Τετάρτη 21 Νοεμβρίου 2018

Λόγος στά Εἰσόδια τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου-Ἁγίου Πρόκλου Πατριάρχου Κων/πόλεως



Νά πάλι ἑορτή.
Νά πάλι πανηγύρι.
Νά πάλι χαρούμενο ναψοκέρι γιά τήν μητέρα το Κυρίου.
Νά  προπόρευσις τς ψεγάδιαστης νύμφης.
Νά τό πρτο ξεπροβόδισμα τς βασιλίσσης.
Νά τό σίγουρο σημάδι γιά τήν δόξα πού τήν περιμένει.
Νά προάγγελος τς χάριτος πού πρόκειται νά τήν πισκιάση.
Νά γνώρισμα, πού φαίνεται πό μακρυά, τς περβολικς της καθαρότητος.
Διότι κε πού  ερέας εσερχόμενος χι πολλές φορές, λλά μόνον μία φορά τόν χρόνο, τελε τίς μυστικές λατρεες, κε γιά νά παραμένη μόνιμα δηγεται πό τούς γονες της ο ποοι ναδεικνύονται τσι λειτουργοί τς χάριτος.
Ποιός γνώρισε παρόμοια περίπτωσι στό παρελθόν; Ποιός εδε  κουσε τώρα  πό παληά κορίτσι νά δηγεται βαθειά στά για τν γίων, ατά πού, παρά λίγο θά ταν πλησίαστα καί γιά τούς νδρες, καί σ ατά νά μένη καί νά τρέφεται; ραγε δέν εναι ατό τρανή πόδειξις τν συνήθιστα μεγάλων θαυμασίων πού θά τς γίνουν μελλοντικά; ραγε δέν εναι σημάδι ξεκάθαρο; ραγε δέν εναι σίγουρη πόδειξις;
ς μς δείξουν σοι κακολογον ναντίον της, καί ν βλέπουν εναι σάν νά μή βλέπουν: Πο τά εδαν ατά, δηλ. κόρη καί μάλιστα μόλις τριν τν, πού γεννήθηκε μέ θεία πόσχεσι, νά προσφέρεται ς δρο τέλειο καί γιά νά ζήση κε, καί νά συνοδεύεται πό τούς πλουσίους το λαο, νά δηγεται μέ λαμπάδες, καί νά παραλαμβάνεται πό τά γνώριμα χέρια τν ερέων καί τν προφητν; Γιατί δέν θέλησαν νά ρθουν στά καλά τους; Γιατί, ν βλεπαν τά πρτα σημάδια, δέν πίστεψαν στά κατοπινά; Γιατί ν προϊδεάσθηκαν πό τά παράξενα καί διαφορετικά, δέν ποδέχθηκαν τά σα γιναν μετά;
Διότι, σα γιναν στήν ρχή γύρω πό ατήν, δέν σαν συμπτωματικά καί τυχαα, λλ λα ταν προμηνύματα γιά σα θά γίνονταν στή συνέχεια.
πί τέλους ς μς πον τίς ματαιοπονίες τους ατοί πού θεωρονται σοφοί. Γιατί  θυγατέρα καμμις πό τίς στερες πού γέννησαν δέν δηγήθηκε στά για τν γίων καί δέν παραλήφθηκε πό τούς προφήτας;
Σίγουρα, ατοί πού λεπτολογον πάνω σ ατά, τίποτα δέν εχαν νά πον, πως (δέν εχαν νά πον τίποτα) καί ο μεταγενέστεροι μόφρονές τους γιά τόν υό κείνης,λλ πλς σήκωναν τούς μους μέ τήν πορία· «ραγε τί θά γίνη ατό τό παιδί;» Τίποτε πολύτως δέν εχαν νά πον.
Σίγουρα μπορον νά πορεύωνται τόν δρόμο τς πωλείας σοι χουν πλανεμένη πίστι, καί εναι λεύθεροι νά πέφτουν στόν λάκκο πού μόνοι τους σκαψαν.
μως μες,  περιούσιος λαός το Θεοερες καί ρχοντες, δολοι καί λεύθεροι, τεχντες καί γεωργοί, νδρες καί γυνακες, λτε νά συγκεντρωθομε πρός τιμήν τς Θεοτόκου καί, κατ οκονομίαν, νά παρακολουθήσωμε σα θαυμαστά τς γιναν. Πς δηλ. προσφέρεται σήμερα πό τούς γονες της,  καθ λα ερή, στό ναό τοΘεο, καί πό τούς ερες το Θεο δηγεται. Πς  προφήτης ατήν τήν δέχεται μέσα στό ναό καί τήν εσάγει στά δυτα, χωρίς ντίρρησι, χωρίς νά π στούς γονες της·
Δέν τό κάνω ατό τό πρωτόφαντο τόλμημα καί νά φέρω να κορίτσι νά ζ συνέχεια στά για τν γίων, που μόνον σέ μένα μία φορά τό χρόνο μο δόθηκε  ντολή νά μπαίνω.  προφήτης κενος τίποτε πό ατά δέν επε, λλά τή δέχεται μέ προθυμία, σάν νά προγνώριζε ατό πού θά γινόταν, ξ λλου προφήτης ταν, σίγουρα πειδή τήν περίμενε καί τήν νέμενε, πως τόν υό της μετά πό ατήν  Συμεών.
πειτα, φο χαιρέτησε βιαστικά τήν μητέρα, καί κρατώντας πό τά χέρια τήν κόρη τήν προσφώνησε μέ ατά τά λόγια· πό πο καί πς ρθες δ, γυνακα, καί ποιός  σκοπός τς πράξεώς σου; Καί πς, ν δέν χεις προηγούμενο παράδειγμα, φερες καί ζητς νά γίνη τοτο τό νέο δρμα, πού δέν κούσθηκε λλη φορά, δηλ. νά δηγεται κόρη καί νά ζ κάτω πό τήν σκέπη το ναο στά για; Πές μας ποιό εναι τό πιχείρημά σου,  δικαιολογία σου, καί τί χεις στό μυαλό σου;
γώ, επε στόν προφήτη  συνώνυμη μέ τή χάρι γυνακα, προέρχομαι πό ερατική γενηά, πό τήν φυλή το αρών, χω ρίζα προφητική καί βασιλική. Καί γινα να κλαδί πό Δαβίδ, τόν Σολομντα τούς διαδόχους τους, καί, πί πλέον, εμαι συγγενής τς γυνακας σου λισάβετ. Μετά, στόν κατάληλο καιρό, συνδέθηκα μέ νδρα κατά τό θέλημα το Δεσπότου. Βρέθηκα μως στερα καί γονος γιά ρκετό καιρό καί πειδή δέν μπόρεσα νά βρ κανένα φάρμακο, πού θά μέ πάλλασε πό τή συμφορά, κατέφυγα πρός τό Θεό τό μόνο κυρίαρχο, πού μπορε νά δίνη διέξοδο στίς δυσκολίες, καί σ ατόν νοιξα μέ σοβαρότητα τό στόμα μου, σ ατόν πού εναι μόνος φιλάνθρωπος, καί μέ πόνο καρδίας καί μέ δάκρυα στά μάτια κραξα καί ατά το επα·
 Κύριε, Κύριέ μου, πευθύνομαι σέ σένα πού κος μέσως τήν φωνή τν πονεμένων ψυχν.
Γιατί μέ διαφοροποίησες πό τή φύσι τν προγόνων μου;
Γιατί μέ θεατρίνισες στήν γενιά μου, καί κανες τά μέλη τς φυλς μου νά κινον τό κεφάλι τους μέ νόημα;
Γιατί μέ κανες συμμέτοχο τς κατάρας τν προφητν, δίνοντάς μου μήτρα τεκνη καί μαστούς στερημένους πό γάλα;
Γιατί πέρριψες τίς προσφορές μου ς τεκνης;
Γιατί μέ φησες νά γίνω περίγελως στούς γνωστούς γείτονές μου;
Ρίξε τό βλέμμα σου πάνω μου Κύριε, κουσε τήν προσευχή μου Δέσποτα, λυπήσου με γιε, κάνε με μοια μέ τά πουλιά το ορανο, μέ τά θηρία τς ξηρς, μέ τά ψάρια τς θαλάσσης, διότι καί ατά εναι γόνιμα μπροστά σου. Νά μή φανψιστε, γώ, πού πό σένα γινα σύμφωνα μέ τήν δική σου εκόνα, χειρότερη πό τά λογα ζα.
Κοντά σέ ατά πού επα πρόσθεσα καί τοτο· Διότι δικό σου Δέσποτα, θά εναι δρο εχαριστήριο, σάν ερό τάμα, καί δρο πολύτιμο ατό, πού μο δωρήθηκε πό σένα τόν πλουσιότατο δωρητή τν τελείων χαρισμάτων.
Ατά γώ (λεγα) σο βρισκόμουν παίθρια στόν δικό μου κπο, ρίχνοντας τό βλέμμα μου στούς ορανούς καί κτυπώντας τό στθος μου μέ τά χέρια μου κραζα πρός τούς ορανούς.  δέ σύζυγός μου ν βρισκόταν λομόναχος στό βουνό καί γιά σαράντα μερόνυχτα νήστευε, καί γιά τόσα κλιπαροσε τόν Θεό.
τσι λοιπόν  φιλάνθρωπος Κύριος πού εναι πάντα πρόθυμος νά δείξη τόν οκτο του, φο κάμφθηκε πό τίς προσευχές καί τν δυό μας, στειλε τόν γγελό του νά μς ναγγείλη τή σύλληψι τς θυγατρός μας.
μέσως λοιπόν, φο διατάχθηκε  φύσις πό τό Θεό, ποδέχθηκε τό σπέρμα. Διότι ατή δέν εχε τολμήσει νά τό δεχθ, πρίν πό τή θεία χάρι, παρά μόνον φοκείνη πρώτη εσλθε, καί φο τσι πέρασε, νοιξε  μήτρα τίς δικές της πύλες, καί φο δέχθηκε ατό πού τς μπιστεύθηκε  Θεός, τό κράτησε μέσα της μέχρι πού, μέ τή χάρι το Θεο, τό σπέρμα πού τοποθετήθηκε μέσα της, βγκε στό φς.
Εχαριστ τό Θεό μου μέ σες εχαριστίες συνέθεσαν τά χείλη μου καί κφώνησε τό στόμα μου μέσα στή θλψι μου. Καί γι ατό τό λόγο συγκέντρωσα τό χορό τν παρθένων, συγκάλεσα τούς ερες, ξεσήκωσα τούς συγγενες, καί σέ λους λεγα τά παρακάτω·
Χαρετε λοι μαζί μου, διότι σήμερα ναδείχθηκα καί μητέρα καί φιερώτρια, πού πρόσφερα τό δικό μου τέκνο χι σέ πίγειο βασιλέα, οτε ταν πρέπον, λλά πού τό φιέρωσα στόν πουράνιο βασιλέα, φο ταν καί δικό του δρο.
Νά δεχθς λοιπόν,  προφήτα τή δική μου θυγατέρα, νά τή δεχθς καί νά τήν εσαγάγης καί νά τή ριζώσης σέ τόπο γιασμο, καί νά τοιμασθ γιά νά γίνη κατοικητήριο το Θεο, χωρίς νά περιεργάζεσαι τίποτε, μέχρις του πιτρέψει νά πραγματοποιηθον τά σχετικά μέ ατήν, ατός πού προτρέπει νά μείνει ατή δ.
Ατά τά λόγια φο τά κουσε  Ζαχαρίας, μέσως πάντησε στή γυνακα καί επε· Ελογημένη  ρίζα σου πάντιμε, δοξασμένη  μήτρα σου φίλανδρε καί πιό δοξασμένη  φιέρωσί σου φιλόθεε.
Μετά, λος χαρά καί χοντας στά χέρια του τήν κόρη, πρόθυμα τήν προσφέρει στά για τν γίων, λέγοντας περίπου ατά τά λόγια πρός ατήν·
λα κπλήρωσις τς προφητείας μου.
λα ργο τν δ συζύγων.
λα πισφράγισμα τς διαθήκης του.
λα τό τέλος τν θελημάτων του.
λα φανέρωσις τν μυστηρίων του.
λα ραμα λων τν προφητν.
λα νωσις τν παλιά χωρισμένων.
λα στήριγμα τν ταπεινωμένων.
λα νανέωσις τν παλιωμένων.
λα φς τν σων βρίσκονται στό σκοτάδι.
λα τό πιό κανούριο καί θεο δώρημα.
λα Δέσποινα λων τν θνητν, μπές στή δόξα το Κυρίου σου, τώρα μέν στήν κάτω καί πού πατεται, μετά πό λίγο δέ στήν νω καί βατη στούς νθρώπους.
τσι, πως ταν φυσικό, φο μίλησε πρός τήν κόρη  ερέας, τήν δήγησε καί τήν φησε κε πού τς ταίριαζε στό ναό το Θεο, σάν σέ νυφικό δωμάτιο, καταχαρούμενη καί πολύ εχαριστημένη, τρίχρονη ς πρός τήν λικία, λλ ς πρός τό Θεό τν λων καθ λα τελεία.
μεινε λοιπόν ατή στά σώτερα για τν γίων, τρεφομένη πό γγελο μέ τροφή μβροσίας καί ποτιζομένη μέ θεο νέκταρ, μέχρι τήν εσοδό της στήν φηβεία. Καί τότε, μέ θεο νεμα καί μέ τή γνώμη τν ερέων δίνεται γι ατήν κλρος, καί μέ κλρο παίρνει τήν γία ατή Παρθένο  ωσήφ  δίκαιος καί κατ οκονομίαν τήν παραλαμβάνει πό τό ναό το Θεο καί τν ερέων του, γιά νά ξεγελασθ  ρχέκακος φις, γιά νά μήν προσβάλη τήν καθαρή κόρη ς παρθένο, λλά νά τήν προσπεράση ς μνηστευμένη.
Βρισκόταν λοιπόν  πεντακάθαρη στό σπίτι το τέκτονος ωσήφ φυλασσόμενη γιά τόν ρχιτέκτονα Θεό, μέχρις του πραγματοποιήθηκε σ ατήν τό πρίν πό λους τούς αἰῶνες κρυφό καί γιο μυστήριο, καί πό ατήν  Θεός γινε μοιος μέ τούς νθρώπους. λλά τοτο εναι θέμα λλης πραγματείας καί εκαιρίας, πού ν τό πιτρέψη  καιρός θά γίνη  ναγκαος λόγος. Τώρα στό προκείμενο πάλι, νά πανέλθη  λόγος καί, μέρα πού εναι, νά δοξολογηθον σήμερα τά εσόδια.
Πήγαινε λοιπόν,  Δέποινα Θεομτορ, πήγαινε στήν κληρωμένη θέσι σου, καί βάδιζε κοντά στόν Κύριο νά χαίρεσαι καί γάλλεσαι, νά τρέφεσαι καί νά λπίζης, περιμένοντας πό μέρα σέ μέρα, τόν ρχομό μέσα σου το Παναγίου Πνεύματος, τήν πισκίασι τς δυνάμεως το ψίστου, καί τή σύλληψι το υο σου, σύμφωνα μέ τήν προσφώνησι πού σο κανε  Γαβριήλ.
Καί νά χαρίσης, σέ σους τελον τήν ορτή σου, τήν βοήθειά σου, τήν σκέπη σου καί τήν προστασία σου, σώζωντάς τους πάντοτε, μέ τίς κεσίες σου, πό κάθε νάγκη καί κινδύνους, ρρώστιες καί δοκιμασίες καί διάφορες συμφορές, καί πό τή μέλλουσα πειλή το υο σου.
ς μητέρα το Δεσπότου καί τελεία δόσις τν πιθυμητν, κατάταξέ τους σέ τόπους φωτός, εφροσύνης καί ερήνης. Νά γίνουν λαλα τά πονηρά χείλη πού κακολογον μέ περηφάνεια καί περιφρόνησι σένα τή δίκαιη. Νά κμηδενισθ  παρουσία τους μέσα στήν πόλι σου, νά ντραπον καί νά σβήσουν, καί νά καταλάβουν τι τό νομά σου εναι Δέσποινα καί τι σύ εσαι  μόνη Θεόνυμφος Θεοτόκος.
μες σένα μέ πίστι σέ ελογομε, μέ πόθο σέ δοξολογομε καί μέ φόβο σέ προσκυνομε, πάντοτε σένα μεγαλύνοντες καί μέ σεβασμό μακαρίζοντες.
Διότι πράγματι εναι μακάριος  πατέρας σου πό τούς νθρώπους καί  μητέρα σου πό τίς γυνακες.
Μακάριο τό σπίτι σου
Μακάριοι ο γνωστοί σου
Μακάριοι σοι σέ εδανε
Μακάριοι σοι σο μίλησαν
Μακάριοι ο τόποι σου
Μακάριος  ναός στόν ποο σέ φιερώσανε,
Μακάριος  Ζαχαρίας πού σέ γκάλιασε.
Μακάριο τό κρεββάτι σου.
Μακάριος  τάφος σου.
Διότι σύ εσαι  τιμή σων σέ τιμον καί βραβεο τν βραβείων καί κορυφή τν κορυφν,  μόνη θεία δροσιά το σωτερικο μου καύσωνος,  θεοστάλακτη δροσιά τς ξεραμένης μου καρδις, τς μαύρης μου ψυχς  φωτεινότατη λαμπάδα,  δηγός τς πορείας μου,  δύναμις τς σθενείας μου, τό ντύσιμο τς γυμνότητός μου, πλοτος τς πτωχείας μου,  θεραπεία τν γιάτρευτων πληγν, τό σκούπισμα τν δακρύων, τό σταμάτημα τν στεναγμν,  μεταστροφή τν συμφορν, λάφρυνσις τν πόνων, τό λύσιμο τν δεσμν,  μόνη λπίδα κατά τς πικρίας.
Εσάκουσε τίς προσευχές μου, συμπόνεσε τούς στεναγμούς μου, λέησέ με μαλακώνοντας πό τά δάκρυά μου, λυπήσου με ς μητέρα το φιλανθρώπου Θεο, ρίξε τό βλέμμα σου πάνω μου καί ρέμησε τήν τρικυμία μου.
κανοποίησέ μου τή μεγάλη πιθυμία καί κατάταξέ με μαζί μέ τή σύζυγό μου καί δική σου δούλη, στήν γ τν πράων, στίς σκηνές τν δικαίων, στό χορό τν γίων.
 Καί ξίωσέ με, σύ πού εσαι  προστασία λων,  χαρά καί  λαμπρή εθυμία λων, νά χαιρόμαστε μέσα σέ ατή, σέ παρακαλ, τή χαρά, τήν πραγματικά νέκφραστη πού προέρχεται πό τό Θεό καί βασιλέα τόν γεννημένο πό σένα, καί στόν φθαρτό σου νυμφνα καί στήν τελείωτη καί πέραντη βασιλεία σου.
Πράγματι, Δέσποινα, καί δική μου καταφυγή,  ζωή καί  βοήθειά μου, τό πλο καί τό καμάρι μου,  λπίδα καί  δύναμίς μου, δσε μαζί μέ ατήν νά πολαύσω τίς νεκδιήγητες καί κατάληπτες δωρεές στήν πουράνιο διαμονή. Διότι χεις μαζί μέ τήν θέλησι καί τόν τρόπο, ς μητέρα το ψίστου, καί γι ατό τολμ νά τό ζητήσω.
Μή λοιπόν γίνει νά στερηθ, πανάχραντε καί κυρία Δέσποινα, ατό πού περιμένω, λλά νά τό πετύχω ατό, Θεόνυμφε, πού εσαι λονν προσδοκία καί ναμονή, σύ πού, μέ τρόπο πού ξεπερνάει τή λογική, γέννησες τόν Κύριό μας ησο Χριστό, τόν ληθινό Θεό καί Δεσπότη, στόν ποο ταιριάζει κάθε δόξα, τιμή καί προσκύνημα, μαζί μέ τόν χωρίς ρχή Πατέρα του καί τό ζωοποιό Πνεμα, τώρα καί πάντα, καί στούς αἰῶνες τν αώνων. μήν.


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου