώνεται με την Παναγία που συνδέει αυτούς τους δύο ανομοίους κόσμους. Ο Ακάθιστος Ύμνος με τα υψηλά και θεία διδάγματα συντελούν εις το «εν καινότητι ζωής περιπατήσωμεν» (Ρωμ. στ.4) προς έκλειψιν της αράς και λάμψεως της χαράς.

Η ανθρώπινη αδυναμίας μας πλησίον της Παναγίας μεταλλάσσεται εις χαρά και ασφάλεια.

Σε αυτό το λίγο διάστημα των ημερών που ακολουθούν μέχρι την Ανάσταση έχομε περισσότερη ανάγκη μετανοίας για να καταστούμε «μέτοχοι κλήσεως επουρανίου» και να απολαύσομε τα αγαθά του ουρανού.

Χωρίς μετάνοια ουδόλως ανοίγει ο ουρανός. Ο Θεός πάντοτε δίνει ευκαιρίες μετανοίας στον καθένα και τον καλεί να εξετάσει τον εαυτόν του, την βιοτή του και εάν παράγει καρπούς αξίους της μετανοίας. Μας καλεί να θυμηθούμε τους λόγους του Ιωάννου του Προδρόμου «η αξίνη προς την ρίζαν των δένδρων κείται· παν ουν δένδρον μη ποιούν καρπόν καλόν, εκκόπτεται και εις πυρ βάλλεται» (Ματθ. γ’, 10).

Οι Χαιρετισμοί της Θεοτόκου μας μεταφέρουν εγγύτερα στο να καταστούμε ουρανοπολίται. Η παρουσία της καλύπτει ολόκληρο το χωροχρόνο της ιστορίας του κόσμου. «Θεοτόκε σώζε αεί την κληρονομίαν Σου».

Αρχιμανδρίτης Κων/νος Χαραλαμπόπουλος
dogma.gr

Πέμπτη 16 Απριλίου 2015

Ζωοδόχος Πηγή ή η Θεοτόκος των Πηγών


Η Ζωοδόχος Πηγή ή η Θεοτόκος των Πηγών εορτάζει 5 μέρες μετά το Άγιο Πάσχα

Zoom in (real dimensions: 600 x 822)Εικόνα

Ο Ναός και το αγίασμα της Ζωοδόχου Πηγής ευρίσκονται στην Κωνσταντινούπολη στο σημερινό Σηλυβρί – Καπί.

Το θαύμα της ευρέσεως του ύδατος τούτου έγινε εις τον αυτοκράτορα Λέοντα Σοφόν ή Μακέλλην. Αυτός προτού καταταγεί στο στρατό ήταν χειρώναξ. Κάποια ημέρα, που είχε βγει περίπατο στην ανωτέρω τοποθεσία, βρήκε ένα τυφλό. Ήταν καλοκαίρι έκανε ζέστη και ο τυφλός κινδύνευε να πεθάνει από τη δίψα. Ο Λέων ήταν πονόψυχος, πήρε τον τυφλό από το χέρι και τον οδηγούσε. Όταν έφθασαν κοντά σε ένα τέλμα ο τυφλός είχε αποκάμει και παρακαλούσε τον Λέοντα να του βρει μέρος σκιερό να αναπαυθεί και νερό να πιει.

Εκεί που βάδιζε ο Λέων, άκουσε ξαφνικά από υψηλά μια μυστηριώδη φωνή που του έλεγε:
- Μη κοπιάζεις περιπλανώμενος, το νερό είναι εδώ πλησίον.

Ο Λέων εξεπλάγη εις το άκουσμα της φωνής, αλλά δεν μπορούσε να βρει την πηγή του νερού. Οπότε ακούει πάλιν την φωνή:
- Έμπα μέσα στο δάσος, θα βρεις ένα τέλμα και πάρε από το θολό νερό. Δώσε στον τυφλό να πιει και με την Λάσπη του τέλματος, άλειψε του τα μάτια. Συ δε μια ημέρα θα αναδειχθείς Βασιλεύς. Ποια όμως είμαι εγώ, που εξέλεξα τούτον το τόπο για ανάπαυση μου, θα το μάθεις σε λίγο. Εγώ θα σε βοηθήσω να μου κτίσης εδώ Ναόν. Όσοι θα έρχονται, με ευλάβεια και με Πίστη να με παρακαλούν, θα θεραπεύονται από τις αρρώστιες που φαίνονται στους γιατρούς αθεράπευτες.

Zoom in (real dimensions: 922 x 1229)Εικόνα

Πράγματι, ο Λέων πήρε νερό, πήγε στον τυφλό, του άλειψε τα μάτια με την λάσπη και ω του θαύματος, ο τυφλός ανέβλεψε. Αυτό μαθεύτηκε παντού.

Όταν έγινε ο Λέων αυτοκράτωρ, έκτισε εκεί Ναόν της Ζωοδόχου Πηγής. Τον Ναόν αυτόν, τον φρόντισε και μεγάλωσε ο αυτοκράτωρ Ιουστινιανός, αυτός που έκτισε και την Αγίαν Σοφίαν. Ο Ιουστινιανός έπασχε από δυσουρία. Ήταν αθεράπευτη η νόσος του κατά τους γιατρούς του καιρού εκείνου. Γιατρεύτηκε με το θαυματουργό νερό της Ζωοδόχου Πηγής.

Πολλοί είναι εκείνοι που θεραπεύθηκαν θαυματουργικά στη Ζωοδόχο Πηγή.

Θεραπεύτηκε κάποια Γλυκερία ονόματι, συγγενής της αυτοκράτειρας Θεοδώρας, συζύγου του Ιουστινιανού, ωσαύτως κάποια Ευδοκία, αδελφή του Αυτοκράτορος Μαυρικίου, επίσης η αυτοκράτειρα Ειρήνη. Αυτή από ευγνωμοσύνη έβαλε και ξαναζωγράφησαν τις Εικόνες της Θεοτόκου και του Σωτήρος, τις οποίες είχαν καταστρέψει προηγουμένως οι Εικονομάχοι Βασιλείς. Η αυτοκράτειρα Θεοδώρα προσέφερε χρυσά ιερά σκεύη, γιατί η Παναγία θεράπευσε εκεί την κόρη της από «ατάκτους» πυρετούς.

Σήμερα στην αυλή της Ζωοδόχου Πηγής βρίσκονται οι τάφοι των Οικουμενικών Πατριαρχών. Το δε αγίασμα βρίσκεται στον υπόγειο Ναό και αποτελείται από μαρμαρόκτιστη πηγή, το νερό της οποίας θεωρείται αγιασμένο. Απ' εδώ διαδόθηκε ο τύπος της Παναγίας Ζωοδόχου Πηγής σε όλο τον ορθόδοξο κόσμο. Είναι αξιοσημείωτο ότι ψηφιδωτή παράσταση της εικόνας σώζεται στον εσωνάρθηκα της Μονής της Χώρας.

Σε ανάμνηση των εγκαινίων του Ναού από τον Αυτοκράτορα Λέοντα η Εκκλησία καθιέρωσε την κατ΄ έτος εορτή της Ζωοδόχου Πηγής, την Παρασκευή της Διακαινησίμου Εβδομάδας.

Ο Ναός αυτός έμεινε γνωστός στην ιστορία ως το αγίασμα του «Μπαλουκλί». «Μπαλούκ» στα τουρκικά σημαίνει ψάρι και η παράδοση μας λέει πως εκεί δίπλα στο αγίασμα, στις 23 Μαΐου 1453 μ.Χ. ένας καλόγερος τηγάνιζε ψάρια, όταν κάποιος του έφερε την είδηση πως πήραν την Πόλη οι Τούρκοι. Ο καλόγερος απάντησε πως μόνο αν τα ψάρια που τηγάνιζε έφευγαν απ΄ το τηγάνι και έπεφταν μέσα στο αγίασμα θα πίστευε ότι έγινε κάτι τέτοιο. Και πραγματικά τα ψάρια ζωντάνεψαν και έπεσαν μέσα στην πηγή του αγιάσματος. Μέχρι σήμερα δε, μέσα στην δεξαμενή της Ζωοδόχου Πηγής διατηρούνται επτά ψάρια και μάλιστα σαν να είναι μισοτηγανισμένα απ΄ την μια πλευρά.


Zoom in (real dimensions: 1173 x 1600)Εικόνα

Ἀπολυτίκιον Ἦχος πλ. ἀ΄. Τὸν συνάναρχον Λόγον
Η αναβλύζουσα Θειον ύδωρ αθάνατον, η προχέουσα ρείθρα ζωής αέναα· τοις προστρέχουσι πιστώς τη Ζωοδόχο σου Πηγή και ταύτα αρυoμένοι, βραβεύεις νυν τε παρθένε ρώσιν και θεραπείαν, και συμφορών απολύτρωσιν.

Ακούστε το Ἀπολυτίκιον Ἦχος πλ. ἀ΄. Τὸν συνάναρχον Λόγον


Ἕτερον Ἀπολυτίκιον Ήχος α΄.
Ο ναός σου Θεοτόκε ανεδείχθη παράδεισος, ως ποταμούς αειζώους αναβλύζων ιάματα ώ προσερχόμενοι πιστώς, ως Ζωοδόχου εκ Πηγής, ρώσιν αντλούμεν, και ζωήν την αιώνιον, πρεσβεύεις γαρ συ τω εκ σου τεχθέντι, Σωτήρι Χριστώ, σωθήναι τας ψυχάς ημών.

Ακούστε το Ἕτερον Ἀπολυτίκιον Ήχος α΄.


Zoom in (real dimensions: 889 x 1333)Εικόνα

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος γ΄. Τὴν ὡραιότητα
Τὸν ὑπερούσιον, ὄμβρον κυήσασα, πηγὴ ζωήρρυτος, Παρθένε πέφυκας, ἀναπηγάζουσα ἡμῖν, τὸ νέκταρ τὸ ἀθάνατον, ὕδωρ τὸ ἁλλόμενον, εἰς ζωὴν τὴν αἰώνιον, νάματα γλυκύρροα, ἐκ τῆς Κρήνης σου πάντοτε, ἐξ ὧν ἐπεντρυφῶντες βοῶμεν· Χαῖρε Πηγὴ ἡ ζωηφόρος.

Κοντάκιον. Ἦχος πλ. δ΄. Τῇ ὑπερμάχῳ
Ἐξ ἀκενώτου σου πηγῆς Θεοχαρίτωτε Ἐπιβραβεύεις μοι πηγάζουσα τὰ νάματα Ἀενάως τῆς σῆς χάριτος ὑπὲρ λόγον· Τὸν γὰρ Λόγον ὡς τεκοῦσα ὑπὲρ ἔννοιαν Ἱκετεύω σε δροσίζειν με σῇ χάριτι, Ἵνα κράζω σοι, Χαῖρε ὕδωρ σωτήριον.

Μεγαλυνάριον
Ύδωρ το ζωήρυτον της Πηγής, μάννα το προχέον, τον αθάνατον δροσισμόν το νέκταρ το Θείον την ξένην άμβροσίαν το μέλι το εκ πέτρας, πίστει τιμήσωμεν.

Απολυτίκιο Ζωοδόχου Πηγής

Η Ζωοδόχος Πηγή +Μητροπολίτης Φλωρίνης Αυγουστίνος

ΧΡΙΣΤΟΣ ΑΝΕΣΤΗ !!!

                            ΑΛΗΘΩΣ ΑΝΕΣΤΗ !!!

3333333.jpgΣHMEPA, αγαπητοί μου, η Eκκλησία μας εορτάζει την εορτή της Zωοδόχου Πηγής. 
H εορτή αυτή ανήκει στις λεγόμενες κινητές εορτές του εκκλησιαστικού έτους.Kινητές λέγονται οι εορτές του Tριωδίου και του Πεντηκοσταρίου, που έχουν ως κέντρο την ημέρα του Πάσχα. Tο Tριώδιο (10 εβδομάδες, δηλαδή 70 ημέρες) προηγείται της Kυριακής του Πάσχα, το δε Πεντηκοστάριο (7 εβδομάδες, δηλαδή 50 ημέρες) ακολουθεί. Oι εορτές αυτές ονομάζονται κινητές, γιατί δεν έχουν σταθερά ημερομηνία, εν αντιθέσει με τις άλλες εορτές του εκκλησιαστικού έτους που έχουν σταθερά ημερομηνία και λέγονται ακίνητες. Tών κινητών εορτών η ημερομηνία κάθε χρόνο αλλάζει. Eξαρτάται από την ημερομηνία του Πάσχα. Όταν το Πάσχα είναι πρώιμο, έρχονται και αυτές ενωρίτερα· όταν το Πάσχα είναι όψιμο, αυτές έρχονται αργότερα.H εορτή της Zωοδόχου Πηγής εορτάζεται την Παρασκευή της Διακαινησίμου, δηλαδή την εβδομάδα που ακολουθεί αμέσως μετά το Πάσχα. Mετά την Aνάστασι είναι η πρώτη εορτή του Πεντηκοσταρίου. Eορτάζεται την ωραία εποχή της ανοίξεως μέσα στο κλίμα της πασχαλινής χαράς και αγαλλιάσεως.H Zωοδόχος Πηγή είναι μία εορτή πρός τιμήν της Παναγίας. δεν έχει σχέσι με τη ζωή της υπεραγίας Θεοτόκου, όπως οι άλλες γνωστές θεομητορικές εορτές, λόγου χάριν τα Eισόδια, ο  Eυαγγελισμός ή η Kοίμησις της Θεοτόκου. H εορτή αυτή έχει σχέσι με τις θαυμαστές επεμβάσεις της Παναγίας πρός σωτηρίαν δυστυχών και ταλαιπώρων ανθρώπων που την επικαλέσθηκαν με πίστι. H Zωοδόχος Πηγή μας υπενθυμίζει τα θαύματα, που έκανε η Παναγία σε ένα ωρισμένο ναό της στον τόπο εκείνο που προκαλεί τη συγκίνησι κάθε Έλληνος.Στην ομιλία αυτή θα πούμε λίγα λόγια γύρω από το ιστορικό της εορτής.Aπό πού έχει την αρχή της η εορτή της Zωοδόχου Πηγής; H Zωοδόχος Πηγή αρχίζει το πρώτον από μία λεπτομέρεια, μία ασήμαντη θα έλεγε κανείς λεπτομέρεια. Όλα τα μεγάλα γεγονότα της ιστορίας, αλλά και τα  γεγονότα της προσωπικής μας ζωής, αν εξετάσουμε, θα βρούμε να προέρχωνται όλα από κάποια λεπτομέρεια. Ωρισμένες λεπτομέρειες της ζωής μας, του έθνους μας, της ιστορίας της ανθρωπότητος έχουν μεγάλη σπουδαιότητα. Ποιά είναι η λεπτομέρεια, από όπου αρχίζει η εορτή της Zωοδόχου Πηγής;Πρίν από 1500 περίπου χρόνια σε κάποια εξοχή της Kωνσταντινουπόλεως, κάπου εκεί σ’ έναν έρημο δρόμο, ένας δυστυχισμένος άνθρωπος φώναζε «βοήθεια!». Kανείς δεν τον άκουγε, καμία σημασία δεν του έδιναν στον έρημο εκείνο τόπο. Πέρασε όμως από το σημείο εκείνο ένας άνθρωπος σπλαχνικός, που είχε καρδιά με αγάπη. Άκουσε τη φωνή του δυστυχισμένου, που ζητούσε βοήθεια, και έσπευσε να τον βρει και να τον βοηθήσει όσο μπορούσε. Tον βρήκε σε ελεεινή κατάστασι.Ήταν τυφλός και έμενε εκεί. Kάποιος τον είχε πετάξει στον έρημο εκείνο τόπο και τον είχε αφήσει ασπλάχνως μόνο του. O τυφλός είχε μέρες νηστικός, πεινασμένος και διψασμένος. O εύσπλαχνος άνθρωπος, που τον βρήκε, τον πήρε από το χέρι και τον χειραγώγησε. O τυφλός του λέει·―Έχω μέρες να πιώ νερό· σε παρακαλώ, νεράκι θέλω.Eκείνος έψαξε. Mπήκε σ’ ένα δάσος. Προχώρησε γιά να βρει πηγή. Δεν βρήκε. Tότε ακούει μια φωνή, μιά μυστηριώδη φωνή·―Δεν χρειάζεται ν’ αγωνιάς. Tο νερό είναι κοντά. Προχώρει και θα το βρεις.Προχωρεί αρκετό διάστημα μέσα στο δάσος, αλλά και πάλι δεν βρήκε καθόλου νερό. Aκούει ξανά τη φωνή·―Mην απογοητεύεσαι. Προχώρει και θα βρείς.Προχώρησε λίγο ακόμα μέσα στο δάσος. Kαι τότε εκεί βρίσκει ένα γάργαρο δροσερό νερό. Έδωσε στο διψασμένο να πιει. O τυφλός ήπιε και ευφράνθηκε.Tότε άκουσε πάλι τη φωνή·―Πλύνε του, λέει, τα μάτια που είναι τυφλά, και τότε θα μάθεις αμέσως, ποιά είμαι εγώ, που κατοικώ εδώ από πολλά χρόνια.Πράγματι του έπλυνε τα τυφλά μάτια, και ο  τυφλός είδε το φως του, έγινε αμέσως καλά με τη βοήθεια της Παναγίας, που φανέρωσε έτσι την ζωοδόχο πηγή της.Aς μην πιστεύουν οι άπιστοι, δικαίωμά τους. Eμείς πιστεύουμε, ότι πέρα της ύλης συμβαίνουν γεγονότα τεράστια, τα οποία εμείς ονομάζουμε θαύματα, οι δε άλλοι τα εμπαίζουν και τα κοροϊδεύουν. Aλλ’ εμείς πιστεύουμε στά θαύματα τα οποία έκανε ο  Θεός και η Παναγία.Mετά λοιπόν τί έγινε; Ποιός ήταν αυτός ο εύσπλαχνος άνθρωπος; Mια λεπτομέρεια δεν είναι αυτή της ζωής; Aλλά ακούστε τη συνέχεια. Aυτός που έκανε την αγαθή αυτή πράξι ήταν ένας άγνωστος και άσημος στή Pωμαϊκή αυτοκρατορία. Mικρός, τιποτένιος, ασήμαντος άνθρωπος, που κανείς δεν τον ήξερε και κανείς δεν έκανε λόγο γι’ αυτόν στά σαλόνια της Kωνσταντινουπόλεως ούτε πουθενά αλλού. Ήταν ένας ταπεινός άνθρωπος μακέλλης στο επάγγελμα, δηλαδή κρεοπώλης. Ήταν ο Λέων. Ποιος Λέων; O μετέπειτα αυτοκράτωρ Λέων ο  A΄ ο Θραξ, ο λεγόμενος και Mακέλλης (457-474). Όσοι διαβάζουν ιστορία ξέρουν, ότι αυτός ήτανε ένας από τους ενδόξους βασιλείς, διότι κατετρόπωσε τους Γότθους. Ήταν αγαθός και πράος.Aυτόν λοιπόν τον ταπεινό και φιλεύσπλαχνο άνθρωπο, η θεία πρόνοια τον πήρε ύστερα από λίγα χρόνια από τη θέσι του κρεοπώλου και τον έκανε αυτοκράτορα της μεγαλυτέρας αυτοκρατορίας του τότε κόσμου, του Bυζαντίου, που ως φάρος επί χίλια χρόνια, εις πείσμα των δαιμόνων, εφωταγώγησε ολόκληρη την ανθρωπότητα.O Λέων, όταν έγινε αυτοκράτωρ, δεν λησμόνησε το περιστατικό αυτό. Θυμήθηκε τη λεπτομέρεια αυτή της ζωής του, έσπευσε στον τόπο εκείνο και οικοδόμησε εκεί μεγάλο ναό πρός τιμήν της Zωοδόχου Πηγής της υπεραγίας Θεοτόκου. Kαι κάτω, στά υπόγεια του ναού αυτού, ανέβλυζε γάργαρο και κρυστάλλινο νερό, το οποίο ήτο θαυματουργό. στον τόπο αυτό, που λέγεται Mπαλουκλί, συνέρρεαν χιλιάδες άνθρωποι απ’ όλα τα μέρη της αυτοκρατορίας. Kαι είναι γεγονός, δεν είναι ψέματα, ότι η πηγή αυτή έκανε μεγάλα και σπουδαία θαύματα. Aγιασμένο νερό βγαίνει από τη γη και θαυματουργεί. Aκόμη και Tούρκοι και Tουρκάλες πηγαίνουν στην εκκλησία αυτή της Kωνσταντινουπόλεως, παίρνουν αγιασμένο νερό και θεραπεύονται.O ναός της Zωοδόχου Πηγής γκρεμίστηκε εκ θεμελίων κατ’ επανάληψιν και ανοικοδομήθηκε πάλι από ευσεβείς αυτοκράτορες, και ιδίως από τον ένδοξο αυτοκράτορα Iουστινιανό. O ναός αυτός έχει ιστορία, είναι ιστορικός. Yπάρχει ακόμη και σήμερα. σε όσους επισκέφθηκαν την Kωνσταντινούπολι ο ναός αυτός είναι γνωστός ως ο  ναός του Mπαλουκλί, στον οποίο πρό ετών, το 1955, βέβηλοι Tούρκοι εισώρμησαν και δεν μπορώ να εκφράσω τί βεβηλώσεις έκαναν.Aυτό είναι το ιστορικό του ναού αυτού, ο  οποίος σώζεται μέχρι και σήμερα και συνδέεται με την ιστορία του γένους μας.Aδελφοί μου!Όπως στο Mπαλουκλί εορτάζουν την ημέρα της Zωοδόχου Πηγής και ο  ναός εκείνος της Θεοτόκου είναι πηγή θείων δωρεών, έτσι να πιστεύουμε, ότι και κάθε εκκλησία που έχει ορθόδοξο παπά και λειτουργεί και τελούνται τα άγια μυστήρια, είναι μία ζωοδόχος πηγή.Στήν Eκκλησία τρέχει το νερό το αθάνατο της διδασκαλίας του Kυρίου ημών Iησού Xριστού. Tο νερό αυτό ξεδιψά. Σβήνει τη μεταφυσική δίψα του ανθρώπου.Στήν Eκκλησία επίσης τρέχει το νερό το αθάνατο της θείας χάριτος, που πηγάζει από την υπερτάτη θυσία του Kυρίου ημών Iησού Xριστού. Tο νερό αυτό θεραπεύει. Δίνει την υγεία στις ανάπηρες και τραυματισμένες ψυχές, διά πρεσβειών της Παναγίας. Aμήν.
† επίσκοπος Aυγουστίνος

Η Ζωοδόχος Πηγή

        Ήταν  γύρω στα 450μχ,  όταν  ένας  βυζαντινός  στρατιώτης,  Λέοντας  στο  όνομα,  έκοβε  βόλτες  σ΄ ένα  δασάκι  στα  μέρη  της βασιλεύουσας,  όταν  ξάφνου  βλέπει  μπροστά  του  έναν  τυφλό  άνθρωπο  να  του  ζητάει  λίγο  νερό  για  να  σβήσει  τη  δίψα  του. Ο  Λέοντας  προθυμοποιήθηκε  να  του  βρει  και  να  του  φέρει  νερό. Έψαξε  λοιπόν,  στο  δάσος  για  να  βρει  νερό  αλλά  μάταια  και  έτσι,  επέστρεφε  λυπημένος.
       Τότε  όμως,  άκουσε  μια  γυναικεία  φωνή  να  του  λέει: «Ου  χρεών  σε,  Λέων,  αγωνιάν,  το  γαρ  ύδωρ  εγγύς»,  δηλαδή,  «Δεν  χρειάζεται  Λέων  να  αγωνιάς,  να  άγχεσαι,  να  στεναχωριέσαι,  το  νερό  είναι  δίπλα  σου». Και  πάλι  ακούει  τη  φωνή  την άγνωστη  να  τον   προστάζει: «Λέων  βασιλιά,  πάρε  απ΄ το  νερό  αυτό  και  δώσε  να  πιει  να  ξεδιψάσει  ο  τυφλός  άνθρωπος  και  κάτι  ακόμα,  άλειψε  μ΄ αυτό  τα  μάτια  του  και  αμέσως  θα  καταλάβεις  ποια  είμαι  εγώ  που  σου  μιλώ». 
        Έτσι  πράγματι  έπραξε  ο  Λέοντας  και  παρευθύς  ο  τυφλός  ανέβλεψε.  Αλλά  ταυτόχρονα  άνοιξαν  και  τα  μάτια  του  Λέοντα  ο  οποίος  τώρα, κατάλαβε  πως  εκείνη  η  φωνή  που  του  μιλούσε  ήταν  της  Παναγίας  που  έκανε  αυτό  το  θαύμα  και  του  μίλησε  και  πως  επίσης,  σ΄ Εκείνην  τη  Μεγαλόχαρη,  οφείλεται  και  το  μεγάλο  θαύμα  της  θεραπείας  του  τυφλού.
       Ακόμη,  θαύμα  αξιοθαύμαστο  ήταν  και  η  εύρεση  της  πηγής  του  σωτήριου  αυτού  νερού. Αλλά  θαύμα  ήταν  και  η    επαλήθευση  της  προσφώνησης  από  την Παναγία,  του  Λέοντα , ως  βασιλιά. Διότι  πράγματι  ο  Λέων,   το 486μ.Χ,  ανέβηκε  στον  θρόνο  της  Βυζαντινής  αυτοκρατορίας  ως  Λέων  ο  Α΄ ο  Θράξ,  ο  επονομαζόμενος  και  Μακέλλης(457-474),  και  τον οποίο  η  Αγία  Εκκλησία  μας  ως  Άγιο  τον τιμά  στις  20  του  Ιανουρίου. Αμέτρητα  τα  θαυμάσια  σου  Παναγία  μας.
        Ο  Λέων,  ως  αυτοκράτορας  πλέον,  θα  αναγείρει  επί  της  θαυματουργής  πηγής,  θαυμάσιο  Ναό  αφιερωμένο  στην  Παναγία  τη  Ζωοδόχου  Πηγή  για  να  θυμίζει  τις  δωρεές  της  Θεοτόκου  προς  εκείνον  αλλά  και  όλες  τις  μεγάλες  ευεργεσίες  της προς  το  γένος  των  ανθρώπων. 
      Στην  θαυματουργή  πηγή   αυτού  του  ιερού  Ναού,  βρήκε  τη  γιατρειά   και  ο  αυτοκράτορας  Ιουστινιανός  ο  Α΄,  ο  Λέοντας  ο  ΣΤ΄ ο  Σοφός,  η  γυναίκα  του,  Αγία  βασίλισσα  Θεοφανώ,  ο  Ρωμανός  Α΄ ο  Λεκαπηνός  και  η  γυναίκα  του,  ο Πατριάρχης  Στέφανος (886-912),  ο  Πατριάρχης  Ιεροσολύμων  Ιωάννης(964-966),  αλλά  και  πλήθος  ακόμη,  άρχοντες  και  απλοί  άνθρωποι  εκεί  γιατρεύτηκαν. Μέχρι  και  νεκρό  ανέστησε  το  αγιασμένο  νερό  της  Ζωοδόχου  Πηγής.
         Το  Ναό  της  Ζωοδόχου  Πηγής,  γκρέμισαν  οι  Τούρκοι  για  να  φτιάξουν   με  τα  υλικά  του  το  τέμενος  του   Σουλτάνου  Βαγιαζήτ. Οι  χριστιανοί  στη  θέση  αυτή  έχτισαν  ένα  παρεκκλήσι  και  αργότερα  ένα  πιο  μεγάλο  Ναό(1835). 
      Αυτού  του  ιερού  Ναού  της  Υπεραγίας  Θεοτόκου  της  Ζωοδόχου  Πηγής,  τα  εγκαίνια  εορτάζει  η  Εκκλησία  μας  την  Παρασκευή  της  Διακαινησίμου (Λαμπροβδομάδα).
     Ο  Ναός  αυτός  έμεινε  γνωστός  στην  ιστορία  ως  το  αγίασμα  του   «Μπαλουκλί». «Μπαλούκ»  στα  τουρκικά  σημαίνει  ψάρι  και  η  παράδοση  μας  λέει  πως  εκεί  δίπλα  στο  αγίασμα,  στις  23  Μαΐου  1453  ένας  καλόγερος  τηγάνιζε  ψάρια,  όταν  κάποιος  του  έφερε  την  είδηση  πως  πήραν  την  Πόλη  οι  Τούρκοι. Ο  καλόγερος  απάντησε  πως  μόνο  αν  τα  ψάρια  που  τηγάνιζε  έφευγαν  απ΄ το  τηγάνι  και  έπεφταν  μέσα  στο  αγίασμα  θα  πίστευε  ότι  έγινε  κάτι  τέτοιο. Και  πραγματικά  τα  ψάρια  ζωντάνεψαν  και  έπεσαν  μέσα  στην   πηγή  του  αγιάσματος. Μέχρι  σήμερα  δε,  μέσα στην  δεξαμενή  της  Ζωοδόχου  Πηγής  διατηρούνται επτά  ψάρια  και  μάλιστα  σαν  να  είναι μισοτηγανισμένα  απ΄ την  μια  πλευρά.
      Πέρα  όμως  από θρύλους  και  παραδόσεις,  η  Παναγία  μητέρα  του  Χριστού  και  μητέρα  πάντων  των  χριστιανών,  παραμένει  για  όλους  μας  η  Πηγή  της  Ζωής,  καθότι  Εκείνη  έφερε  τη  Ζωή,  το  Χριστό  στον  κόσμο,  ελπίδα  και  προστασία  μας,  «καταφυγή  τε  σκέπη  και  αγαλλίαμα». 
Τσαγκάρη  Παναγιώτη  Θεολόγου
Απολυτίκιον  Ζωοδόχου  Πηγής
                              Ήχος  α΄
      Ο ναός  σου  Θεοτόκε  ανεδείχθη  παράδεισος,  ως  ποταμούς  αειζώους  αναβλύζων  ιάματα  ώ  προσερχόμενοι  πιστώς,  ως  Ζωοδόχου  εκ  Πηγής,  ρώσιν  αντλούμεν,  και  ζωήν  την  αιώνιον,  πρεσβεύεις  γαρ  συ  τω  εκ  σου  τεχθέντι,  Σωτήρι  Χριστώ,  σωθήναι  τας  ψυχάς  ημών.
Μεγαλυνάριον
      Ύδωρ το ζωήρυτον της Πηγής, μάννα το προχέον,  τον αθάνατον δροσισμόν το νέκταρ το Θείον την ξένην άμβροσίαν το μέλι το εκ πέτρας, πίστει τιμήσωμεν.
           
ΤΟ ΜΠΑΛΟΥΚΛΙ     ( ΤΑ ΨΑΡΙΑ ΤΗΣ ΖΩΟΔΟΧΟΥ ΠΗΓΗΣ )
  Σαράντα μέρες πολεμά ο Μωχαμέτ να πάρη
 την Πόλη τη μεγάλη.
  Σαράντα μέρες έκαμεν ο γούμενος το ψάρι
στα χείλη του να βάλη.
Απ τις σαράντα κι ύστερα πεθύμησε να φάγη
τηγανισμένο ψάρι.
-Αν μας φυλαγ΄ η Παναγιά, καθώς μας εφυλάγει,
την Πόλη ποιος θα πάρη ;
Ρίχτει τα δίχτυα στο γιαλό, τρία ψαράκια πιάνει,
-Θεός να τα 'βλογήσει
Το λάδι βάλλει στη φωτιά μες στ αργυρό τηγάνι,
για να τα τηγανίση.
Τα τηγανίζ' από τη μια και πα να τα γυρίση
κι από το άλλο μέρος.
0 παραγιός του βιαστικά πετά να του μιλήση,
και τα 'χασεν ο γέρος !
Mην τηγανίζης, γέροντα, και μόσχισε το ψάρι
στην Πόλη τη μεγάλη !
την Πόλη την έξακουστη οι Τούρκοι έχουν πάρει,
μάς κόβουν το κεφάλι!
- Στην Πόλη Τούρκου δεν πατούν κι ' Αγαρηνού ποδάρια !
Μου φαίνεται σαν ψέμα !
Μ' αν ειν' αλήθεια το κακό, να σηκωθούν τα ψάρια,
να πέσουν μες στο ρέμα !
Ακόμα ο λόγος βάσταγε, τα ψάρια απ' το τηγάνι,
τη μια μεριά ψημένα,
πηδήξανε και πέσανε στης λίμνης τη λεκάνη,
γερά, ζωντανεμένα.
Ακόμα ως τώρα πλέουνε, κόκκιν' από το μέρος,
όπου τα είχε ψήσει.
Φυλάγουν το Βυζάντιο ν' αναστηθή,
κι ο γέρος να τ' αποτηγανίση.

( Ατθίδες Αύραι ) Γεώργιος Bιζυηνός

Σάββατο 11 Απριλίου 2015

ΣΗΜΕΡΟΝ ΚΡΕΜΑΤΑΙ ΕΠΙ ΞΥΛΟΥ...Ἀντὶ τοῦ ἀγαπᾶν με, σταυρῷ με προσηλώσατε!




Σήμερον ὁ Ἰούδας, καταλιμπάνει τὸν Διδάσκαλον, καὶ παραλαμβάνει τὸν διάβολον, τυφλοῦται τῷ πάθει τῆς φιλαργυρίας, ἐκπίπτει τοῦ φωτός, ὁ ἐσκοτισμένος· πῶς γὰρ ἠδύνατο βλέπειν, ὁ τὸν φωστῆρα πωλήσας, τριάκοντα ἀργυρίων, ἀλλ' ἡμῖν ἀνέτειλεν ὁ παθῶν ὑπὲρ τοῦ Κόσμου, πρὸς ὃν βοήσωμεν· Ὁ παθών, καὶ συμπαθῶν ἀνθρώποις, δόξα σοι.

Σήμερον ὁ Ἰούδας, παραποιεῖται θεοσέβειαν, καὶ ἀλλοτριοῦται τοῦ χαρίσματος, ὑπάρχων μαθητής, γίνεται προδότης, ἐν ἤθει φιλικῷ, δόλον ὑποκρύπτει, καὶ προτιμᾶται ἀφρόνως τῆς τοῦ Δεσπότου ἀγάπης, τριάκοντα ἀργύρια ὁδηγὸς γενόμενος, συνεδρίου παρανόμου. Ἡμεῖς δὲ ἔχοντες σωτηρίαν τὸν Χριστόν, αὐτὸν δοξάσωμεν.

Τὴν φιλαδελφίαν κτησώμεθα, ὡς ἐν Χριστῷ ἀδελφοί, καὶ μὴ τὸ ἀσυμπαθὲς πρὸς τοὺς πλησίον ἡμῶν, ἵνα μὴ ὡς ὁ δοῦλος κατακριθῶμεν, ὁ ἀνελεήμων, διὰ τὰ δηνάρια, καὶ ὡς ὁ Ἰούδας μεταμεληθέντες, μηδὲν ὠφελήσωμεν.[...]

Σήμερον ἔλεγεν ὁ Κτίστης Οὐρανοῦ καὶ γῆς, τοῖς ἑαυτοῦ Μαθηταῖς. Ἤγγικεν ἡ ὥρα, καὶ ἔφθασεν Ἰούδας ὁ παραδιδούς με, μὴ τίς με ἀρνήσηται, βλέπων με ἐν τῷ Σταυρῷ, ἐν μέσῳ δύο λῃστῶν· πάσχω γὰρ ὡς ἄνθρωπος, καὶ σώζω ὡς φιλάνθρωπος, τοὺς εἰς ἐμὲ πιστεύοντας. [...]

Σήμερον τῷ σταυρῷ προσήλωσαν, Ἰουδαῖοι τὸν Κύριον, τὸν διατεμόντα τὴν θάλασσαν ῥάβδῳ, καὶ διαγαγόντα αὐτοὺς ἐν ἐρήμῳ. Σήμερον τῇ λόγχῃ τὴν πλευρὰν αὐτοῦ ἐκέντησαν, τοῦ πληγαῖς μαστίξαντος, ὑπὲρ αὐτῶν τὴν Αἴγυπτον, καὶ χολὴν ἐπότισαν, τὸν μάννα, τροφὴν αὐτοῖς ὀμβρήσαντα.

Κύριε ἐπὶ τὸ πάθος τὸ ἑκούσιον παραγενόμενος, ἐβόας τοῖς Μαθηταῖς σου· κἂν μίαν ὥραν οὐκ ἰσχύσατε, ἀγρυπνῆσαι μετ΄ ἐμοῦ, πῶς ἐπηγγείλατε ἀποθνῄσκειν δι' ἐμὲ; κὰν τὸν Ἰούδαν θεάσασθε, πῶς οὐ καθεύδει, ἀλλὰ σπουδάζει προδοῦναί με τοῖς παρανόμοις; ἐγείρεσθε, προσεύξασθε, μὴ τίς με ἀρνήσηται, βλέπων με ἐν τῷ σταυρῷ. Μακρόθυμε δόξα σοι. [...]

Ποῖός σε τρόπος Ἰούδα, προδότην τοῦ Σωτῆρος εἰργάσατο; μὴ τοῦ χοροῦ σε τῶν Ἀποστόλων ἐχώρισε; μὴ τοῦ χαρίσματος τῶν ἰαμάτων ἐστέρησε; μὴ συνδειπνήσας ἐκείνοις, σὲ τῆς τραπέζης ἀπώσατο; μὴ τῶν ἄλλων νίψας τοὺς πόδας, τοὺς σοὺς ὑπερεῖδεν; ὢ πόσων ἀγαθῶν, ἀμνήμων ἐγένου! καὶ σοῦ μὲν ἡ ἀχάριστος, στηλιτεύεται γνώμη, αὐτοῦ δὲ ἡ ἀνείκαστος, μακροθυμία κηρύττεται, καὶ τὸ μέγα ἔλεος. [...] 

Σταυρωθήτω ἔκραζον, οἱ τῶν σῶν χαρισμάτων ἀεὶ ἐντρυφῶντες, καὶ κακοῦργον ἀντ' εὐεργέτου, ᾐτοῦντο λαβεῖν, οἱ τῶν δικαίων φονευταί, ἐσιώπας δὲ Χριστέ, φέρων αὐτῶν τὴν προπέτειαν, παθεῖν θέλων, καὶ σῶσαι ἡμᾶς ὡς φιλάνθρωπος. [...]

Ἔστησαν τὰ τριάκοντα ἀργύρια, τὴν τιμὴν τοῦ τετιμημένου, ὃν ἐτιμήσαντο ἀπὸ υἱῶν Ἰσραήλ. Γρηγορεῖτε καὶ προσεύχεσθε, ἵνα μὴ εἰσέλθητε εἰς πειρασμόν, τὸ μὲν πνεῦμα πρόθυμον, ἡ δὲ σάρξ ἀσθενής, διὰ τοῦτο γρηγορεῖτε.[...]

Ὢ πῶς Ἰούδας ὁ ποτέ σου μαθητής, τὴν προδοσίαν ἐμελέτα κατὰ σοῦ! συνεδείπνησε δολίως, ὁ ἐπίβουλος καὶ ἄδικος, πορευθεὶς εἶπε τοῖς Ἱερεῦσι· Τί μοι παρέχετε, καὶ παραδώσω ὑμῖν ἐκεῖνον, τὸν νόμον λύσαντα, καὶ βεβηλοῦντα τὸ Σάββατον; Μακρόθυμε Κύριε δόξα σοι. [...] 

Ὁ ἀναβαλλόμενος φῶς ὡς ἱμάτιον, γυμνὸς εἰς κρίσιν ἵστατο, καὶ ἐν σιαγόνι, ῥάπισμα ἐδέξατο, ὑπὸ χειρῶν ὧν ἔπλασεν, ὁ δὲ παράνομος λαός, τῷ σταυρῷ προσήλωσε, τὸν Κύριον τῆς δόξης, τότε τὸ καταπέτασμα τοῦ Ναοῦ ἐσχίσθη, ὁ ἥλιος ἐσκότασε, μὴ φέρων θεάσασθαι, Θεὸν ὑβριζόμενον, ὃν τρέμει τὰ σύμπαντα. Αὐτὸν προσκυνήσωμεν.

Ὁ μαθητὴς ἠρνήσατο, ὁ Λῃστὴς ἐβόησε· Μνήσθητί μου Κύριε, ἐν τῇ Βασιλείᾳ σου. [...]

Τάδε λέγει Κύριος τοῖς Ἰουδαίοις· Λαός μου τί ἐποίησά σοι, ἢ τί σοι παρηνώχλησα; τοὺς τυφλούς σου ἐφώτισα, τοὺς λεπρούς σου ἐκαθάρισα, ἄνδρα ὄντα ἐπὶ κλίνης ἠνωρθωσάμην. Λαός μου, τί ἐποίησά σοι, καὶ τί μοι ἀνταπέδωκας; ἀντὶ τοῦ μάννα χολήν, ἀντὶ τοῦ ὕδατος ὄξος, ἀντὶ τοῦ ἀγαπᾶν με, σταυρῷ με προσηλώσατε· οὐκέτι στέγω λοιπόν, καλέσω μου τὰ ἔθνη, κᾀκεῖνα με δοξάσουσι, σὺν τῷ Πατρὶ καὶ τῷ Πνεύματι, κᾀγὼ αὐτοῖς δωρήσομαι, ζωὴν τὴν αἰώνιον. 

Σήμερον τοῦ Ναοῦ τὸ καταπέτασμα, εἰς ἔλεγχον ῥήγνυται τῶν παρανόμων· καὶ τὰς ἰδίας ἀκτῖνας, ὁ ἥλιος κρύπτει, Δεσπότην ὁρῶν σταυρούμενον.

Οἱ νομοθέται τοῦ Ἰσραήλ, Ἰουδαῖοι καὶ Φαρισαῖοι, ὁ χορὸς τῶν Ἀποστόλων βοᾷ πρὸς ὑμᾶς. Ἰδε ναός, ὃν ὑμεῖς ἐλύσατε, ἴδε ἀμνός, ὃν ὑμεῖς ἐσταυρώσατε, τάφῳ παρεδώκατε, ἀλλ' ἐξουσίᾳ ἑαυτοῦ ἀνέστη. Μὴ πλανᾶσθε Ἰουδαῖοι· αὐτὸς γάρ ἐστιν ὁ ἐν θαλάσσῃ σώσας, καὶ ἐν ἐρήμῳ θρέψας, αὐτός ἐστιν ἡ ζωὴ καὶ τὸ φῶς, καὶ ἡ εἰρήνη τοῦ Κόσμου. [...]

Ὅτε παρέστης τῷ Καϊάφᾳ ὁ Θεός, καὶ παρεδόθης τῷ Πιλάτῳ ὁ Κριτής, αἱ οὐράνιαι δυνάμεις, ἐκ τοῦ φόβου ἐσαλεύθησαν, τότε δὲ καὶ ὑψώθης ἐπὶ τοῦ ξύλου ἐν μέσῳ δύο λῃστῶν, καὶ ἑλογίσθης μετὰ ἀνόμων ὁ ἀναμάρτητος, διὰ τὸ σῶσαι τὸν ἄνθρωπον. Ἀνεξίκακε Κύριε, δόξα σοι. [...]

Ὃν πάντα φρίσσει καὶ τρέμει, καὶ πᾶσα γλῶσσα ὑμνεῖ, Χριστὸν Θεοῦ δύναμιν, καὶ Θεοῦ σοφίαν οἱ Ἱερεῖς ἐρράπισαν, καὶ ἔδωκαν αὐτῷ χολήν, καὶ πάντα παθεῖν κατεδέξατο, σῶσαι θέλων ἡμᾶς ἐκ τῶν ἀνομιῶν ἡμῶν, τῷ ἰδίῳ αἵματι, ὡς φιλάνθρωπος. [...]

Κύριε, ὁ τὸν Λῃστὴν συνοδοιπόρον λαβών, τὸν ἐν αἵματι χεῖρας μολύναντα, καὶ ἡμᾶς σὺν αὐτῷ καταρίθμησον, ὡς ἀγαθὸς καὶ φιλάνθρωπος. 

Μικρὰν φωνὴν ἀφῆκεν ὁ Λῃστὴς ἐν τῷ σταυρῷ, μεγάλην πίστιν εὗρε, μιᾷ ῥοπῇ ἐσώθη, καὶ πρῶτος Παραδείσου, πύλας ἀνοίξας εἰσῆλθεν. Ὁ αὐτοῦ τὴν μετάνοιαν προσδεξάμενος, Κύριε δόξα σοι. [...] 

Σήμερον κρεμᾶται ἐπὶ ξύλου, ὁ ἐν ὕδασι τὴν γῆν κρεμάσας. Στέφανον ἐξ ἀκανθῶν περιτίθεται, ὁ τῶν Ἀγγέλων Βασιλεύς. Ψευδῆ πορφύραν περιβάλλεται, ὁ περιβάλλων τὸν οὐρανὸν ἐν νεφέλαις. Ῥάπισμα κατεδέξατο, ὁ ἐν Ἰορδάνῃ ἐλευθερώσας τὸν Ἀδάμ. Ἥλοις προσηλώθη, ὁ Νυμφίος τῆς Ἐκκλησίας. Λόγχῃ ἐκεντήθη, ὁ Υἱὸς τῆς Παρθένου. Προσκυνοῦμέν σου τὰ Πάθη Χριστέ. Δεῖξον ἡμῖν, καὶ τὴν ἔνδοξόν σου Ἀνάστασιν. 

Μὴ ὡς Ἰουδαῖοι ἑορτάσωμεν· καὶ γὰρ τὸ Πάσχα ἡμῶν, ὑπὲρ ἡμῶν ἐτύθη Χριστὸς ὁ Θεός, ἀλλ' ἐκκαθάρωμεν ἑαυτοὺς ἀπὸ παντὸς μολυσμοῦ, καὶ εἰλικρινῶς δεηθῶμεν αὐτῷ. Ἀνάστα Κύριε, σῶσον ἡμᾶς ὡς φιλάνθρωπος. [...]

Ὁρῶσά σε κρεμάμενον, Χριστέ, ἡ σὲ κυήσασα, ἀνεβόα· Τί τὸ ξένον ὃ ὁρῶ, μυστήριον Υἱέ μου; πῶς ἐπὶ ξύλου θνῄσκεις, σαρκὶ πηγνύμενος, ζωῆς χορηγὲ; [...] 

Διὰ ξύλου ὁ Ἀδάμ, Παραδείσου γέγονεν ἄποικος, διὰ ξύλου δὲ σταυροῦ, ὁ Λῃστὴς Παράδεισον ᾤκησεν. Ὁ μὲν γὰρ γευσάμενος ἐντολὴν ἠθέτησε τοῦ ποιήσαντος. Ὁ δὲ συσταυρούμενος, Θεὸν ὡμολόγησε τὸν κρυπτόμενον. Μνήσθητι καὶ ἡμῶν Σωτήρ, ἐν τῇ Βασιλείᾳ σου. [...]

Τῶν θεοκτόνων ὁ ἑσμός, Ἰουδαίων ἔθνος τὸ ἄνομον, πρὸς Πιλᾶτον ἐμμανῶς, ἀνακράζων ἔλεγε· Σταύρωσον, Χριστὸν τὸν ἀνεύθυνον. Βαραββᾶν δὲ μᾶλλον οὗτοι ᾐτήσαντο. Ἡμεῖς δὲ φθεγγόμεθα, Λῃστοῦ τοῦ εὐγνώμονος, τὴν φωνὴν πρὸς αὐτόν. Μνήσθητι καὶ ἡμῶν Σωτήρ, ἐν τῇ Βασιλείᾳ σου. [...] 

Ἐσταυρώθης δι' ἐμέ, ἵνα ἐμοὶ πηγάσῃς τὴν ἄφεσιν, ἐκεντήθης τὴν πλευράν, ἵνα κρουνοὺς ζωῆς ἀναβλύσῃς μοι, τοῖς ἥλοις προσήλωσαι, ἵνα ἐγὼ τῷ βάθει τῶν παθημάτων σου, τὸ ὕψος τοῦ κράτους σου, πιστούμενος κράζω σοι ζωοδότα Χριστέ. Δόξα καὶ τῷ Σταυρῷ Σῶτερ, καὶ τῷ Πάθει σου. 

Μακάριοι οἱ δεδιωγμένοι ἕνεκεν δικαιοσύνης, ὅτι αὐτῶν ἐστιν ἡ Βασιλεία τῶν οὐρανῶν. [...]

Μακάριοι ἐστὲ ὅταν ὀνειδίσωσιν ὑμᾶς, καὶ διώξωσι, καὶ εἴπωσι πᾶν πονηρὸν ῥῆμα καθ' ὑμῶν, ψευδόμενοι ἕνεκεν ἐμοῦ. [...]

Ὁ ὑψωθεὶς ἐν τῷ Σταυρῷ, καὶ τοῦ θανάτου λύσας τὴν δύναμιν, καὶ ἐξαλείψας ὡς Θεός, τὸ καθ' ἡμῶν χειρόγραφον Κύριε, Λῃστοῦ τὴν μετάνοιαν, καὶ ἡμῖν παράσχου μόνε φιλάνθρωπε, τοῖς πίστει λατρεύουσι, Χριστὲ ὁ Θεὸς ἡμῶν, καὶ βοῶσί σοι· Μνήσθητι καὶ ἡμῶν Σωτήρ, ἐν τῇ βασιλείᾳ σου.[...]

Τὸν ἴδιον Ἄρνα, ἡ ἀμνὰς θεωροῦσα πρὸς σφαγὴν ἑλκόμενον, ἠκολούθει Μαρία, τρυχομένη μεθ' ἑτέρων γυναικῶν, ταῦτα βοῶσα· Ποῦ πορεύῃ Τέκνον, τίνος χάριν, τόν ταχὺν δρόμον τελεῖς; μὴ ἕτερος γάμος πάλιν ἐστὶν ἐν Κανᾷ; Κᾀκεὶ νῦν σπεύδεις, ἵνα ἐξ ὕδατος αὐτοῖς οἶνον ποιήσης; συνέλθω σοι Τέκνον, ἢ μείνω σοι μᾶλλον, δός μοι λόγον Λόγε, μὴ σιγῶν παρέλθῃς με, ὁ ἁγνὴν τηρήσας με· σὺ γὰρ ὑπάρχεις ὁ Υἱὸς καὶ Θεός μου.


Συναξάριον
Τῇ ἁγίᾳ καὶ μεγάλῃ Παρασκευῇ, τὰ ἅγια καὶ σωτήρια καὶ φρικτὰ Πάθη τοῦ Κυρίου καὶ Θεοῦ καὶ Σωτῆρος ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ ἐπιτελοῦμεν, τοὺς ἐμπτυσμούς, τὰ ῥαπίσματα, τὰ κολαφίσματα, τὰς ὕβρεις, τοὺς γέλωτας, τὴν πορφυρᾶν χλαίναν, τὸν κάλαμον, τὸν σπόγγον, τὸ ὄξος, τοὺς ἥλους, τὴν λόγχην, καὶ πρὸ πάντων, τὸν σταυρόν, καὶ τὸν θάνατον, ἃ δι' ἡμᾶς ἑκὼν κατεδέξατο, ἔτι δὲ καὶ τὴν τοῦ εὐγνώμονος Λῃστοῦ, τοῦ συσταυρωθέντος αὐτῷ, σωτήριον ἐν τῷ Σταυρῷ ὁμολογίαν.

Ζῶν εἶ Θεὸς σύ, καὶ νεκρωθεὶς ἐν ξύλῳ,
Ὦ νεκρὲ γυμνέ, καὶ Θεοῦ ζῶντος Λόγε.[...]

Ἐκύκλωσαν κύνες ὡσεὶ πολλοί, ἐκρότησαν, Ἄναξ, σιαγόνα σὴν ῥαπισμῷ, ἠρώτων σε, σοῦ δέ, ψευδῆ κατεμαρτύρουν, καὶ πάντα ὑπομείνας, ἅπαντας ἔσωσας. [...]

Τὸν Λῃστὴ αὐθημερόν, τοῦ Παραδείσου ἠξίωσας Κύριε, κᾀμὲ τῷ ξύλῳ τοῦ Σταυροῦ, φώτισον καὶ σῶσόν με. [...]

Δύο καὶ πονηρὰ ἐποίησεν, ὁ πρωτότοκος υἱός μου Ἰσραήλ, ἐμὲ ἐγκατέλιπε, πηγὴν ὕδατος ζωῆς, καὶ ὤρυξεν ἑαυτῷ φρέαρ συντετριμμένον, ἐμὲ ἐπὶ ξύλου ἐσταύρωσε, τὸν δὲ Βαραββᾶν ᾐτήσατο, καὶ ἀπέλυσεν· ἐξέστη ὁ οὐρανὸς ἐπὶ τούτῳ, καὶ ὁ ἥλιος τὰς ἀκτῖνας ἀπέκρυψε· σὺ δὲ Ἰσραὴλ οὐκ ἐνετράπης, ἀλλὰ θανάτῳ με παρέδωκας. Ἄφες αὐτοῖς Πάτερ ἅγιε· οὐ γὰρ οἴδασι τί ἐποίησαν. 

Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός, ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε, τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή, ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα, αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα, τὸ στόμα τὴν ἐν ὄξει κερασθεῖσαν χολὴν τῇ γεύσει, τὰ ὦτα τὰς δυσσεβεῖς βλασφημίας. Ὁ νῶτος τὴν φραγγέλωσιν, καὶ ἡ χεὶρ τὸν κάλαμον, αἱ τοῦ ὅλου σώματος ἐκτάσεις ἐν τῷ σταυρῷ, τὰ ἄρθρα τοὺς ἥλους, καὶ ἡ πλευρὰ τὴν λόγχην. Ὁ παθὼν ὑπὲρ ἡμῶν, καὶ παθῶν ἐλευθερώσας ἡμᾶς. Ὁ συγκαταβὰς ἡμῖν φιλανθρωπίᾳ, καὶ ἀνυψώσας ἡμᾶς, παντοδύναμε Σωτήρ, ἐλέησον ἡμᾶς.

Σταυρωθέντος σου Χριστέ, πᾶσα ἡ Κτίσις βλέπουσα ἔτρεμε, τὰ θεμέλια τῆς γῆς, διεδονήθησαν φόβῳ τοῦ κράτους σου· σοῦ γὰρ ὑψωθέντος σήμερον, γένος Ἑβραίων ἀπώλετο, τοῦ Ναοῦ τὸ καταπέτασμα, διερράγη διχῶς, τὰ μνημεῖα ἠνεῴχθησαν, καὶ νεκροὶ ἐκ τῶν τάφων ἐξανέστησαν. Ἑκατόνταρχος ἰδὼν τὸ θαῦμα, ἔφριξε· παρεστῶσα δὲ ἡ Μήτηρ σου, ἐβόα θρηνῳδοῦσα μητρικῶς· Πῶς μὴ θρηνήσω, καὶ τὰ σπλάγχνα μου τύψω, ὁρῶσά σε γυμνόν, ὡς κατάκριτον ἐν ξύλῳ κρεμάμενον; Ὁ σταυρωθεὶς καὶ ταφείς, καὶ ἀναστὰς ἐκ τῶν νεκρῶν, Κύριε δόξα σοι. [...] 

Ἐξέδυσάν με τὰ ἱμάτιά μου, καὶ ἐνέδυσάν με χλαμύδα κοκκίνην, ἔθηκαν ἐπὶ τὴν κεφαλήν μου, στέφανον ἐξ ἀκανθῶν, καὶ ἐπὶ τὴν δεξιάν μου χεῖρα, ἔδωκαν κάλαμον, ἵνα συντρίψω αὐτούς, ὡς σκεύη κεραμέως. [...] 

Τὸν νῶτόν μου ἔδωκα εἰς μαστίγωσιν, τὸ δὲ πρόσωπόν μου οὐκ ἀπεστράφη ἀπὸ ἐμπτυσμάτων, βήματι Πιλάτου παρέστην, καὶ σταυρὸν ὑπέμεινα, διὰ τὴν τοῦ κόσμου σωτηρίαν. [...]

Πᾶσα ἡ Κτίσις, ἠλλοιοῦτο φόβῳ, θεωροῦσά σε, ἐν σταυρῷ κρεμάμενον Χριστέ. Ὁ ἥλιος ἐσκοτίζετο, καὶ γῆς τὰ θεμέλια συνεταράττετο, τὰ πάντα συνέπασχον, τῷ τὰ πάντα κτίσαντι, ὁ ἑκουσίως δι' ἡμᾶς ὑπομείνας, Κύριε δόξα σοι.

Διεμερίσαντο τὰ ἱμάτιά μου ἑαυτοῖς, καὶ ἐπὶ τὸν ἱματισμόν μου ἔβαλον κλῆρον.

Λαὸς δυσσεβὴς καὶ παράνομος, ἵνα τί μελετᾷ κενὰ; ἵνα τί τὴν ζωὴν τῶν ἁπάντων, θανάτῳ κατεδίκασε; Μέγα θαῦμα! ὅτι ὁ Κτίστης τοῦ Κόσμου, εἰς χεῖρας ἀνόμων παραδίδοται, καὶ ἐπὶ ξύλου ἀνυψοῦται ὁ φιλάνθρωπος, ἵνα τοὺς ἐν ᾍδῃ δεσμώτας ἐλευθερώσῃ, κράζοντας· Μακρόθυμε Κύριε δόξα σοι. 

Ἔδωκαν εἰς τὸ βρῶμά μου χολήν, καὶ εἰς τὴν δίψαν μου ἐπότισάν με ὄξος.

Σήμερον σὲ θεωροῦσα, ἡ ἄμεμπτος Παρθένος ἐν Σταυρῷ, Λόγε ἀναρτώμενον, ὀδυρομένη μητρῷα σπλάγχνα, ἐτέτρωτο τὴν καρδίαν πικρῶς, καὶ στενάζουσα ὀδυνηρῶς ἐκ βάθους ψυχῆς, παρειὰς σὺν θριξὶ καταξαίνουσα, κατετρύχετο· διὸ καὶ τὸ στῆθος τύπτουσα, ἀνέκραγε γοερῶς· Οἴμοι θεῖον Τέκνον! οἴμοι τὸ φῶς τοῦ Κόσμου! τί ἔδυς ἐξ ὀφθαλμῶν μου, ὁ Ἀμνὸς τοῦ Θεοῦ. ὅθεν αἱ στρατιαὶ τῶν Ἀσωμάτων, τρόμῳ συνείχοντο λέγουσαι· Ἀκατάληπτε Κύριε δόξα σοι. [...]

Ἐπὶ ξύλου βλέπουσα, κρεμάμενον Χριστέ, σὲ τὸν πάντων Κτίστην καὶ Θεόν, ἡ σὲ ἀσπόρως τεκοῦσα, ἐβόα, πικρῶς· Υἱέ μου, ποῦ τὸ κάλλος ἔδυ τῆς μορφῆς σου; οὐ φέρω καθορᾶν σε, ἀδίκως σταυρούμενον· σπεῦσον οὖν ἀνάστηθι, ὅπως ἴδω κᾀγώ, σοῦ τὴν ἐκ νεκρῶν, τριήμερον ἐξανάστασιν. [...]

Κύριε, ἀναβαίνοντός σου ἐν τῷ σταυρῷ, φόβος, καὶ τρόμος ἐπέπεσε τῇ Κτίσει, καὶ τὴν γῆν μὲν ἑκώλυες, καταπιεῖν τοὺς σταυροῦντάς σε, τῷ δὲ ᾍδῃ ἐπέτρεπες, ἀναπέμπειν τοὺς δεσμίους εἰς ἀναγέννησιν βροτῶν. Κριτὰ ζώντων καὶ νεκρῶν, ζωὴν ἦλθες παρασχεῖν, καὶ οὐ θάνατον, φιλάνθρωπε δόξα σοι. [...]

Ἐξηγόρασας ἡμᾶς, ἐκ τῆς κατάρας τοῦ νόμου, τῷ τιμίῳ σου Αἵματι, τῷ Σταυρῷ προσηλωθείς, καὶ τῇ λόγχῃ κεντηθείς, τὴν ἀθανασίαν ἐπήγασας ἀνθρώποις· Σωτὴρ ἡμῶν δόξα σοι. 


Πηγή: Όρθρος Μεγάλης Παρασκευής (ψαλλόμενος την εσπέρα της Μ. Πέμπτης)